«Πριν πούμε οτιδήποτε, θα ήθελα, ως Ευρωπαία αλλά και ως άνθρωπος, να σας ευχαριστήσω για τη σκληρή προσπάθεια που καταβάλλετε για τη λύση του προσφυγικού προβλήματος» μου λέει με συγκινητική ειλικρίνεια η Εμα Τόμσον. Κάθεται απέναντί μου μαζί με τους συμπρωταγωνιστές της Μπρένταν Γκλίσον και Ντάνιελ Μπρουλ για μια κουβέντα γύρω από το «Μόνος στο Βερολίνο», την ταινία που γύρισε ο μέχρι πρότινος ηθοποιός Βενσάν Περέζ, βασισμένος στο φημισμένο και εξαιρετικό βιβλίο του Χανς Φαλάντα (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πόλις).

Λίγα από το πρωτότυπο βρίσκουν τον δρόμο τους στη μεγάλη οθόνη (η ταινία επικεντρώνεται στο ζεύγος των Κβάνγκελ που, απελπισμένοι από τον θάνατο του γιου τους στο μέτωπο, διανέμουν προκηρύξεις εναντίον του Χίτλερ –ένα σχόλιο, μεταξύ άλλων, για την ελευθερία του Τύπου), το πρόβλημα όμως δεν είναι αυτό, αλλά η ακαδημαϊκή αισθητική του όλου δραματουργικού οικοδομήματος. Και πάλι, ωστόσο, κάποιες πραγματικά δυνατές σκηνές φανερώνουν παραδόξως έναν σκηνοθέτη με ουσιαστική γνώση της φιλμικής αφήγησης.

Ο Πρίμο Λέβι χαρακτήρισε το «Μόνος στο Βερολίνο» ένα από τα ωραιότερα βιβλία για τη γερμανική αντίσταση κατά του ναζισμού, η Τόμσον όμως δηλώνει πως άργησε να το διαβάσει. «Ξέρετε, μεγάλωσα στη μεταπολεμική Αγγλία και τα τραύματα που άφησε πίσω του ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ακόμη νωπά. Ετσι ο Γερμανός ήταν στα μάτια μου ο εχθρός. Γι’ αυτό με συγκλόνισε αυτή η ιστορία. Μας υπενθυμίζει πως είναι αναγκαίο να αντιδρούμε, να ξεσηκωνόμαστε, ακόμα κι αν οι συνθήκες είναι εναντίον μας. Και πολύ φοβάμαι πως η άνοδος της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη δεν θα αναχαιτιστεί δίχως μια ανάλογη αντίδραση».

Ο ΜΠΡΕΝΤΑΝ ΓΚΛΙΣΟΝ. «Θυμάμαι την πρώτη φορά που ταξίδεψα στο Βερολίνο όταν ακόμη στεκόταν όρθιο το Τείχος» μου λέει με την μπάσα, στιβαρή φωνή του ο Μπρένταν Γκλίσον. «Είχες διαρκώς την αίσθηση πως θα ήταν συνετό να μη συμπεριφερθείς παράλογα, αν με εννοείτε. Σκεφτείτε τώρα πως η ιστορία μας διαδραματίζεται το 1940. Οι φρικαλεότητες του καθεστώτος δεν ήταν ακόμα γνωστές στον κόσμο –ολόκληρος ο κοινωνικός ιστός του γερμανικού κράτους έμοιαζε απολύτως συντονισμένος με το ναζιστικό όραμα. Δεν ήταν όμως έτσι στην πραγματικότητα». Θα επέστρεφε στη συνέχεια στις αναμνήσεις του, όλες προερχόμενες από τα χρόνια της νιότης: «Δεν είναι ευρέως γνωστό, αλλά για χρόνια έβγαζα τα προς το ζην τραγουδώντας παραδοσιακά ιρλανδικά τραγούδια από μπαρ σε μπαρ. Πολλές φορές έπρεπε να ηρεμήσω το κοινό μου –ήταν τα χρόνια που, ακόμα και στην Ιρλανδία, έπρεπε να είσαι πολύ προσεκτικός, να προσέχεις και το αλκοόλ σου».

Ο ΝΤΑΝΙΕΛ ΜΠΡΟΥΛ. Στο άκουσμα της λέξης, η Εμα Τόμσον πιάνει το κεφάλι της. «Το ξέρετε πως τούτος εδώ έχει ένα φοβερό μπαρ;» λέει υποδεικνύοντας τον υπεύθυνο για τον πονοκέφαλό της, που δεν είναι άλλος από τον Ντάνιελ Μπρουλ, τον οποίο είδαμε προσφάτως στο τελευταίο σίκουελ της σειράς «Captain America». Κάποια στιγμή τού υποδεικνύω πως πολλές από τις κριτικές αναφέρθηκαν σκληρά στο θέμα της αγγλικής γλώσσας: «Από τη μια τους αντιλαμβάνομαι, σκεφτείτε όμως κι εσείς πόσο δύσκολο θα ήταν να στηθεί μια τέτοια μεγάλη παραγωγή και ταυτόχρονα να κρατούσαμε τα γερμανικά ως μοναδική γλώσσα του φιλμ. Είναι σκληρό ίσως, αλλά το σινεμά αποτελεί μια ακριβή τέχνη. Και αυτή εδώ η ιστορία έπρεπε να ακουστεί. Με γοητεύει η γραφή του Φαλάντα και το βιβλίο αυτό αποτέλεσε ένα ισχυρό μάθημα. Ζω σ’ αυτήν τη γειτονιά, μεγαλώνω σ’ αυτούς τους δρόμους. Είναι αδύνατο να μη σκεφτείς τους ανθρώπους που σε ανέθρεψαν, τους συγγενείς σου. Τι συνέβη εκείνα τα χρόνια; Με ποιον τρόπο αντέδρασαν; Αργήσαμε πολύ να μιλήσουμε, ως χώρα, για όλα αυτά μέσα από το σινεμά μας. Νομίζω πως γι’ αυτό βλέπετε τόσες ιστορικές παραγωγές για εκείνη την περίοδο της ιστορίας μας. Υπήρξε μια περίοδος που επρόκειτο για θέμα ταμπού».
Σημειώστε πως η συνάντησή μου με τους ηθοποιούς έγινε στο περασμένο Φεστιβάλ Βερολίνου –πριν από το δημοψήφισμα για το Brexit. «Α, δεν πιστεύω πως διατρέχουμε κάποιο κίνδυνο», μου έλεγε τότε με σιγουριά η Εμα Τόμσον, «θα ήταν επίφοβο –και παράλογο. Η Ευρώπη όμως πρέπει κι αυτή να αλλάξει». Ο Ντάνιελ Μπρουλ συμφωνεί: «Η αντίδραση της χώρας μου απέναντι στο Προσφυγικό με έχει απογοητεύσει –το ίδιο συμβαίνει όμως και με τους συμπολίτες μου. Είναι σημαντικό τώρα να ακουστεί και μια άποψη που δεν είναι κοινωνικά δημοφιλής». Αναπόφευκτα, προς το τέλος, η κουβέντα πηγαίνει στον αγαπημένο ηθοποιό –και επιστήθιο φίλο της Τόμσον –Αλαν Ρίκμαν, ο οποίος έφυγε από τη ζωή τον περασμένο Ιανουάριο. «Δεν υπάρχει μέρα που να μη τον σκέφτομαι, ούτε θα υπάρξει ποτέ. Ημουν μαζί του μέχρι το τέλος. Και μέχρι το τέλος με δίδασκε αξιοπρέπεια» μου λέει, κλείνοντας την κουβέντα μας με ένα ελληνικότατο «ευχαριστώ».

INFO

«Μόνος στο Βερολίνο», από σήμερα στους κινηματογράφους Οπερα, Γαλαξίας, Μαρούσι, Village The Mall – Ρέντης, Ατλαντίς, Starcity, Cinerama, Ster, Βάρκιζα, Γλυφάδα. Η κριτική της ταινίας δημοσιεύεται στη σελίδα 30