Ηταν ίσως η πιο κρύα στιγμή της επίσκεψης Ομπάμα. Ο αμερικανός πρόεδρος είχε εκφωνήσει τον ύμνο του προς τη δημοκρατία και ετοιμαζόταν για τον επίλογό του. «Θέλω να συγχαρώ», είπε, «τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα για τις πολύ δύσκολες μεταρρυθμίσεις που προωθεί η κυβέρνησή του». Από την πλατεία για λίγα δευτερόλεπτα ακούστηκε κάτι σαν χειροκρότημα, αλλά δειλό και διάσπαρτο. Χειρότερο από το να μην είχε ακουστεί τίποτε.

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το ακροατήριο ήταν πολύ ελιτίστικο για να είναι φιλικό προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Κι όμως το στιγμιότυπο συνοψίζει τον εσωτερικό αντίκτυπο ενός ιστορικού πολιτικού γεγονότος που είχε τις προδιαγραφές να επαναφορτίσει τις μπαταρίες της κυβέρνησης. Ο Ομπάμα έλεγε και ξανάλεγε τα «σωστά» πράγματα. Ευθυγραμμίστηκε με την κυβερνητική ατζέντα για το χρέος. Τροφοδότησε τα σλόγκαν κατά της λιτότητας. Επαίνεσε επανειλημμένως και ονομαστικά τον Τσίπρα. Κι ωστόσο κανένα από αυτά τα –επικοινωνιακά, αλλά όχι αμελητέα –δώρα δεν μπόρεσε να κεφαλαιοποιήσει η κυβέρνηση.

Συνέβη μάλλον το αντίθετο. Η παρουσία και η ακτινοβολία του Ομπάμα, αντί να ωφελήσει τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, τους ανέδειξε ως αντιπαράδειγμα. Τουλάχιστον αυτή ήταν η κυρίαρχη σημειολόγηση του κάδρου στο οποίο συνυπήρξαν για δύο εικοσιτετράωρα ο Τσίπρας με τον Ομπάμα.

Από το κόκκινο στο πελιδνό

Δεν είναι μόνο η –υπερσχολιασμένη –εθιμοτυπική ανορθοδοξία που επέδειξε η κυβέρνηση σε μία ακόμη επίσημη περίσταση. Είναι κυρίως η σκηνική χλομάδα του ίδιου του Πρωθυπουργού, που σε τίποτε δεν θυμίζει πια τον ρωμαλέο αμφισβητία της πρώιμης θητείας του. Αυτή την εικόνα –ενός παράταιρου Τσίπρα που σε κάποιες στιγμές έδειχνε ακόμη και σημάδια ανίας –πολλοί έσπευσαν να ερμηνεύσουν σαν πρόωρη πολιτική γήρανση.

Μόλις είκοσι δύο μήνες Πρωθυπουργός, ο Τσίπρας έχει προλάβει να τα κάνει όλα. Ενα δημοψήφισμα, ένα Μνημόνιο, μια κομματική διάσπαση, δεύτερες εκλογές. Εχει πλέον κάνει και τον πρώτο του μεγάλο ανασχηματισμό, με έκτυπη προσωπική σφραγίδα και επιδεικτική αδιαφορία για την κομματική επετηρίδα. Κι ωστόσο η πρωθυπουργία του δεν εξελίσσεται όπως την έχει φανταστεί. Για την ακρίβεια, εξελίσσεται κόντρα στο βιογραφικό του και την πολιτική ιδιοσυγκρασία του.

Η εβδομάδα που πέρασε ήταν εντελώς ενδεικτική γι’ αυτή την αναντιστοιχία μεταξύ των καταβολών και των πρωθυπουργικών αναγκών του Τσίπρα. Την ώρα που ο ίδιος πήγαινε στο Σταύρος Νιάρχος για να ακούσει και να χειροκροτήσει τον αμερικανό πρόεδρο, στο Πολυτεχνείο η αντιπροσωπεία του ΣΥΡΙΖΑ προσερχόταν υπό την κάλυψη ομπρέλας –σε μια άνομβρη ημέρα. Κι ενώ στον «πανηγυρικό» του, την επομένη στη Βουλή, προσπάθησε να θυμίσει τα «αριστερά» του επιτεύγματα –όπως το σύμφωνο συμβίωσης ή ο νόμος για την ιθαγένεια -, οι αριστεριστές προπηλάκιζαν στην πορεία το μπλοκ του ΣΥΡΙΖΑ.

Ναι, ο Τσίπρας παραμένει κοινοβουλευτικά ισχυρός. Η κυβέρνησή του δεν προβλέπεται να αντιμετωπίσει υπαρξιακές δοκιμασίες το επόμενο διάστημα. Το πακέτο της δεύτερης αξιολόγησης δεν αναμένεται να είναι ασήκωτο για την Κοινοβουλευτική του Ομάδα –και πάντως πολύ δύσκολα θα αποβεί βαρύτερο από το πακέτο της πρώτης. Αν περάσει, όπως εκτιμούν και κάποιοι παράγοντες από την πλευρά των δανειστών, τον κάβο, δεν φαίνεται να μπορεί κάτι να σκοτώσει την κυβέρνησή του. Ομως, δεν φαίνεται και τίποτε που θα μπορούσε να την αναζωογονήσει –εκείνη και τον ίδιο προσωπικά.

Χωρίς ερείσματα, χωρίς βαρβάρους

Ποιο πρωθυπουργικό πρόταγμα απομένει στον Τσίπρα πέρα από τη μνημονιακή διεκπεραίωση; Ποια ατζέντα –μετά και την εξάντληση της ηθικής σταυροφορίας κατά των media και των πολιτικών του αντιπάλων –μπορεί να αφυπνίσει το πολιτικό ένστικτο ενός Πρωθυπουργού που μοιάζει απροσδόκητα κουρασμένος;

Η απάντηση είναι το χρέος. Είναι όμως η παραπλανητική απάντηση. Ο,τι απομένει να γίνει για το χρέος είναι πολύ λίγο και πολύ «μακροοικονομικό» για να έχει αντίκτυπο στην εσωτερική πολιτική ατμόσφαιρα.

Ο Τσίπρας μπορεί να έχει (ακόμη) τους βουλευτές του. Αλλά δεν έχει κανέναν άλλο. Κυβερνά πολύ «δεξιά» για να εμπνέει την κομματική του οικογένεια. Και, με το οικονομικό μείγμα που εφαρμόζει, έχει ήδη αποξενώσει τους ψηφοφόρους που τον επέλεξαν ως κομιστή της ανανέωσης. Εχει χάσει και τους αριστερούς και τη μεσαία τάξη. Και δείχνει να το ξέρει.

Η θαμπή εικόνα του θα μπορούσε να είναι η αντανάκλαση αυτής της επώδυνης συνειδητοποίησης: όσο κυβερνητικό χρόνο τού απομένει θα τον διατρέξει μόνος –μόνος με τον Καμμένο και μια δράκα λούμπεν φανατικών τύπου Πολάκη. Χωρίς στήριξη και, όπως φαίνεται, χωρίς όρεξη.

Οταν προχθές ρωτήθηκε για τον Τραμπ, ο Τσίπρας, με ασυναίσθητο αυτοσαρκασμό, προσπάθησε να διαβεβαιώσει: είναι άλλος ο Τραμπ που είδαμε προεκλογικά κι άλλος αυτός που θα δούμε στην προεδρία. Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες. Συνέβη και στον Τσίπρα που βλέπει άλλον Τσίπρα να κυβερνά.