Η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών ήταν το πρώτο βήμα ώστε το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα να επιστρέψει σιγά σιγά στην κανονικότητα. Χρειάζονται όμως να γίνουν πολλά ακόμα, προκειμένου οι τράπεζες να επουλώσουν τις πληγές των προηγούμενων μηνών. Το πρώτο και βασικότερο, να αποκτήσουν πρόσβαση σε φθηνή και κυρίως σταθερή ρευστότητα.

Και εδώ ακριβώς παίζει κομβικό ρόλο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Καθώς οι πόρτες της διατραπεζικής αγοράς παραμένουν ερμητικά κλειστές, ο μόνος που μπορεί να εφοδιάσει τις ελληνικές τράπεζες με ζεστό χρήμα είναι ο επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, γνωστός στον κόσμο των αγορών ως σούπερ Μάριο.

Το μεγάλο ζητούμενο σε αυτήν τη φάση είναι να αλλάξει ο τρόπος χρηματοδότησης των τραπεζών. Δηλαδή, από τον έκτακτο μηχανισμό στήριξης (ELA) να επιστρέψουμε στη σταθερή χρηματοδότηση της ΕΚΤ, η οποία και φθηνότερη είναι αλλά και μεγαλύτερη διάρκεια έχει. Αντί δηλαδή να ανανεώνεται ανά εβδομάδα, οι τράπεζες να πάρουν ρευστότητα για έξι ή και δώδεκα μήνες.

Οπως προκύπτει από τις δηλώσεις του Μάριο Ντράγκι την προηγούμενη εβδομάδα, η αλλαγή αυτή ενδέχεται να συμβεί άμεσα. Μάλιστα, η ΕΚΤ φαίνεται να έχει αποσυνδέσει τη διαδικασία από την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, τραβώντας διαφορετικό μονοπάτι από αυτό της γερμανικής πολιτικής.

Εφόσον αυτό γίνει πράξη, ανοίγει ο δρόμος και για την επόμενη στήριξη της Ελλάδας από την ΕΚΤ. Την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Μια κίνηση που θα δώσει μεγάλη ανάσα τόσο στην κυβέρνηση όσο και στις τράπεζες, που θα μπορέσουν να πουλήσουν στην ΕΚΤ ομόλογα που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους.

Ομως, και στις δύο αυτές περιπτώσεις, οι τελικές αποφάσεις εξαρτώνται αποκλειστικά από τις επιθυμίες του Μάριο Ντράγκι. Ο οποίος έχει σε αυτήν τη φάση τη δύναμη να δώσει ανάσα ζωής στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα ή να το καταδικάσει εκ νέου σε έναν αργό και επίπονο θάνατο. Οι μέχρι στιγμής κινήσεις του δείχνουν ότι επιλέγει το πρώτο, έχοντας όμως θέσει σαφείς και ιδιαίτερα αυστηρούς όρους στην ελληνική κυβέρνηση.