Από την καλή…

Ανθρωπος χαμηλών τόνων, ο Νίκος Ξυδάκης εδώ και δύο χρόνια είχε μία από τις πιο διακριτικές παρουσίες στη Βουλή. Διατήρησε αυτήν τη στάση ακόμα και μετά τον ανασχηματισμό του περασμένου Νοεμβρίου, όταν από αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών βρέθηκε στη θέση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ. Σχεδόν πάντα επιχειρούσε να παρεμβαίνει στη δημόσια συζήτηση χωρίς να προκαλεί το εκλογικό σώμα ή τους πολιτικούς αντιπάλους του. Γι’ αυτό και μέχρι πρότινος πολλοί τον τοποθετούσαν στις πιο «νηφάλιες φωνές» εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά κάποιον τρόπο έχει το ταλέντο να περνάει απαρατήρητος, διατηρώντας όμως το θάρρος της γνώμης του. Για παράδειγμα, μπορεί να μην είναι τόσο ετοιμόλογος, όπως ήταν κάποτε στα ίδια έδρανα του κόμματος ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, αλλά δεν είναι εριστικός όπως ήταν εσχάτως ο προκάτοχός του Σωκράτης Φάμελλος.

Ο Ξυδάκης έχει ένα δικό του ιδιαίτερο στυλ, τις εκφάνσεις του οποίου θα μπορούσε εύκολα να προβλέψει κανείς μέχρι την περασμένη εβδομάδα. Τότε με αφορμή τη συνέντευξή του στον Σκάι και τα λεγόμενά του περί δραχμής βρέθηκε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης. Στην πρόσφατη συζήτηση μάλιστα στη Βουλή, επί του πορίσματος της Εξεταστικής, είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Πήρε τον λόγο για να απαντήσει στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στις κατηγορίες ότι τα spreads εκτοξεύτηκαν εξαιτίας των δηλώσεών του. Με περισσή ειρωνεία προχώρησε σε «φιλικές υποδείξεις» προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη και προκειμένου, όπως είπε, να του εξηγήσει τι είναι προπαγάνδα τον παρότρυνε να δει την ταινία «Η ζωή του Μπράιαν» των Monty Pythons. «Κάθε φορά που ακούγεται μια επικατάρατη λέξη, λιθοβολείται αυτός που τη λέει, όποιος και να είναι. Λιθοβολείτε τον εαυτό σας. Δεν καταλαβαίνετε τι ακούτε» υποστήριξε ο Ξυδάκης.

Παραλλήλως, στο πλαίσιο πάντα της ίδιας «φιλικής» νουθεσίας, κάλεσε τον πρόεδρο της ΝΔ να διαβάσει το βιβλίο «Ζητείται: ένα θαύμα για την Ελλάδα». Πρόκειται για το ημερολόγιο του προεδρικού απεσταλμένου των ΗΠΑ Πολ Πόρτερ, λίγο μετά την Κατοχή στην Ελλάδα. «Αν θέλετε να καταλάβετε ποιο είναι το ιστορικό βάθος της αγωνίας ενός αριστερού εκλεγμένου βουλευτή για το πού πάει ο τόπος, αρχίστε με την έκθεση Πόρτερ και να διαβάσετε τι λέει ο απεσταλμένος του αμερικανού προέδρου το 1947 για την παρασιτική ελίτ, την οποία φαίνεται ότι φιλοδοξείτε να συνεχίσετε στις μέρες μας» είπε ο Ξυδάκης, αποφεύγοντας όμως να αναφερθεί σε άλλα πιο σημαντικά –και περισσότερο επίκαιρα –συμπεράσματα της μαρτυρίας του Πόρτερ. Ενα από αυτά; «Εχουμε έναν φτωχό λαό με μια ανίκανη κυβέρνηση και ένα πολιτικό σύστημα το οποίο απαιτεί από τους υπουργούς να έχουν ως κύριο μέλημά τους την παραμονή στο αξίωμα, παραμελώντας τα προβλήματα της ανοικοδόμησης και την επαναδραστηριοποίηση του εμπορίου και των συναλλαγών… Υπάρχει μια χαλαρή ιεραρχία ατομιστών πολιτικών, μερικών χειρότερων από άλλους, που είναι τόσο απασχολημένοι με τον ατομικό τους αγώνα για εξουσία που δεν έχουν τον χρόνο, αν υποθέταμε ότι είχαν την ικανότητα, να αναπτύξουν μια οικονομική πολιτική» (απόσπασμα από το βιβλίο). Σας θυμίζει κάτι;

Στην αρχική του δήλωση πάντως ο Ξυδάκης, αν και ανέφερε ότι «η Ελλάδα μεγαλούργησε επί δραχμής», δεν έθεσε θέμα αλλαγής νομίσματος. Ζήτησε να ανοίξει η συζήτηση επ’ αυτού στη Βουλή και να μη δαιμονοποιείται η πρόθεση κάποιου εκλεγμένου να μιλήσει για το ευρώ και τη δραχμή, δεδομένου ότι κατά τον ίδιο βρισκόμαστε σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι. Εστω ότι αυτό είναι κατανοητό από όλους, η στιγμή που επέλεξε να ζητήσει μια τέτοια συζήτηση ο Νίκος Ξυδάκης μπορεί να θεωρείται τόσο τυχαία ή αθώα;

… και από την ανάποδη

Το διάστημα που μεσολάβησε την περασμένη Τρίτη από την επεξηγηματική ανάρτηση του Νίκου Ξυδάκη στη σελίδα του στο facebook μέχρι τη δήλωσή του στις κάμερες που βρίσκονται στην είσοδο της Βουλής, σημειώθηκε ένας ενδιαφέρων διάλογος έξω από την αίθουσα των κοινοβουλευτικών συντακτών. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ δεν έκρυψε το παράπονό του ότι η αρχική του δήλωση παραποιήθηκε από τους δημοσιογράφους. Στις επίμονες ερωτήσεις των συντακτών όμως, γύρω από τη στιγμή που επέλεξε να θίξει ένα τέτοιο θέμα, ο Ξυδάκης παραδέχθηκε ότι το timing ήταν λάθος. Ξεκαθάρισε ωστόσο ότι ο ίδιος ήταν πάντα υπέρ της άποψης να γίνεται συζήτηση ακόμα και για θέματα του δημόσιου διαλόγου που θεωρούνται από κάποιους ως «απαγορευμένα».

Το επιχείρημα που πρόβαλε για κάτι τέτοιο ήταν ότι εδώ και επτά χρόνια –τα χρόνια των Μνημονίων –δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ καμία τέτοια συζήτηση. «Ποιος φταίει γι’ αυτό;» διερωτήθηκε, για να απαντήσει «οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι». Είναι άραγε τόσο ρομαντικός ο Νίκος Ξυδάκης ή τόσο αφελής; Αγνωστο. Προς το παρόν πάντως ο ίδιος αρνείται ότι λειτούργησε ως «λαγός» της κυβέρνησης.

Το Μέγαρο Μαξίμου δεν τον «άδειασε» για την αρχική του δήλωση. Ούτε, όπως ο ίδιος έκανε γνωστό, του άσκησε πιέσεις για να ανασκευάσει. Στη συζήτηση, δε, στην Ολομέλεια ο Πρωθυπουργός απέφυγε να τοποθετηθεί για τη δήλωση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του κόμματός του. Επέλεξε να επιστρέψει τα πυρά στη ΝΔ, λέγοντας πως είναι εκείνη που συντάσσεται με τους πιο ακραίους κύκλους της Ευρώπης που επιδιώκουν το Grexit.

Γιατί άραγε; Μια παροιμία λέει ότι «ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται». Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, στον ρόλο του «πνιγμένου» δεν βρίσκεται ο Νίκος Ξυδάκης αλλά η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Ο λόγος; Ο ηττημένος στην κοινωνία, όχι στη Βουλή, ΣΥΡΙΖΑ έχει στερέψει από επιχειρήματα, αξιοπιστία και –κατά μεγάλο βαθμό –από υποστηρικτές. Από τη στιγμή λοιπόν που δημοσκοπικά καταγράφεται μια τάση –της τάξης του 30% –των πολιτών να βλέπουν θετικά την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, θα μπορούσε διακριτικά να αρχίσει να διευρύνει την ατζέντα του. Η λογική, για παράδειγμα, του «δεν αναθεματίζω τη δραχμή» θα μπορούσε να είναι απλώς ένα «κλείσιμο του ματιού» σε ψηφοφόρους αυτής της οπτικής. Αυτό είναι το ένα ενδεχόμενο που συζητήθηκε εντόνως τις τελευταίες μέρες. Το δεύτερο, το οποίο υποστήριζε με πάθος την περασμένη Τρίτη στη Βουλή βουλευτής της αντιπολίτευσης, είναι διαφορετικής φύσεως. Ο Ξυδάκης, εκτιμούσε το ίδιο πρόσωπο, έπαιξε το σχέδιο του Μαξίμου: «Να φοβίσουμε σήμερα με Grexit και δραχμή για να περάσουμε αύριο πιο εύκολα τα νέα μέτρα». Ο,τι από τα δύο παραπάνω κι αν βρίσκεται πιο κοντά στην πραγματικότητα, το συμπέρασμα είναι ένα: λαγός ή όχι, ο Ξυδάκης, σκόπιμα ή άθελά του, λειτούργησε υπέρ της κυβέρνησης. Οχι απαραίτητα όμως και υπέρ της χώρας.