

Mου είναι αδιανόητο να απομονώσω το ατελιέ από το σπίτι, γι’ αυτό και ουσιαστικά δουλεύω στο δωμάτιο που τυπικά προορίζεται ως χώρος υποδοχής. Δεν μπορώ να απομονώσω την καλλιτεχνική πράξη. Μπορεί να ανακατεύω το φαγητό, να βάζω πλυντήριο και να φτιάχνω ένα καλούπι για ένα γλυπτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορώ εδώ να κάνω ένα τραπέζι για φίλους ή ένα μικρό πάρτι.
Υπάρχει βέβαια κι ένας ακόμη λόγος που επιλέγω πάντα το εργαστήριο να συγκατοικεί με το σπίτι μου. Δεν θέλησα ποτέ να χρεωθώ τον τίτλο του ζωγράφου, του γλύπτη. Οι ετικέτες με φοβίζουν. Θέλω να αφήνω ανοιχτό ένα παραθυράκι ότι είμαικαι κάτι άλλο μαζί. Το να λες είμαι ζωγράφος είναι σαν να δηλώνει μια γυναίκα ότι είναι πανέμορφη. Εχει μια δόση γελοιότητας. Είμαι ένας άνθρωπος κανονικός ο οποίος την ώρα που μαγειρεύει ανακαλύπτει ότι είναι καλλιτέχνης. Διεκδικώ κάθε μέρα αυτή την ιδιότητα. Οταν έχω το ατελιέ στο σπίτι μου δεν μπορεί να μου πει κανείς τίποτα. Η καλλιτεχνία έχει κρυφές δομές, δεν μπορεί να γίνει επάγγελμα, γι’ αυτό και κρύβω το ατελιέ μέσα στο σπίτι, ώστε να μην μπορεί κάποιος να προσδιορίσει ακριβώς τι είναι. Το να έχω ξεχωριστό εργαστήριο είναι πολύ δυσβάσταχο, γι’ αυτό και δεν καταλαβαίνω εκείνους που το επιλέγουν –ίσως έχουν τους λόγους τους, να θέλουν να ξεφύγουν από το περιβάλλον τους.
Εδώ, πριν έρθω το 1990, έμενε μια θεία της Ολιας Λαζαρίδου, η Νίτσα Στίγκα, η οποία ζωγράφιζε και μάλιστα ένα έργο της το έχω ενσωματώσει σε ένα δικό μου. Το διαμέρισμα, αν και το ζητούσαν πολλοί, διότι είναι σε καλή θέση, στην οδό Πλαπούτα, δυο βήματα από τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, τελικά η Ολια το πούλησε σε μένα μετά τον θάνατο της θείας της. Με επηρέασε η αύρα της και μέτρησε πολύ για μένα ότι εδώ υπήρχε ευγένεια και όχι κάτι χυδαίο. Το ατελιέ της ζωής μου, ωστόσο, θεωρώ ότι δεν είναι ούτε αυτό ούτε το προηγούμενο στο Κιάτο που διατηρούσα επί δύο δεκαετίες, αλλά το υπνοδωμάτιο στο πατρικό μου σπίτι, στην Πλατεία Αμερικής, στην Αγίας Ζώνης. Εκεί μέσα έφτιαξα τα πρώτα μου έργα.
«ΘΕΛΩ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ». Το εργαστήριο είναι για μένα ένας τόπος όπου μπορώ να λύσω όλα μου τα τεχνικά προβλήματα με τα εργαλεία μου. Εχω τα τεχνικά εφόδια ώστε να επιλέγω όποιο μέσο θέλω για να εκφραστώ. Δεν θα μπορούσα να υπάρξω χωρίς αυτόν, θα ήμουν παροπλισμένος, επειδή εδώ έχω όλα τα εργαλεία που χρειάζομαι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορώ να δουλέψω οπουδήποτε. Αν έχω την ιδέα, ζέστη τον χειμώνα και δροσιά το καλοκαίρι, δουλεύω παντού.
Τα εικαστικά θέλουν απομόνωση. Ούτε βοηθό δεν μπορώ να έχω. Εχω περάσει και τρεις μήνες κλεισμένος στο ατελιέ. Η ώρα της δημιουργίας χρειάζεται μοναξιά, στην παρουσίαση του αποτελέσματος χρειάζεται κόσμος. Μοναδική μου συντροφιά είναι αγαπημένες μουσικές που επιλέγω, όχι από το ραδιόφωνο. Προτιμώ τραγούδια που δεν μου θέτουν προβληματισμό. Οταν δεν δουλεύω σε αυτόν τον χώρο έρχεται πολύς κόσμος. Εχω εφεύρει τους φίλους μου για να αναγκάζομαι να καθαρίζω το ατελιέ μου. Αν ήμουν μόνος μου μπορεί να υπήρχε ακαταστασία –στοίβα τα χαρτιά, οι σκόνες, τα εργαλεία.
Το έργο δεν το σκέφτομαι. Γίνεται μόνο του. Με οδηγεί και η κατασκευή. Δεν εκτελώ μια αρχική ιδέα. Την έμπνευση την παίρνω από μέσα μου κι αυτό είναι το μυστικό της διάρκειάς μου. Είναι πρωτότυπα τα έργα μου, πολύ παιδεμένα. Είναι χειρωνακτικά και χρειάζομαι μήνες για να τα ολοκληρώσω. Ξέρω δε ότι είναι έτοιμα όταν δεν έχουν να πουν τίποτα παραπάνω.
Οταν ένα έργο δεν πετύχει το σπάω χωρίς δεύτερη σκέψη. Είναι μια πράξη θαρραλέα, αλλά το έχω μετανιώσει κάποιες φορές. Το καλό έργο, πάλι, φαίνεται αμέσως. Είναι εκείνο για το οποίο δεν μπορείς να τσακωθείς με έναν φίλο. Δεν μπορείς να μπεις σε διαδικασία διαπραγμάτευσης. Αν σου πει ότι δεν του αρέσει, απλώς τον βγάζεις από τη ζωή σου.