Καλά Χριστούγεννα, κύριε Σόιμπλε! Η κυβέρνηση στέλνει τις ευχές της στον γερμανό υπουργό Οικονομικών γνωρίζοντας πως από τις διαθέσεις του θα κριθεί εν πολλοίς η εξέλιξη της διαπραγμάτευσης και η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Κάποιοι είδαν πίσω από τις ευχές του Αλέξη Τσίπρα σε όσους «μας κουνάνε το δάχτυλο στο όνομα των συμφωνιών και απευθύνονται με ιταμό τρόπο στον ελληνικό λαό» –σε ειδική εκδήλωση για τα προσφυγόπουλα στη Βουλή –τη φωτογραφία του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Διαβάζοντας ως αιχμή για τον γερμανό πολιτικό την αναφορά πως «όσοι δεν είναι καλά στην ψυχή τους δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της χώρας τους ούτε τα προβλήματα της Ευρώπης». Ο Αλέξης Τσίπρας όμως δεν έχει αποκομίσει τέτοια εντύπωση για τον Σόιμπλε. «Οχι, δεν είναι καθόλου τρελός» λέει στους συνομιλητές του. Αντιθέτως, ο Πρωθυπουργός μάλλον πιστεύει ότι πρόκειται για έναν ιδιαίτερα συγκροτημένο πολιτικό που ενεργεί βάσει μεθοδικότητας και σχεδιασμού. Ο Τσίπρας άλλωστε έχει αναφερθεί σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ο Σόιμπλε παρεμβαίνει προκαλώντας εμπλοκές και καθυστερήσεις στην εξέλιξη του ελληνικού προγράμματος. Ηταν τον περασμένο Οκτώβριο όταν μπλοκάρισε την καταβολή της υποδόσης για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές για ένα τεχνικό ζήτημα, ήταν την ημέρα ενεργοποίησης των βραχυπρόθεσμων μέτρων που προκάλεσε όξυνση για τα κοινωνικά μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση αξιοποιώντας τα χρήματα που «περίσσεψαν» από την υπεραπόδοση των στόχων.

ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΒΙΟΛΙ. Το πρωθυπουργικό περιβάλλον κυρίως μετά την πρόσφατη πρωθυπουργική επίσκεψη στην καγκελαρία θεωρεί ότι ο Σόιμπλε λειτουργεί μόνος του, δηλαδή δεν βρίσκεται σε συντονισμό με την Ανγκελα Μέρκελ. Αυτή η διαπίστωση κάνει το Μαξίμου να παίρνει ανάσες θεωρώντας ότι δεν υπάρχει κάποιο συντονισμένο σχέδιο πτώσης της κυβέρνησης από τη γερμανική πλευρά. Πάντα όμως ανησυχεί για τις λεγόμενες τεχνητές κρίσεις. Κυβερνητικά στελέχη θεωρούν ότι εφόσον δεν εκδηλωθούν κρίσεις με «τεχνητό τρόπο», τότε δεν θα υπάρξει πρόβλημα στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης. Το Μαξίμου αποφεύγει να μιλάει ανοιχτά για τη Γερμανία και τον υπουργό Οικονομικών της. Αναφέρει γενικόλογα πως η αναζωπύρωση του ελληνικού ζητήματος θα μπορούσε να προέλθει από την αδιάλλακτη στάση ορισμένων για λόγους εσωτερικής πολιτικής κατανάλωσης. Που χρησιμοποιούν την πορεία του ελληνικού προγράμματος για να προκαλέσουν συγκρούσεις στις δικές τους χώρες. Η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθεί τις γερμανικές εκλογές. Και δεν κρύβει ότι το ενδιαφέρον της εστιάζεται στο ποιος θα είναι ο υπουργός Οικονομικών. Αν δεν υπάρξουν εκπλήξεις, τότε πιθανότατα ο Σόιμπλε θα είναι εκείνος που θα συνεχίσει να έχει το πάνω χέρι στις αποφάσεις του Eurogroup και στις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο το SPD δεν εμφανίζεται πρόθυμο να συνεργαστεί και πάλι έπειτα από 12 χρόνια συγκατοίκησης με τους Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ. Αν τελικώς μπει στον κυβερνητικό συνασπισμό, δεν αποκλείεται να ενταχθεί με άλλους όρους ζητώντας το χαρτοφυλάκιο των Οικονομικών.

Ο Αλέξης Τσίπρας πιστεύει ότι η αξιολόγηση μπορεί να κλείσει μέσα στον Ιανουάριο. Το έχει πει και δημοσίως, το έχει συζητήσει πολλές φορές με τους συνεργάτες του. Μάλιστα καλεί τους δανειστές σε συνεννόηση ούτως ώστε να υπάρξει το συντομότερο δυνατόν μια συμφωνία. Στην παρούσα φάση ο Τσίπρας δεν πιστεύει στην πιθανότητα της «μη λύσης». Στους συνομιλητές του λέει πως η Ευρώπη σήμερα δεν έχει καμία σχέση με την Ευρώπη των προηγούμενων χρόνων. Αρα σε καμία χώρα-μέλος δεν εξυπηρετεί μια πιθανή αποσταθεροποίηση με επίκεντρο την Ελλάδα. «Δεν συμφέρει κανέναν» λέει χαρακτηριστικά.

Ο Πρωθυπουργός και το επιτελείο του θεωρούν λοιπόν ότι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης είναι εφικτή μέσα στον Ιανουάριο. Δεν πιστεύουν στην πιθανότητα να οδηγηθεί η χώρα σε κατάσταση οικονομικής ασφυξίας και εκτιμούν ότι δεν υπάρχει περίπτωση η διαπραγμάτευση να συρθεί έως τον Ιούνιο. «Μη βλέπετε παντού το σενάριο της ασφυξίας. Αλλωστε το διάστημα που παραμένει ανοιχτή η αξιολόγηση κάνουμε κι εμείς πράγματα, βελτιώνουμε τη θέση μας και την οικονομία» αναφέρει συχνά ο Πρωθυπουργός στους συνεργάτες του όταν διαπιστώνει την ανησυχία τους για το μη έγκαιρο κλείσιμο της αξιολόγησης.

ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΣ. Θεωρητικώς το Μαξίμου προσβλέπει σε έναν πολιτικό συμβιβασμό εντός του Ιανουαρίου, που θα οδηγήσει στην πολυπόθητη ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Το καλό σενάριο για το πρωθυπουργικό επιτελείο είναι να δεχτούν οι δανειστές την παράταση του κόφτη για ακόμη δύο χρόνια, δηλαδή τη διετία 2019 και 2020, ως στοιχείο υποχώρησης της ελληνικής κυβέρνησης. Χωρίς ωστόσο, όπως διευκρινίζουν κυβερνητικές πηγές, να περιγραφούν τα μέτρα που θα ληφθούν αν υπάρχει εκτροχιασμός από τους δημοσιονομικούς στόχους. Επίσης μια καλή εξέλιξη για το Μαξίμου θα ήταν και η οριστική αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα. Η λιγότερο καλή εκδοχή θα ήταν να δεχτούν οι θεσμοί την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης με τις δεσμεύσεις για την ενεργοποίηση του κόφτη από την κυβέρνηση και με μια διάθεση του ΔΝΤ να υποχωρήσει επιφυλασσόμενο να απαντήσει για την παραμονή του στο πρόγραμμα τον Μάρτιο του 2017. Σε αυτή την περίπτωση, το Ταμείο θα πει στους ευρωπαϊκούς θεσμούς πως θα εξακολουθήσει να συμμετέχει ως τεχνικός σύμβουλος αναμένοντας προφανώς τη γραμμή που θα σηματοδοτήσει η ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων στις ΗΠΑ από τον Ντόναλντ Τραμπ.

«Η δεύτερη αξιολόγηση μπορεί να κλείσει με τον τρόπο που έκλεισε και η πρώτη» αναφέρουν αρμόδιες κυβερνητικές πηγές, που αποφεύγουν ακόμη και τώρα να αποκαλύψουν το σχέδιο για την επέκταση του κόφτη δημοσιονομικής διόρθωσης για άλλα δύο χρόνια, πέραν του 2018.

Στο μεταξύ το Μαξίμου ευελπιστεί ότι θα μπορέσει μέχρι την εκπνοή του χρόνου να υπερπηδήσει τα εμπόδια που υψώθηκαν στην εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων. Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι η κατάσταση με τους θεσμούς έχει εξομαλυνθεί και τονίζουν ότι πολύ σύντομα θα βρεθεί λύση.

Η κυβέρνηση επισημαίνει ότι οι θεσμοί ζητούν διευκρινίσεις εκ μέρους της, οι οποίες θα αποτυπωθούν σε ένα κείμενο-επιστολή που θα συντάξει το οικονομικό επιτελείο και σε δεύτερη φάση θα συζητηθεί και με τα τεχνικά κλιμάκια των τροϊκανών. Εφόσον το κείμενο αυτό γίνει αποδεκτό, θα προωθηθεί στο EuroWorking Group και στο Eurogroup ούτως ώστε τις επόμενες ημέρες να ξεκλειδώσει το πακέτο των βραχυπρόθεσμων μέτρων για την ανακούφιση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Εκτιμάται ότι οι θεσμοί θα ζητήσουν διαβεβαιώσεις για το ότι πρόκειται για εφάπαξ παροχές, για το ότι δεν θα επηρεάσουν τους δημοσιονομικούς στόχους του 2016 και του 2017 και για τη δέσμευση της χώρας πως επιθυμεί να τηρεί στο ακέραιο το περιεχόμενο της συμφωνίας. «Τα αυτονόητα δηλαδή» αναφέρουν αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες, που εκτιμούν πως αν το ζήτημα ήταν νομικό θα μπορούσε εύκολα να λήξει υπέρ της ελληνικής πλευράς. Ωστόσο «είναι καθαρά πολιτικό το θέμα» συμπληρώνουν.

ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΛΕΞΕΙΣ. Στο Μαξίμου οι λέξεις εκλογές και δημοψήφισμα είναι περίπου απαγορευμένες. Πρωθυπουργός και κυβερνητικά στελέχη επαναλαμβάνουν μονότονα πως οι κάλπες θα στηθούν το 2019, επομένως όλα τα άλλα είναι «σενάρια επιστημονικής φαντασίας» και «αστειότητες». Παρ’ όλα αυτά, είναι γεγονός πως η κυβέρνηση το τελευταίο διάστημα χρησιμοποιεί μια παράλληλη γλώσσα. Στους έξω, για παράδειγμα, λέει πως η έκτακτη ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων είναι «εφάπαξ» και στην κοινωνία αναφέρει πως κάθε φορά που θα υπάρχει δυνατότητα η κυβέρνηση θα λαμβάνει υποστηρικτικά μέτρα υπέρ των αδυνάμων. «Δεν θα μας υποδείξουν πώς θα αξιοποιήσουμε την υπεραπόδοση των εσόδων» είπε με έμφαση ο Τσίπρας από την Κρήτη. Η κυβέρνηση απορρίπτει τις εκλογές, κάθε τρεις και λίγο, όμως ο Πρωθυπουργός βρίσκεται πλέον στην περιφέρεια ανάμεσα σε πολίτες και τοπικούς φορείς. Πριν από δύο ημέρες βρισκόταν στην Κρήτη, ακολουθεί η Καλαμάτα και αμέσως μετά η Λάρισα. Στην περιφέρεια θα περιοδεύσουν μέσα στις γιορτές και όλα τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, σύμφωνα με συζήτηση που έγινε προσφάτως στον πρωινό καφέ. «Πρέπει να ακούμε τα παράπονα των πολιτών» αναφέρουν από το Μαξίμου, αλλά υπάρχουν ενδείξεις πως γίνεται προετοιμασία και για το απευκταίο σενάριο που θέλει την αξιολόγηση να παραμένει ανοιχτή.

Μαζί με τις εκλογές ξορκίζουν και την προοπτική δημοψηφίσματος για το ελληνικό πρόγραμμα. «Σε καμία περίπτωση» λένε. Η μόνη πιθανότητα να διενεργηθεί δημοψήφισμα –προσθέτουν –θα αφορά το θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης. Κι αυτό μόνο αν προκύψουν ζητήματα που θα πρέπει να διασαφηνιστούν από τον λαό.