Εντάξει, σε μια ανοικτή πολιτική συγκέντρωση λες και μια κουβέντα παραπάνω. Το επιτρέπει –αν δεν το απαιτεί –το κομματικό ακροατήριο, αυτό το πλήθος που στην εποχή της πολιτικής απομάγευσης επιμένει να ανεμίζει τις σημαίες του κόμματος. Σε αυτές τις συνθήκες, πάντως, είπε προχθές ο Ματέο Ρέντσι ότι ο Βίκτορ Ορμπαν πρέπει να «πλένει το στόμα του» όταν μιλάει για την Ιταλία. Ο ιταλός πρωθυπουργός μιλούσε στην Πιάτσα ντελ Πόπολο, στην καρδιά της Ρώμης, για ένα δημοψήφισμα που αφορά στη μεταρρύθμιση του ιταλικού Συντάγματος. Τι δουλειά μπορεί να έχει εκεί η Βουδαπέστη;

Ο Ρέντσι έχει μια εκλογική δοκιμασία μπροστά του. Και, επομένως, κάθε λόγο να χαράξει τη διαιρετική τομή όσο πιο αδρά μπορεί. Από εδώ εμείς που σηκώνουμε το βάρος της προσφυγικής κρίσης και ζητάμε το 2,2% του ελλείμματος να γίνει για φέτος 2,3%, από την άλλη εκείνοι που για πρόσφυγες δεν θέλουν ούτε να ακούνε. Η Ευρώπη –το είπε την περασμένη εβδομάδα ο ιταλός υπουργός Οικονομικών –πρέπει να διαλέξει. Ή τους Ιταλούς, που δεν χάνουν τον μεταρρυθμιστικό τους ζήλο ακόμη κι όταν τραντάζονται από τους σεισμούς ή τους Ούγγρους που, όταν δεν κυνηγάνε τα αντιπολιτευόμενα μέσα ενημέρωσης, βάζουν τρικλοποδιές στα προσφυγόπουλα.

Το κοντράστ είναι πολύ έντονο για να χάσει ο Ρέντσι την ευκαιρία να το υπογραμμίσει ακόμη και με υποδείξεις για στοματικές πλύσεις, δηλαδή με μια ατάκα που μάλλον προδίδει το πνεύμα του πολιτικού πολιτισμού. Αλλά το μήνυμα είναι σαφές: αν το βρετανικό δημοψήφισμα ήταν ένα ερώτημα για το «πόση Ευρώπη», το ιταλικό είναι ένα ερώτημα για το «ποια».