Στη Νίκαια παίχθηκε η 116η και τελευταία ποδοσφαιρική παράσταση του Ιμπραΐμοβιτς με την Εθνική Σουηδίας. Ενας κεραυνός του Ράτζα Ναϊνγκολάν στο 85′ έστειλε τον Ζλάταν και την παρέα του μια ώρα αρχύτερα στο σπίτι τους και χάρισε στους Βέλγους το εισιτήριο για τα νοκάουτ του Euro για πρώτη φορά μετά το 1980, όταν έφτασαν μέχρι τον τελικό της διοργάνωσης (ηττήθηκαν 2-1 από τους Γερμανούς). Το γεγονός ότι οι Κόκκινοι Διάβολοι του Μαρκ Βίλμοτς στάθηκαν τυχεροί στα σταυρώματα, καθώς όχι μόνο θα βρουν απέναντί τους στις 16 την Ουγγαρία αλλά απέφυγαν την πιο καυτή πλευρά του ταμπλό όπου βρίσκονται όλα τα ευρωπαϊκά θηρία (Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία και Αγγλία), μόνο καλός οιωνός μπορεί να θεωρηθεί για την καλύτερη γενιά ποδοσφαιριστών που έχει βγάλει η χώρα τα τελευταία 25 χρόνια.

Η αποχώρηση του Ιμπραΐμοβιτς, ωστόσο, επισκίασε τη σημαντική πρόκριση του Βελγίου. Ανέκαθεν ο Ζλάταν τραβούσε πάνω του τα φώτα, είτε κέρδιζε είτε έχανε, είτε έπαιζε καλά είτε όχι. Ο ίδιος άλλωστε συνήθιζε να λέει –πάντοτε μιλώντας σε τρίτο πρόσωπο για τον εαυτό του –ότι «ο Ζλάταν ποτέ δεν χάνει». Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους του αθλήματος τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Και ενδεχομένως, ο μοναδικός στις ημέρες μας που βρίσκεται στο ίδιο ποδοσφαιρικό επίπεδο με τους κορυφαίους των κορυφαίων: τον Λιονέλ Μέσι και τον Κριστιάνο Ρονάλντο. Οσο προνομιούχος και ξεχωριστός ήταν όμως σε επίπεδο συλλόγων, κατακτώντας αμέτρητους τίτλους όπου κι αν αγωνίστηκε (Αγιαξ, Γιουβέντους, Ιντερ, Μπαρτσελόνα, Μίλαν, Παρί), τόσο άτυχος στάθηκε σε εθνικό επίπεδο διότι ηγήθηκε για 15 χρόνια μιας μέτριας ομάδας που απέτυχε παταγωδώς σε όλες τις διοργανώσεις όπου συμμετείχε. Στην προκειμένη περίπτωση η δική του εκθαμβωτική λάμψη δεν ήταν αρκετή για να οδηγήσει τους Σουηδούς στ’ άστρα.