Σήμερα η συζήτηση για την ανισότητα συχνά επικεντρώνεται στη δυσανάλογη συγκέντρωση εισοδημάτων και πλούτου σε πολύ μικρό αριθμό νοικοκυριών στις ΗΠΑ και σε άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες. Ανάλογα προβλήματα προκαλεί και η τάση στασιμότητας των εισοδημάτων για την πλειονότητα των νοικοκυριών.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι τη δεκαετία του 2000 το ισχυρό ΑΕΠ και η απασχόληση στις ανεπτυγμένες οικονομίες σήμαιναν ότι σχεδόν όλα τα νοικοκυριά απολάμβαναν αύξηση εισοδημάτων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα κάθε γενιά να μεγαλώνει περιμένοντας ότι θα ζει καλύτερα από τους γονείς της. Σύμφωνα όμως με νέα έρευνα από το McKinsey Global Institute, κανείς δεν μπορεί πια να εγγυηθεί ότι θα εκπληρωθεί αυτή η προσδοκία.

Την τελευταία δεκαετία σταμάτησε ξαφνικά η αύξηση των εισοδημάτων για τα περισσότερα νοικοκυριά στις ανεπτυγμένες χώρες. Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχτηκαν νοικοκυριά με επικεφαλής γυναίκες ή με εργαζομένους που έχουν λίγα προσόντα.

Το αποτέλεσμα της τάσης αυτής δεν αντικατοπτρίζεται μόνο στην καταναλωτική ζήτηση και στην αύξηση του ΑΕΠ. Πυροδοτεί επίσης κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις, καθώς οι πολίτες χάνουν την εμπιστοσύνη τους στις υπάρχουσες οικονομικές δομές.

Μελέτες της McKinsey στη Γαλλία, στη Βρετανία και στις ΗΠΑ διαπίστωσαν ότι άτομα που βλέπουν τα εισοδήματά τους να παραμένουν στάσιμα και δεν αναμένουν βελτίωση στη ζωή τους αντιμετωπίζουν πολύ πιο αρνητικά θέματα όπως το εμπόριο και η μετανάστευση, από εκείνους που προσδοκούν καλύτερες ημέρες. Χρειάζονται λύσεις που θα προσφέρουν αύξηση μισθών για τη μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου. Οι λύσεις αυτές πρέπει να βρεθούν επειγόντως καθώς οι νεότερες γενιές κινδυνεύουν να είναι πιο φτωχές από τους γονείς τους.

Η Λόρα Τάισον έχει διατελέσει επικεφαλής των οικονομικών συμβούλων του προέδρου των ΗΠΑ και είναι καθηγήτρια στη Haas School of Business και στο University of California, Berkeley. Η Ανου Μαντγκαβκάρ είναι στέλεχος του McKinsey Global Institute