Οι αριθμοί μιλούν πολλές φορές από μόνοι τους για τη «δημοφιλία» μιας όπερας: σε 61 πόλεις ανά τον κόσμο, λοιπόν, θα δοθούν 447 παραστάσεις του «Μαγικού Αυλού» τη φετινή σεζόν. Και σε αυτή τη χαρτογράφηση εντοπίζει κανείς περιοχές της υφηλίου για τις οποίες δεν θα φανταζόταν ότι διαθέτουν προδιαγραφές για να φιλοξενήσουν μεγάλες παραγωγές λυρικού θεάτρου. Από την Αθήνα και το Βερολίνο μέχρι το Μίσιγκαν των ΗΠΑ, το Κάλγκαρι του Καναδά και τη Χονολουλού το ανέβασμα του Μότσαρτ υπογραμμίζει πόσο διεθνής γλώσσα είναι η όπερα. Εδώ ξεχωρίζουν η τρισδιάστατη παραγωγή (3D) τον περασμένο Μάιο στο Τεάτρο Κομουνάλε της Μπολόνιας με μαέστρο τον Μικέλε Μαριότι, εκείνη σε σκηνοθεσία του Μπάρι Κόσκι που προσέγγισε το έργο με την αισθητική βωβού κινηματογράφου και το ανέβασμα των Complicite και Σάιμον ΜακΜπέρνι στην Εθνική Οπερα της Αγγλίας.

Η «δημοφιλία», πάντως που λέγαμε άρχισε έναν χρόνο μετά τον θάνατο του συνθέτη σε ηλικία 35 ετών (1791), όταν δόθηκαν 100 παραστάσεις του έργου (η πρεμιέρα του «Μαγικού Αυλού»έγινε στις 30 Σεπτεμβρίου 1791 στο προάστιο Βάιντεν της Βιέννης και άνοιξε τον δρόμο για τη δημιουργία της εθνικής γερμανικής όπερας).

Ο ΜΠΕΡΓΚΜΑΝ. Εκτοτε το οπερατικό δράμα του Μότσαρτ έχει διασκευαστεί ή μεταφερθεί σε πολλές μορφές τέχνης: βιβλίο, κόμικ, κουκλοθέατρο και κινηματογράφο διά χειρός Ινγκμαρ Μπέργκμαν (με τον τίτλο «Μαγεμένος Αυλός»). Η επιθυμία του σπουδαίου δημιουργού να καταπιαστεί με το έργο του Μότσαρτ διατηρούνταν από τα παιδικά του χρόνια και τελικά κατάφερε να δείξει την ταινία στο Φεστιβάλ Καννών το 1975, έπειτα από σχεδόν 50 χρόνια.

Η πρεμιέρα του δημοφιλούς έργου –και της πρώτης όπερας του Μότσαρτ για το ευρύ κοινό –από την Εθνική Λυρική Σκηνή έχει προγραμματιστεί για τις 23 Οκτωβρίου, σε μουσική διεύθυνση Γιώργου Πέτρου – Μιχάλη Οικονόμου και σκηνοθεσία Αρνό Μπερνάρ. Ενα παραμύθι για παιδιά με εύληπτη μουσική που ταυτόχρονα έχει όλα τα στοιχεία για να γοητεύσει και να κερδίσει τους πιο μυημένους της όπερας. Δεν είναι άλλωστε τυχαία η επιβράβευση από τον Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο οποίος σχολίασε για τον «Μαγικό Αυλό»: «Τι θεϊκή μαγεία πνέει σε αυτό το έργο, από το πιο λαϊκό τραγούδι ώς τον πιο ευγενή ύμνο! Πόσες όψεις, τι ποικιλία!».

Ισως μία από τις όψεις αυτές να είναι το σημείο όπου ο κόσμος της αθωότητας συναντά τον ενήλικο κόσμο; «Η δύναμη της αγάπης και της αυταπάρνησης, η ελευθερία, η αγάπη, η νίκη του καλού, η αναζήτηση της αρετής, το μεγαλείο της σιωπής και η επικράτηση της αλήθειας είναι ο καμβάς της μεγαλειώδους όπερας» λέει ο Τάσος Αποστόλου, ο οποίος έχει τον ρόλο του ομιλητή. «Ακόμη και αν αφαιρέσει κανείς τους κώδικες και μπει στο έργο χωρίς να είναι υποψιασμένος θα αισθανθεί την ίδια μαγεία. Αυτή είναι η μεγάλη του δύναμη. Το σημείο δηλαδή που καταφέρνει ένα δημιούργημα να αγγίξει όποιον και να το ακούσει». Ενα πολυεπίπεδο έργο, δηλαδή, που καταφέρνει μέσα από τη γραμμική αφήγησή του να γίνεται ανεξάντλητη πηγή αέναων αξιών είναι για τον μαέστρο Γιώργο Πέτρου, ο οποίος θα διευθύνει το αριστούργημα του Μότσαρτ για πρώτη φορά: «Η δύναμη του «Μαγικού Αυλού», εκτός από τα θέματα που φωτίζονται μέσα από το λιμπρέτο του Σικανέντερ και τη μουσική, είναι ότι όσες φορές και να το ακούσεις πάντα θα βρίσκεις ένα ακόμη στοιχείο για να εντυπωσιαστείς και να το πλησιάσεις με άλλη διάθεση».

ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΣ. Η Μαρία Μητσοπούλου, με τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Παμίνα επί σκηνής, πρωτοέπαιξε στον «Μαγικό Αυλό» το 1998 και υποστηρίζει ότι είναι από τα λίγα έργα που της δίνουν τη δυνατότητα να εναρμονίζεται με αυτό που τραγουδά. «Νομίζω ότι είναι από τα έργα που δίνει πόντους στους ερμηνευτές» εξηγεί. Δεν είναι λοιπόν μόνο η άρια της «Βασίλισσας της Νύχτας» (την υποδύονται σε διπλή διανομή οι Βασιλική Καραγιάννη και Νίνα Κουφοχρήστου), για την οποία αξίζει ειδική μνεία το έργο στην ιστορία της όπερας. Για τη Μαρία Μητσοπούλου ο «Μαγικός Αυλός» είναι αξιοσημείωτος και για τους τεκτονικούς συμβολισμούς (στην εν λόγω παραγωγή ο σκηνοθέτης δεν αφαιρεί την τελετή μύησης από το λιμπρέτο του Σικανέντερ, η οποία διαρκεί πέντε λεπτά) και τις αρχές του Διαφωτισμού που διαπερνούν το έργο.

Για την ιστορία, τον ρόλο της Βασίλισσας της Νύχτας στην Οπερα της Δρέσδης ερμηνεύει για πέμπτη συνεχόμενη χρονιά η διεθνής σοπράνο Χριστίνα Πουλίτση, η οποία συμμετείχε σε άλλες έξι παραγωγές του «Μαγικού Αυλού» που φιλοξενήθηκαν σε Βερολίνο, Σαγκάη, Ντύσελντορφ, ενώ φέτος σειρά έχει το Λος Αντζελες. Τον Μάιο του 2016 θα πρωταγωνιστήσει σε μια καινούργια παραγωγή του έργου στο Μίσιγκαν.