Οι δρομείς είναι μαθημένοι να προχωρούν διαρκώς προς τα εμπρός. Αν θέλουν, ωστόσο, να το κάνουν ακόμα πιο γρήγορα, πρέπει αντί για… πέμπτη να βάλουν όπισθεν στις προπονήσεις τους. Ετσι, θα καταφέρουν να βελτιώσουν τη φυσική τους κατάσταση κι εν τέλει θα δουν τα οφέλη στις επιδόσεις τους στους στίβους. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν μια σειρά από έρευνες όπως μία που δημοσιεύτηκε το 2011, σύμφωνα με την οποία εκείνοι που τρέχουν ανάποδα λειτουργούν καλύτερα τους μύες και τους τένοντες των ποδιών τους σε κάθε βήμα. Παράλληλα, καίνε 30% περισσότερη ενέργεια προκειμένου να πάνε με τον ίδιο ρυθμό όπως στο τρέξιμο προς τα εμπρός.

Αν και η διαδικασία αυτή είναι ιδιαίτερα κουραστική, όσοι τη δοκιμάζουν πρέπει να είναι υπομονετικοί. Επιστήμονες σε μελέτη τους το 2014 ανακάλυψαν πως ακόμα κι αν κάποιος απλά βαδίζει αντίθετα, μπορεί να δει σημαντικότερη βελτίωση στην υγεία του και τη φυσική του κατάσταση απ’ ό,τι αν συνέχιζε να κινείται με τον παραδοσιακό τρόπο. Με την ίδια λογική, έρευνα που ολοκληρώθηκε πέρυσι επιβραβεύει τους δρομείς που αφιερώνουν κομμάτι της προετοιμασίας τους σε αυτού του είδους την προπόνηση. Εθελοντές που συμμετείχαν σε πρόγραμμα πέντε εβδομάδων τρέχοντας ανάποδα, έγιναν κατά 2,5% πιο αποτελεσματικοί στο τρέξιμο στο τέλος της περιόδου αυτής.

Μια άλλη συμβολή του ανάποδου τρεξίματος που δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη εντοπίζεται στην αποκατάσταση προβλημάτων στις αρθρώσεις, όπως υποστηρίζουν κάποιοι ειδικοί. Βέβαια, δεν παύει η αντίστροφη κίνηση να κρύβει και κινδύνους τραυματισμών. Είναι αρκετά συνηθισμένο να σκοντάφτει κάποιος, να παραπατάει και να πέφτει πάνω σε αντικείμενα, γιατί η ορατότητά του είναι περιορισμένη και ο συντονισμός δύσκολη υπόθεση. Για να αποφύγουν οι αθλούμενοι τα χειρότερα, καλό είναι να δοκιμάζουν πρώτα την κίνηση αυτή σε στίβους ή επίπεδες επιφάνειες, έχοντας ως βοηθό έναν δρομέα που τρέχει προς τα μπρος για να ειδοποιεί για τα τυχόν εμπόδια.