Η άρνηση ενός έγκυρου λογοτεχνικού βραβείου είναι πράξη που δεν περνά απαρατήρητη. Πόσω μάλλον όταν ο βραβευμένος είναι πρωτοεμφανιζόμενος. Πρόκειται για τη περίπτωση του Γάλλου Ζοζέφ Αντράς ο οποίος με επιστολή του στα μέλη της επιτροπής Γκονκούρ εξήγησε τους λόγους για τους οποίους αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο πρώτου μυθιστορήματος για το «De nos frères blessés» («Για τους πληγωμένους αδελφούς μας»): «Ευχαριστώ ειλικρινά εκείνους που βρήκαν κάτι ενδιαφέρον σε αυτό το βιβλίο. Ομως δεν είναι αρκετό για να το δεχθώ: ο συναγωνισμός και ο ανταγωνισμός της διαδικασίας είναι στα μάτια μου έννοιες ξένες για τη συγγραφή και τη δημιουργία. Η λογοτεχνία έτσι όπως την παρακολουθώ ως αναγνώστης και στο εξής ως συγγραφέας ενδιαφέρεται για την ανεξαρτησία της και αποφεύγει τα πόντιουμ, τις τιμές και τις προβολές».

Ο Αντράς και το μυθιστόρημά του δεν ήταν στον κατάλογο των υποψηφίων. Ομως ο τρόπος που χειρίζεται ένα ιστορικό γεγονός κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αλγερίας το 1956 παρακίνησαν την επιτροπή Γκονκούρ να το συμπεριλάβει την τελευταία στιγμή. Και η επιμελήτριά του στις εκδόσεις Actes Sud Μαρί Ντεμέρ εξηγεί στο περιοδικό «Le Point» ότι η ίδια διαβεβαίωσε τα μέλη πως ο συγγραφέας είναι υπαρκτό πρόσωπο και όχι λογοτεχνικό φάντασμα. Οτι ζει στη Νορμανδία, πως η ίδια τον έχει συναντήσει, ότι εκείνος ταξιδεύει και μετακινείται συχνά. Κυρίως όμως ότι δεν επιθυμεί την αυτοπροβολή και τα φώτα της δημοσιότητας.

Το βιβλίο αναφέρεται στα δραματικά γεγονότα της σύγκρουσης Αλγερίας – Γαλλίας περιγράφοντας την υπόθεση του Φερνάν Ιβετόν, του κομμουνιστή εργάτη «πιε νουάρ» (σ.σ. ο γάλλος στην καταγωγή, γεννημένος στην Αλγερία), που έμεινε στην Ιστορία ως ο μοναδικός Ευρωπαίος που θανατώθηκε επειδή επιχείρησε να πυροδοτήσει μία βόμβα σε ένα εργοστάσιο φυσικού αερίου στην Αλγερία. Ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης της σοσιαλιστικής κυβέρνησης Φρανσουά Μιτεράν, τον καταδίκασε σε θάνατο (ο τίτλος του βιβλίου μάλιστα προέρχεται από μια ομιλία του) και οι προσπάθειες μιας ομάδας δικηγόρων να πετύχουν χάρη από τον τότε πρόεδρο Ρενέ Κοτί –με το επιχείρημα ότι κανείς δεν έχασε τη ζωή του –απέτυχαν. Ο Ιβετόν εστάλη στην γκιλοτίνα το Φεβρουάριο του 1957.

«Η υπόθεση είναι πολύ γνωστή στην Αλγερία. Ο Αντράς ήταν πρόσφατα καλεσμένος ομιλητής σε ένα συνέδριο ιστορικών και λογοτεχνών, αλλά παρέμεινε αμετακίνητος στην απόφασή του να αποφύγει τις δημόσιες εμφανίσεις και αρνήθηκε να συμμετάσχει. Δέχεται να εκφράζεται μόνο μέσα από το γράψιμό του» διευκρινίζει η Μαρί Ντεμέρ για τον πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα που ακολουθεί την παράδοση των αρνητών συγγραφέων να αποδεχθούν μια εξέχουσα διάκριση.

ΤΖΟΝ ΛΕ ΚΑΡΕ ΚΑΙ ΚΟΥΤΣΙ. Η εφημερίδα «Guardian» αναφέρει την ιδιάζουσα αυτή γενεαλογία του «Οχι», η οποία ξεκίνησε με το «Οχι» του Ζαν-Πολ Σαρτρ το 1964 στα μέλη της Ακαδημίας Νομπέλ Λογοτεχνίας. Εκτοτε το παράδειγμά του –τηρουμένων των μεγεθών –ακολούθησαν, μεταξύ των άλλων, ο Τζον Λε Καρέ που αρνήθηκε τη συμμετοχή του στις υποψηφιότητες του Μαν Μπούκερ Ιντερνάσιοναλ (2011) και ο Χαβιέρ Μαρίας που αρνήθηκε το ισπανικό κρατικό λογοτεχνικό βραβείο ως «θεσμικό» (2012). Το ίδιο και ο Τζον Μπέργκερ, νικητής του βραβείου Μπούκερ το 1972, ο οποίος έδωσε στους Μαύρους Πάνθηρες το ήμισυ του συνοδευτικού ποσού για την ενίσχυση της αντιρατσιστικής οργάνωσής τους. Και ο Τζ.Μ. Κούτσι που αρνήθηκε να παραλάβει το Μπούκερ του αλλά το 2003 ταξίδεψε στη Στοκχόλμη για να παραλάβει το Νομπέλ του.