Αν ισχυριστώ ότι ο πολιτικός επιστήμονας και υποψήφιος διδάκτορας Οικονομικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Δημήτρης Σκάλκος είναι μεταρρυθμιστής, θα έχω εκφράσει μια απίστευτη κοινοτοπία. Στη σημερινή κατεστραμμένη Ελλάδα, ακόμη και οι πιο αντιμνημονιακοί δηλώνουν, πλέον, μεταρρυθμιστές. Στη συνέχεια, βεβαίως, προσθέτουν ένα «με προοδευτικό πρόσημο» και θεωρούν λήξαν το θέμα. Ακριβώς αυτοί οι μεταρρυθμιστές με «προοδευτικό πρόσημο» χρειάζεται περισσότερο απ’ όλους να προστρέξουν στην ανάγνωση αυτού εδώ του βιβλίου. Γιατί εδώ το προοδευτικό αποκτά σάρκα και οστά και όχι μόνο όνομα.

Ο Σκάλκος δεν αποδέχεται την αντίληψη «μεταρρυθμίσεις να είναι και ό,τι να ‘ναι». Για αυτόν τον λόγο και επιχειρεί να απαντήσει σε δύο καίρια ερωτήματα. Το πρώτο αφορά το γιατί οι κοινωνίες αντιτίθενται σε μεταρρυθμίσεις που έστω μακροπρόθεσμα αυξάνουν το γενικό επίπεδο ευημερίας των πολιτών και δεύτερον το τι πρέπει να γίνει τελικά, ώστε η ίδια κοινωνία να κατανοήσει το όφελός της από συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις και να συμβάλει στην πραγματοποίησή τους.

Ο συγγραφέας αυτού εδώ του ιδιαίτερα πλούσιου σε ιδέες και προτάσεις βιβλίου εξηγεί ότι είναι διαφορετικό να μιλάει κανείς για μεταρρυθμίσεις σε μια κοινωνία όπου λειτουργεί ορθολογικά και για κάποιον λόγο χρειάζεται να ανανεωθεί και διαφορετικό σε μια κοινωνία που έχει πρόβλημα λειτουργίας των θεσμών.

Η ελληνική κοινωνία είναι μια «μπλοκαρισμένη» κοινωνία, μια κοινωνία που τα συντεχνιακά συμφέροντα παρεμποδίζουν τις αναγκαίες αλλαγές. Η κρίση της χώρας δεν είναι τόσο οικονομική όσο κρίση λειτουργίας των θεσμών. Καμία όμως μεταρρύθμιση, προοδευτική ή «μονόπλευρη», δεν μπορεί να γίνει αν οι θεσμοί της είναι μπλοκαρισμένοι.

Ο Σκάλκος δεν υποβαθμίζει τον ρόλο της κουλτούρας στην οικονομική διαδικασία, παρ’ όλα αυτά θεωρεί ότι η πολιτισμική καθυστέρηση δεν παρέχει ολοκληρωμένη ερμηνεία της ελληνικής κρίσης.

Η κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα «θεσμικής αποτυχίας». Εδώ καθοριστικό ρόλο παίζει η «κεντρομόλος δύναμη της αδράνειας», η οποία εκτείνεται στη λειτουργία των πολιτικών αλλά και των οικονομικών θεσμών και οργανώσεων. «Η αδράνεια αποτελεί πανίσχυρη συστημική δύναμη ακόμη και στις περιπτώσεις που η αλλαγή φαίνεται επιθυμητή» (σελ. 51).

Μήπως όμως η κρίση θα κάνει αναπόφευκτη την ανάγκη των μεταρρυθμίσεων και θα κατανικήσει αυτή την αδράνεια; Ο Σκάλκος απορρίπτει τη θεωρία «της καλής κρίσης». Αυτής δηλαδή της κρίσης που οδηγεί σε μεταρρυθμίσεις. Ακριβώς στην Ελλάδα η κρίση όχι μόνο δεν οδήγησε «σε αποδοχή και υιοθέτηση των προωθούμενων μεταρρυθμίσεων», αλλά έφερε στην εξουσία ένα αντιμεταρρυθμιστικό συνασπισμό (ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ), ενώ βεβαίως και ο προηγούμενος συνασπισμός εξουσίας (ΠΑΣΟΚ – ΝΔ) δεν έπλεε σε πελάγη ευτυχίας όταν κλήθηκε να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις.

Στην Ελλάδα έγιναν κάποιες ιδιαίτερα επώδυνες δημοσιονομικές αλλαγές στο μακρο-οικονομικό επίπεδο, αλλά στη μικρο-οικονομία, εκεί όπου οι παίκτες (συντεχνίες) είναι ιδιαίτερα οργανωμένοι, εκεί οι μεταρρυθμίσεις απέτυχαν, μάλλον δεν επιχειρήθηκαν καν. Ενώ, όμως, από την άλλη όπου επιβάλλονται προγράμματα προσαρμογής, τα οποία συνδέονται μόνο με την απορρύθμιση των αγορών και την απόσυρση του κράτους, αυτά αφήνουν ένα «κενό εξουσίας» και επικίνδυνα κοινωνικά ρήγματα.

Ερχόμαστε έτσι στην καρδιά του προβλήματος: ποιοι στην Ελλάδα εμποδίζουν τις μεταρρυθμίσεις; Ερχόμαστε στο βασίλειο της προσοδοθηρίας. «Η κυριαρχία των διαφόρων προσοδοθηρικών ομάδων οδηγεί συχνά στην αιχμαλωσία του κράτους» (σελ. 65). Το ελληνικό πολιτικό σύστημα, όπως έχει τονίσει και ο Χρυσάφης Ιορδάνογλου, δεν πάσχει τόσο από το πελατειακό σύστημα της ατομικής εκδούλευσης, αλλά από την εύνοια προς οργανωμένες ομάδες συμφερόντων. Υπάρχει κάτι πιο αντιδραστικό –θα πρόσθετα –από τις ανακοινώσεις εκείνων των επαγγελματικών ενώσεων που εγκαλούν τα μέλη τους που είναι βουλευτές να μην ψηφίσουν τα όποια μέτρα, επειδή αυτά θίγουν την επαγγελματική τους ομάδα; Βεβαίως ο Σκάλκος κάνει μια πολύ σημαντική διάκριση ανάμεσα στην αναγκαία θεσμοθετημένη εκπροσώπηση της εργασίας μέσω των συνδικάτων ως βάση κάθε επιθυμητού συμβιβασμού και στη συντεχνιακή συγκρότηση των συνδικάτων.

Ποια όμως είναι η ενδεικνυόμενη δοσολογία των μεταρρυθμίσεων; Αν αυτές γίνονται βήμα βήμα, μπορούν να επιφέρουν «μεταρρυθμιστική κόπωση» και κάποια στιγμή με την έλευση στην εξουσία κυβερνήσεων λαϊκιστικού προσανατολισμού να ανατραπούν. Αν πάλι ακολουθούν την πολιτική του γρήγορου σοκ, κινδυνεύουν να δημιουργήσουν πολλούς χαμένους, οι οποίοι δεν θα έχουν πλέον καμία ελπίδα ευπρεπούς διαβίωσης. Για τον Σκάλκο, οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις πρέπει να εξηγούνται και να κατανέμονται δίκαια, να καταδεικνύεται ο μακροπρόθεσμος χαρακτήρας τους και να σχεδιάζονται με δικλίδες προσαρμογής και αναδιανομής.

Για τον συγγραφέα, τον μείζονα ρόλο για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων παίζουν από τη μια η προσαρμογή στις συνθήκες κάθε χώρας (πολιτική ηγεσία, κοινωνική συναίνεση, κατάλληλος σχεδιασμός, επαρκής εξωτερική οικονομική στήριξη) και από την άλλη, κατ’ εμέ και το σπουδαιότερο, χρειάζεται αυτές να θίγουν ολόκληρο το σύστημα δημόσιου τομέα και αγοράς. Τίποτα απ’ όλα αυτά, τονίζει ο συγγραφέας, δεν έγιναν στην ελληνική περίπτωση και όλα αυτά πρέπει να συμβούν για να «αλλάξει η Ελλάδα».

Το βιβλίο προλογίζει ο ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ Πάνος Καζάκος, ο οποίος παραλίγο με το βάθος της προσέγγισής του να κλέψει τη δόξα του συγγραφέα.

Οι επιφυλάξεις

Ο Σκάλκος είναι από τους πιο συνεπείς έλληνες φιλελεύθερους σοσιαλδημοκράτες. Γι’ αυτό και στις μεταρρυθμίσεις προσθέτει και «τη χρηματοδότηση ενός φιλόδοξου προγράμματος δημοσίων επενδύσεων που θα μοχλεύει ιδιωτικούς πόρους» (σελ. 94). Γι’ αυτό και επικαλούμενος τον Ντάνι Ρόντρικ μιλάει για την απουσία από την όλη συζήτηση εκείνων των μεταρρυθμίσεων που θέτουν τα ζητήματα της αναδιανομής. Για τον ίδιο λόγο θα μπορούσε να είναι πιο επικριτικός έναντι της μονομέρειας των μεταρρυθμίσεων της Συναίνεσης της Ουάσιγκτον και πιο αναλυτικός και επίμονος σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις που αφορούν την ίδια την αγορά και κυρίως τους μηχανισμούς διαμόρφωσης των τιμών. Κάτι που βεβαίως δεν ξεχνά αλλά και δεν αναλύει τόσο διεξοδικά.

Δημήτρης Σκάλκος

Αλλάζει η Ελλάδα;

Η πολιτική οικονομία των μεταρρυθμίσεων

Εκδ. Επίκεντρο 2016, σελ. 160

Τιμή: 9 ευρώ