Από όταν τις διάβασα, παιδί ακόμη, δύο ιστορίες με μάγεψαν· ήταν η νουβέλα του Χέμινγουεϊ «Ο γέρος και η θάλασσα» και το διήγημα του Καρκαβίτσα «Το γιούσουρι». Λένε μάλιστα οι βιβλιοκριτικοί ότι ο αυτοκαταστροφικός αμερικανός συγγραφέας από τον λεχαινιώτη στρατιωτικό γιατρό εμπνεύστηκε τη θρυλική αφήγησή του για τον γερο-ψαρά Σαντιάγκο και το θεριό ξιφία του. Μπορεί και να ‘χουν δίκιο.

Με τα χρόνια έδωσα τη δική μου ερμηνεία στα δύο κλασικά κείμενα· απλοϊκή, μα ερμηνεία που με κάλυπτε. Ο ήρωας του Καρκαβίτσα, ο Γιάννης ο Γκάμαρος, βουτάει στα νερά του Παγασητικού, στον κόρφο του Βόλου για το «αντρειωμένο γιούσουρι». Καταφέρνει να το δαμάσει και να το δέσει στο καΐκι του, μα πριν φτάσει στο νησί του το γιούσουρι έχει σπάσει τα δεσμά του κι έχει χαθεί ξανά στα βάθη της θάλασσας. Ιδια η ιστορία πάνω κάτω και του Σαντιάγκο, που βγάζει έναν γιγάντιο ξιφία και ενώ πλησιάζει στη στεριά καταλαβαίνει ότι του τον έχουν κατασπαράξει τα σκυλόψαρα. Τι θέλουν να πουν οι σοφοί συγγραφείς; Πως ό,τι κατακτιέται χάνει τη λάμψη του. Ο,τι γίνεται δικό μας, μικρό ή μεγάλο, μπαίνει στην προθήκη των τροπαίων της ζωής μας στο έλεος της λήθης και της σκόνης του καιρού. Κι όπως λέει και ο ποιητής: τα όνειρα πεθαίνουν στην εκπλήρωσή τους!

Ο «στόχος ζωής» με το που θα επιτευχθεί «χάνεται» στη θάλασσα της καθημερινότητας.

Αυτά στη ζωή την πεζή και την ανέμελη. Στα αθλητικά όμως δεν είναι έτσι. Στα αθλητικά κυριαρχούν η βουλιμία και αδηφαγία. Κι όπου τελικά το κυρίως μενού είναι το χρήμα και η δόξα, η λαιμαργία δεν έχει όρια.

Οσα τρόπαια και να πάρει ο Ολυμπιακός θα θέλει κι άλλα κι άλλα κι άλλα. Και κανέναν δεν θα αφήσει να απλώσει χέρι στο «τραπέζι». Κι όχι μονάχα ο Ολυμπιακός. Ολοι με την ίδια αγωνία πορεύονται: πώς να κατακτούν συνεχώς τίτλους, δόξα και χρήμα.

Οι ομάδες, που περιφέρονται σαν πεινασμένα σκυλιά γύρω από το δείπνο της πρόκλησης και της χλιδής αποζητώντας, γρυλίζοντας ή κουνώντας την ουρά τους για ένα αποφάι, να ανέβουν στο τραπέζι πασχίζουν και όχι να κατανείμουν τα πλούσια εδέσματα επί ίσοις όροις όπως διατείνονται. Κι όταν ανέβουν, τα ίδια και χειρότερα με τον προηγούμενο αφέντη θα κάνουν.

Ισως σε προηγμένες πολιτισμικά και συγχρόνως ποδοσφαιρικά χώρες τούτο να μη συμβαίνει με τόσο πάθος αφού φροντίζεται από την «θεία πρόνοια» να χορταίνουν ακόμα και ομάδες σαν τη Λέστερ.

Ο Γιουσέιν Μπολτ δήλωσε ότι τα εννέα ολυμπιακά μετάλλια ήταν η κορυφή του. Μη στοιχηματίσετε πως δεν θα τον δούμε και στο Τόκιο.

Η δόξα και το χρήμα στον αθλητισμό δεν έχουν κορεσμό. Οσο πιο πολύ τα γεύονται κάποιοι τόσο περισσότερο τα κυνηγούν, με κάθε κόστος.

Κι αν ο γερο-Σαντιάγκο μονολογεί αποκαμωμένος: «Ητανε πολύ καλό για να κρατήσει. Μακάρι να ήταν όνειρο και να μην είχα ποτέ πιάσει το ψάρι», τέτοιες κουβέντες δεν θα ακούσεις ποτέ από έναν πρόεδρο ή έναν οπαδό.

«Κι άλλο, κι άλλο» είναι το γνωμικό ζωής που τους κατευθύνει με μαθηματική ακρίβεια στον κορεσμό και στη ναυτία.

Καλή χώνεψη!