Η δήλωση ήταν αινιγματική. Προτιμά, είπε η Σία Αναγνωστοπούλου, τις καταλήψεις «από αυτά που γίνονται στη Γερμανία και στη Γαλλία». Δηλαδή; Ποια είναι ακριβώς η αναλογία; Είναι οι καταλήψεις ένα μέσο ήπιας εκτόνωσης σε σύγκριση με την τρομοκρατική βία; Είναι μήπως ένας τρόπος πολιτικής έκφρασης που επιτρέπει στις καταπιεσμένες ψυχές να ξεδώσουν, χωρίς να πέσουν στα σκληρά;

Η Αναγνωστοπούλου δεν το εξήγησε. Είπε μόνο ότι οι καταλήψεις είναι άκακες -«δεν μας οδήγησαν αυτές στην κρίση». Ούτως ή άλλως το θέμα της δεν είναι η δημόσια τάξη, για την οποία ρωτήθηκε παρεμπιπτόντως. Το θέμα της είναι η Παιδεία, όπου η κυβέρνηση έχει τη σπάνια τύχη να βρίσκει στο πλευρό της το σωματείο των εργαζομένων στα ιδιωτικά σχολεία.

Από μια μερίδα της αντιπολιτευτικής κριτικής η πολιτική της κυβέρνησης απέναντι στα ιδιωτικά σχολεία περιγράφεται ως «ιδεοληπτική». Περιγράφεται σαν αξίωση «σοσιαλιστικού» ελέγχου στο προσωπικό και το πρόγραμμα των εκπαιδευτηρίων, τα οποία το υπουργείο αναλαμβάνει να επαναφέρει στον ψυχωφελή σκοπό τους.

Είναι όντως ορατή αυτή η δογματική καχυποψία απέναντι στην ιδιωτική εκπαίδευση μόνο επειδή είναι «ιδιωτική». Ομως ο δογματισμός δεν αποκλείει τον τακτικισμό. Η κυβέρνηση δεν δίνει μόνο μια ιδεολογική μάχη. Πρωτίστως εξυπηρετεί ένα ακροατήριο που θεωρεί δικό της –τους εκπαιδευτικούς. Και το κάνει ανοιχτά, χωρίς να φοβάται μήπως κατηγορηθεί για πελατειακές προτιμήσεις. Γι’ αυτό και οι συνδικαλιστές έφτασαν να υπερασπίζονται τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης πιο θερμά –και πιο ανορθόδοξα –από την ίδια.

Ακούγεται παράδοξο, αλλά κάτι ανάλογο φαίνεται να συμβαίνει και στο πεδίο της Δημόσιας Τάξης. Και εκεί ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαλείται για ιδεολογικές αγκυλώσεις. Ομως ούτε εκεί ο δογματισμός είναι τυφλός. Συγκατοικεί με μια τακτική κυβερνητικής αυτοσυντήρησης.

Το κόμμα δείχνει κατανόηση στις δραστηριότητες του «χώρου». Η Αστυνομία δείχνει ανοχή. Γι’ αυτό και ο «χώρος» φαίνεται να αυτοσυγκρατείται. Φαίνεται να περιορίζεται σε ακτιβισμούς χαμηλού βεληνεκούς που μπορεί ενίοτε να ζαλίζουν, αλλά δεν απειλούν να κλονίσουν την κυβέρνηση. Η κατανόηση είναι αμοιβαία. Επί κόκκινου Μνημονίου κανείς δεν δοκίμασε να κάψει την Αθήνα. Καίγονται μόνο οι συνήθεις κάδοι της Τοσίτσα.

Από αυτή την άποψη έχει δίκιο η Αναγνωστοπούλου. Σε σύγκριση με το εύφλεκτο παρελθόν είναι προτιμότερες οι καταλήψεις.

Το ερώτημα είναι για πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να βασίζεται σε μια πολιτική κατευνασμού απέναντι σε ομάδες που δεν επιδέχονται πολιτικές διευθετήσεις. Το ερώτημα είναι για πόσο ακόμα ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει την πολυτέλεια να ανοίγει μέτωπα καθοδηγούμενος από τα προκυβερνητικά του γονίδια.