To καλό νέο είναι ότι η Ελλάδα εξασφάλισε στο Eurogroup της Παρασκευής όλο το ποσό που ζήτησε και κάτι παραπάνω, δηλαδή 26 δισ. ευρώ. Το «κακό» είναι ότι τα 3,1 δισ. ευρώ που προορίζονται για την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας, μέσω της πληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου –τα υπόλοιπα προορίζονται για πληρωμές υποχρεώσεων στους δανειστές -, θα δοθούν με την εκπλήρωση προαπαιτουμένων, το φθινόπωρο.

Συγκεκριμένα, από τα 26 δισ. ευρώ, τα 10 δισ. ευρώ θα καταβληθούν άμεσα για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τα 13 δισ. ευρώ ώς τις 20 Αυγούστου (τότε λήγει το ομόλογο των 3,2 δισ. ευρώ στην ΕΚΤ) και τα υπόλοιπα 3 δισ. ευρώ σε μία ή περισσότερες δόσεις καθώς θα ψηφίζονται ρυθμίσεις όπως για το Ασφαλιστικό ή τα κόκκινα δάνεια.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, βεβαίως, ότι συνολικά το ισοζύγιο του Eurogroup της Παρασκευής είναι θετικό για την Ελλάδα. Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος κέρδισε τις εντυπώσεις ως ένας ευγενής πολιτικός, αποφασισμένος να βρει πεδίο συνεννόησης με τους ομολόγους του, και οι τελευταίοι, μηδέ του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εξαιρουμένου, είχαν επιτέλους δυο καλά λόγια να πουν για την Ελλάδα. Το τραύμα λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης των προηγούμενων μηνών άρχισε να επουλώνεται.

Το Eurogroup διέψευσε όσους προέβλεπαν ότι η Ελλάδα θα έπαιρνε δάνειο-γέφυρα, αφού αποφάσισε να εκταμιεύσει την πρώτη –και μάλιστα μεγάλη –δόση του τρίτου Μνημονίου.

Ετσι, η ελληνική οικονομία επανήλθε στην κανονικότητα ενός προγράμματος στήριξης, την οποία είχε εγκαταλείψει στις 30 Ιουνίου με τα γνωστά επακόλουθα. Με την απόφαση του Eurogroup, οι ελληνικές τράπεζες μπορούν πλέον να προσβλέπουν σε καλύτερες μέρες αφού μετά τα πρώτα 10 δισ. ευρώ έχουν λαμβάνειν ώς 15 δισ. ευρώ επιπλέον, ύστερα από την πρώτη αξιολόγηση και όχι αργότερα από τις 15 Νοεμβρίου. Εκτιμάται ότι εφόσον ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίησή τους, θα αρθούν και οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων.

Στα βασικά κέρδη από το Eurogroup είναι ότι έχει ρητώς αποκλεισθεί η πιθανότητα του bail in για τους καταθέτες, δηλαδή το κούρεμα καταθέσεων.

Το εργαλείο του bail in, ωστόσο, θα ισχύσει για τους ομολογιούχους υψηλής εξασφάλισης (senior debt bondholders), επενδυτικά ταμεία ως επί το πλείστον. Τραπεζικές πηγές εκτιμούσαν, πάντως, χθες ότι αυτό ίσως μπορέσει να αποτραπεί, εφόσον η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του χρόνου.

Στα συν της απόφασης των υπουργών Οικονομικών είναι και η επιβεβαίωση της ανακοίνωσης της Συνόδου Κορυφής της 12ης Ιουλίου για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους με μέτρα όπως μεγαλύτερη περίοδος χάριτος και αποπληρωμής. Βεβαίως, αποκλείεται ρητώς η πιθανότητα ονομαστικού κουρέματος του χρέους.

Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Για να αναλάβουν, ωστόσο, τη σχετική πρωτοβουλία οι υπουργοί Οικονομικών, όπως ορίζει η απόφαση, πρέπει να ολοκληρωθεί με θετικό τρόπο η πρώτη αξιολόγηση του προγράμματος, τον προσεχή Οκτώβριο. Ετσι, το θέμα του χρέους μπαίνει εκ των πραγμάτων σφήνα στο εκλογικό σκηνικό.

Από την άλλη πλευρά, οι υπουργοί Οικονομικών παραμένουν, χωρίς αμφιβολία, γεμάτοι επιφυλάξεις για την Ελλάδα. Η απόφασή τους μπαίνει σε εξαντλητικές λεπτομέρειες για το τι περιμένουν να κάνει η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα, ενώ προβλέπονται δικλίδες ασφαλείας, όπως για παράδειγμα ότι τα κεφάλαια για τις τράπεζες θα μπαίνουν σε ειδικό ξεχωριστό λογαριασμό στην ΕΚΤ, ώστε να μη χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό.

ΤΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ. Ετσι, ξεκαθαρίζουν ότι ώς τον Οκτώβριο η κυβέρνηση πρέπει να πάρει μέτρα για το Ασφαλιστικό που θα καλύπτουν το κόστος της απόφασης του Συμβουλίου Επικρατείας για τις συντάξεις και να εφαρμόσει τη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος ή εναλλακτικά μέτρα. Επίσης, επιταχύνουν την ίδρυση του Ταμείου ιδιωτικοποιήσεων (βλ. και σχετικό ρεπορτάζ σελ. 13). Θυμίζουν ότι μέχρι τον Σεπτέμβριο πρέπει να έρθει ο νόμος για τα κόκκινα δάνεια, κάτι που έμεινε ανοιχτό κατά τη διαπραγμάτευση, αφού η ελληνική πλευρά αντιστάθηκε στην πώληση των δανείων αυτών στις ειδικές εταιρείες, τα λεγόμενα distress funds.

Tέλος, κρίσιμη είναι και η επισήμανση για τη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Οι υπουργοί Οικονομικών δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι συμμερίζονται την άποψη του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και θεωρούν «τη συνέχιση της συμμετοχής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα αναπόσπαστη».

Τοποθετούμενη στο θέμα αυτό η επικεφαλής του Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε, μετά την ολοκλήρωση του Eurogroup, ότι «παραμένω σταθερή στην άποψη ότι το χρέος της Ελλάδας έχει γίνει μη βιώσιμο» και ότι για να εξασφαλισθεί η βιωσιμότητά του οι εταίροι της Ελλάδας πρέπει να αναλάβουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος. Σε μια τέτοια περίπτωση, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των μέτρων του Μνημονίου από την Ελλάδα, η Κριστίν Λαγκάρντ ανέφερε ότι θα εισηγηθεί την περαιτέρω οικονομική στήριξη της χώρας από το Ταμείο.

Από την πλευρά της, η γερμανίδα καγκελάριος είπε χθες ότι αναμένει το ΔΝΤ να συμμετάσχει στο πρόγραμμα και πρόσθεσε ότι η Λαγκάρντ υποσχέθηκε να υποστηρίξει αυτήν τη συμμετοχή.