Ο Αντώνης Λιάκος ήταν έτοιμος να αρχίσει τα μπάνια. «Τέρμα», είχε γράψει στο facebook. «Τέρμα ο διάλογος και οι διαλογισμοί. Πάμε θάλασσα! Θα μουλιάσουμε στο νερό. Θα αφήσουμε τις κακές σκέψεις σαν φυσαλίδες να εξαφανιστούν στην επιφάνεια».

Είχε τελειώσει ένας ακόμη Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία. Αλλά το παίδεμα μόλις άρχιζε.

Ο επικεφαλής του Διαλόγου έχει δίκιο που παραπονιέται για την υποδοχή που επεφύλαξε στο πόρισμά του ο κίτρινος Τύπος. Εχει δίκιο να λέει ότι ποτέ δεν εισηγήθηκε να απαγορευτεί στους γονείς να απευθύνονται στα παιδιά τους με τους όρους «πριγκίπισσα ή βασιλόπουλο». Ο σχετικός θόρυβος προκλήθηκε από μια φράση που αποκόπηκε από το σώμα των 130 σελίδων. Μια φράση που ανήκε στους κανόνες του «Παιδαγωγικού Κώδικα Δημοκρατικού Ανθρωπισμού». Κώδικα δεοντολογικού, αλλά όχι δεσμευτικού. Απλώς «προαιρετικά υποχρεωτικού».

Εντάξει, μπορεί να ακούγονται κάπως βαρύγδουπα όλα αυτά. Ομως ο Λιάκος το είχε προβλέψει. Προειδοποιεί στην εισαγωγή του ότι από τα κείμενα για την εκπαίδευση «δεν λείπει ποτέ ένας κάποιος βερμπαλισμός».

Το πρόβλημα με το Πόρισμα είναι ότι ο αναγνώστης θα δυσκολευτεί να ξεχωρίσει τις χρήσιμες ιδέες από τον πολτό του βερμπαλισμού. Θα δυσκολευτεί να φιλτράρει τις συγκεκριμένες προτάσεις –για το τετραετές γυμνάσιο, την κινητικότητα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ή την αλλαγή του συστήματος επιλογής σχολής –από το μεγαλόστομο μανιφέστο.

Λυρική κορύφωση είναι όντως το κεφάλαιο που έγινε σουξέ –αυτό που επιγράφεται «Κρίση και ψυχολογικές διαστάσεις του σχολικού χώρου». Είναι άλλωστε και το πιο φιλόδοξο. Εκεί εξαγγέλλεται η πάταξη «της κουλτούρας του καταναλωτικού ναρκισσισμού» που ευθύνεται για τη «μετάλλαξη» του σχολείου. Εκεί περιγράφονται και οι μέθοδοι «για να κερδηθεί το φαντασιακό των παιδιών, των γονέων, των εκπαιδευτικών».

Πώς να μη θορυβηθούν μετά οι αντικυβερνητικοί; Πώς να μην ανησυχήσουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πάει να μετατρέψει τα σχολεία σε ιδεολογικά κατηχητήρια; Οτι πάει να αναβιώσει την παλιά αξίωση του Υπαρκτού για τη διάπλαση του νέου ανθρώπου –που θα είναι κομμένος και ραμμένος στο δογματικό πατρόν της σοσιαλιστικής κοινωνίας;

Πρόκειται βέβαια για αντιδράσεις επιεικώς υπερβολικές. Αυτά που οι αντιδρώντες διαβάζουν σαν ντιρεκτίβες μιας τάχα οργουελικής γραφειοκρατίας, στο μεγαλύτερό τους μέρος δεν είναι τίποτε περισσότερο από ασκήσεις ύφους. Οι «σοφοί» βρήκαν ευκαιρία να κάνουν το κέφι τους.

Η περίπτωση Λιάκου είναι ενδεικτική. Πρώην επικεφαλής του think tank των εκσυγχρονιστών, ο καθηγητής Ιστορίας βρήκε ξανά ρόλο στη δημόσια ζωή μέσω του ΣΥΡΙΖΑ. Το έκαναν άλλωστε κι άλλοι σοφοί της σημιτικής εποχής –άλλος ως διάττων αστέρας στη Βουλή, άλλος πλασαριζόμενος ως δραματουργός της αυλής.

Σιγά μην κερδηθούν έτσι τα φαντασιακά. Ακόμη και στην Παιδεία, κυβερνητική προτεραιότητα δεν είναι καμιά πολιτιστική επανάσταση. Είναι η πελατεία. Ολα τα άλλα –διάλογοι, κώδικες, συμβόλαια τιμής –είναι φσσσσσς!.. Φυσαλιδίτσες.