Σύμφωνα με την Ενωση Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας με το νομοσχέδιο η κυβέρνηση επιχειρεί μια σαφή υπέρβαση των αρμοδιοτήτων εποπτείας των ΜΜΕ και έρχεται να εκχωρήσει σε μοναδικό ιδιώτη (ανώνυμη εταιρεία) και πιθανούς υπεργολάβους ιδιώτες μια αρμοδιότητα που δεν έχει. Παράλληλα, η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας έχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει για οποιονδήποτε λόγο και σε οποιονδήποτε χρόνο. Αυτή η μεθόδευση έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με μια σειρά διατάξεων του εθνικού και κοινοτικού δικαίου, περί ανεξαρτησίας των ΜΜΕ, περί ελευθερίας των συναλλαγών και περί ανταγωνισμού και αποτελεί μια πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά και διεθνή δεδομένα απόπειρα παρέμβασης και κρατικού ελέγχου αφενός πάνω στην ιδιωτική οικονομία και αφετέρου στη λειτουργία των ιδιωτικών ΜΜΕ.

Επιπλέον, επισύρει έναν νέο φόρο της τάξης του 10% επί των ημερησίων ακαθάριστων εσόδων από διαφήμιση πέραν και πάνω του 20% «Ειδικού Φόρου» τηλεοπτικών διαφημίσεων. Με αυτό το ποσό θα πληρώνει τον μεσάζοντα – ιδιώτη που θα λειτουργεί την πλατφόρμα και τα υπόλοιπα θα διατίθενται για τους σκοπούς του ΕΚΟΜΕ, ενός δημόσιου φορέα. Υπό το πρόσχημα, δηλαδή, της διαχειριστικής αμοιβής, όπως επισημαίνει η ΕΙΤΗΣΕΕ, η κυβέρνηση επιβάλλει αιφνίδια έναν νέο φόρο σε ποσοστό που, και πάλι, θα ήταν αδιανόητο για οποιονδήποτε άλλο κλάδο της ελληνικής οικονομίας.

Οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες προκάλεσαν την προσοχή των ξένων ΜΜΕ. Οι «Financial Times» συνδέουν την προτεινόμενη ρύθμιση με τις τηλεοπτικές άδειες και κάνουν παραλληλισμούς με άλλες κυβερνήσεις που έχουν αποπειραθεί να χειραγωγήσουν την ελευθερία τωνΜΜΕ, όπως της Ουγγαρίας και της Πολωνίας. Ακόμη αναφέρουν ότι η νομοθεσία παραβιάζει το δίκαιο της ΕΕ και θα βλάψει τη βιομηχανία της τηλεόρασης, που ήδη βρίσκεται αντιμέτωπη με την οικονομική ύφεση και τα αυστηρά μέτρα λιτότητας, καθώς και τη μαζική στροφή προς τη διαδικτυακή διαφήμιση.