Μελέτη – εξπρές για έξι μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στο εκπαιδευτικό μας σύστημα ανέθεσε στον ΟΟΣΑ το υπουργείο Παιδείας.

Μετά την πρόσφατη συμφωνία του Κώστας Γαβρόγλου με τους θεσμούς (στην οποία περιλήφθηκε και ο συμβιβασμός για το ζήτημα των απολύσεων στα ιδιωτικά σχολεία) ο υπουργός, κατ’ εφαρμογή της συμφωνίας, ανέθεσε στον ΟΟΣΑ τη σύνταξη νέας, εστιασμένης μελέτης – επισκόπησης της «ανάπτυξης και εφαρμογής εκπαιδευτικής πολιτικής στην Ελλάδα». Ουσιαστικά η μελέτη θα επικαιροποιήσει τα συμπεράσματα προηγούμενης ανάλογης μελέτης του ΟΟΣΑ, που είχε συνταχθεί το 2011.

Εντύπωση όμως προκαλεί το γεγονός ότι η διάρκεια υλοποίησης του νέου έργου είναι μικρή (η μελέτη πρέπει να παραδοθεί στις 15 Δεκεμβρίου) και ο προϋπολογισμός ανέρχεται σε 95.000 ευρώ. Επιπλέον, η εκπαιδευτική κοινότητα εκφράζει σοβαρές επιφυλάξεις για τη νέα μελέτη, δεδομένου ότι η προηγούμενη είχε γίνει αντικείμενο αντιπαράθεσης καθώς, σύμφωνα με τους εκπαιδευτικούς, περιελάμβανε αρκετές ανακρίβειες και αλχημείες. Για παράδειγμα, έλεγε ότι η χώρα μας διαθέτει μικρό αριθμό μαθητών ανά εκπαιδευτικό συγκριτικά με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, χωρίς όμως να υπολογίζει τη νησιωτικότητα και τα πολλά ορεινά και δυσπρόσιτα σχολεία της Ελλάδας, παράγοντες δηλαδή που δεν υπάρχουν στις άλλες χώρες και καθιστούν παραπλανητική την αναλογία.

Σε στάση αναμονής

η ΟΛΜΕ

Ο γραμματέας της ΟΛΜΕ Νίκος Παπαχρήστος είπε στα «ΝΕΑ» ότι οι εκπαιδευτικοί, παρότι έχουν πικρή εμπειρία από την προηγούμενη μελέτη του ΟΟΣΑ, θα περιμένουν τα νέα συμπεράσματά του για να αποφασίσουν τις κινήσεις τους.

«Ωστόσο σημειώστε δύο γεγονότα: πρώτον, ότι πριν από λίγες ημέρες δημοσιεύτηκε μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία για πρώτη φορά εμφανίζει ορισμένα πράγματα όπως πράγματι είναι. Η Κομισιόν εντόπισε ότι σχεδόν οι μισοί εκπαιδευτικοί είναι άνω των 50 ετών, ότι οι μισθοί μας είναι χαμηλότεροι από ό,τι σε πολλές άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, ότι το νέο σύστημα επιλογής διευθυντών σχολείων περιορίζει την ανεξαρτησία τους κ.λπ. Οπότε γιατί πληρώνουμε τον ΟΟΣΑ για επικαιροποίηση μιας αμφισβητούμενης μελέτης του 2011, ενώ υπάρχει η νέα μελέτη της Κομισιόν; Δεύτερον, ότι ο Κώστας Γαβρόγλου ακόμα δεν έχει δεχθεί τις εκπαιδευτικές Ομοσπονδίες να ακούσει τις προτάσεις τους. Και αυτό είναι ίσως ενδεικτικό προθέσεων» τόνισε ο γραμματέας της ΟΛΜΕ.

Σε έξι άξονες

οι μεταρρυθμίσεις

Σύμφωνα με την προκήρυξη που αναρτήθηκε στη Διαύγεια στις 25 Νοεμβρίου με την υπογραφή του γενικού γραμματέα του υπουργείου Παιδείας Γιάννη Παντή, η μελέτη θα βασιστεί στην αντίστοιχη έκθεση αναθεώρησης του ΟΟΣΑ το 2011, η οποία και θα επικαιροποιηθεί προκειμένου να στηρίξει την Ελλάδα στις προσπάθειές της να διασφαλίσει τον περαιτέρω εκσυγχρονισμό του τομέα της Εκπαίδευσης, σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ, στο πλαίσιο του Μνημονίου. Η επισκόπηση θα πρέπει να πραγματοποιηθεί άμεσα χρησιμοποιώντας τα πλέον πρόσφατα δεδομένα, προκειμένου να επανεξετάσει τις εξελίξεις και να παραδώσει μια έκθεση παρέχοντας ορθή ανάλυση, συμβουλές και επιλογές πολιτικής με στόχο βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις. Οι βασικές μεταρρυθμίσεις που θα επανεξεταστούν άμεσα, σε πρώτη φάση είναι οι εξής:

1. Διαδικασίες διαμόρφωσης του προϋπολογισμού των δαπανών για την Εκπαίδευση.

2. Τρόποι για την αύξηση της παιδαγωγικής αυτονομίας των σχολείων, των πανεπιστημίων και άλλων μεταλυκειακών θεσμών.

3. Κατάρτιση και ανάπτυξη για αποτελεσματική σχολική διοίκηση. Επιμόρφωση των στελεχών της Εκπαίδευσης.

4. Ανάπτυξη ολοήμερων σχολείων.

5. Διασυνδέσεις μεταξύ ερευνητικών ινστιτούτων, πανεπιστημίων και τεχνολογικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Συγκρότηση ενιαίου δημόσιου χώρου ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας.

6. Διαδικασίες για την αξιόπιστη παρακολούθηση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων σε όλα τα επίπεδα της Εκπαίδευσης.

Επιπλέον, στην έκθεση θα καταγραφούν άλλες εξελίξεις και παράγοντες που επηρεάζουν την εκπαιδευτική πολιτική της Ελλάδας σε σχέση με αυτά τα έξι θέματα και κάθε άλλο σχετικό δεδομένο και θα υποβληθούν προτάσεις για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων.

Η αμφισβήτηση

της έκθεσης του 2011

Σύμφωνα με μελέτη του οικονομολόγου εκπαιδευτικού Γιάννη Βαρδαλαχάκη, σε προηγούμενη έκθεση του ΟΟΣΑ έχει υποστηριχθεί ότι στη χώρα μας υπάρχει υπερπληθυσμός εκπαιδευτικών σε σχέση με το μέγεθος του μαθητικού δυναμικού, προκειμένου να δικαιολογηθούν έτσι μέτρα που οδηγούν σε περικοπές προσωπικού. Επίσης υποστηρίχθηκε ότι οι εκπαιδευτικοί διδάσκουν λιγότερες ώρες ετησίως συγκριτικά με τους συναδέλφους τους στην ΕΕ, χωρίς να συνυπολογιστεί η εξεταστικοκεντρική κατεύθυνση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και η αφιέρωση σχεδόν δύο μηνών κάθε έτους σε εργασίες σχετικές με τις εξετάσεις. Για την αναλογία εκπαιδευτικών προς μαθητές ο ερευνητής σημειώνει:

«Η προσεκτικότερη μελέτη των σχετικών δεδομένων απέδειξε ότι η απόκλιση οφείλεται στην, εσκεμμένη ή όχι, συστηματική υποεκτίμηση της ελληνικής αναλογίας μαθητών προς εκπαιδευτικούς από τον ΟΟΣΑ, γεγονός που εκθέτει όχι μόνο τους υπευθύνους για τη σύνταξη των εκθέσεων του Οργανισμού, αλλά και όσους επικαλούνται τα πορίσματά τους χωρίς να μπουν στη διαδικασία να επαληθεύσουν την εγκυρότητά τους. Η χρήση δεδομένων προερχόμενων από το πληροφοριακό σύστημα myschool έδειξε ότι σε κάθε έλληνα εκπαιδευτικό αντιστοιχούσαν 11,1 μαθητές, πολύ περισσότεροι από τους 7,7 που εκτιμούσε ο ΟΟΣΑ και ταυτόχρονα πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο (11,9) παρά την ιδιαίτερη γεωγραφική μορφολογία της χώρας».

Αν συνυπολογιστεί ότι, σύμφωνα με δηλώσεις του Κώστα Γαβρόγλου, το 2017 θα αρχίσει εκ νέου και η αξιολόγηση εκπαιδευτικών και σχολείων (αρχικά ως αυτοαξιολόγηση), η οποία εν μέρει θα στηριχθεί και στα συμπεράσματα του ΟΟΣΑ, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η χρονιά αναμένεται θερμή. Πόσω μάλλον που πρόπερσι η ΟΛΜΕ, με πρωτοβουλία της παράταξης που πρόσκειται στον ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος δεν είχε γίνει ακόμα κυβέρνηση, είχε αποκλείσει την αποδοχή οποιασδήποτε μορφής αξιολόγησης.