Η έκφραση «κουβέντες καφενείου» αδικεί τους εμβληματικούς αυτούς χώρους όπου, κατά παράδοση, επικοινωνούνται πολιτικές ιδέες, καλλιτεχνικές τάσεις και πολιτισμικές αξίες. Ακόμη και η περιθωριακή τους μορφή, έτσι όπως περιγράφεται συμβολικά στο ποίημα του Κ.Χ. Μύρη (εξού και ο τίτλος) που μελοποίησε ο Γιάννης Μαρκόπουλος, αποτυπώνει μία –αλληγορική και παρακμιακή –αλήθεια. Καμία σχέση με την αερολογία, την αοριστολαγνεία, την χωρίς τεκμήρια καταγγελία, τη λάσπη στον ανεμιστήρα που προσάπτεται στην έκφραση.

Αφού όμως έτσι το μάθαμε, έτσι θα το λέμε. Και τα τελευταία χρόνια η ρητορική του καφενείου ολοένα και περισσότερο υιοθετείται, από επίσημα μάλιστα χείλη, ως πολιτικός διάλογος ή μάλλον μονόλογος. Την απογείωσε χθες η βουλευτής Κοζάνης του ΣΥΡΙΖΑ κυρία Ραχήλ Μακρή όταν, στην τηλεόραση του Σκάι, διατύπωσε κάθετα και ανέγκλητα την άποψη ότι όλοι ανεξαιρέτως οι δημοσιογράφοι είναι ξεπουλημένοι στα «αφεντικά» τους και γράφουν κατά παραγγελία της προηγούμενης κυβέρνησης. Ματαίως την ρωτούσε η κυρία Μπουσδούκου τι αποδείξεις έχει γι’ αυτό. Η κυρία Ραχήλ, που προφανώς ονειρεύεται έναν κόσμο χωρίς δημοσιογράφους, δεν χρειάζεται αποδείξεις πέραν του ότι «αφού το λέει ο κόσμος, έτσι είναι!». Ωστόσο, ξέρει να δημιουργεί ενδείξεις. Αφού έβγαλε η ίδια το μικρόφωνο από το αφτί της, απεφάνθη μονολογώντας on camera ότι την έκοψαν γιατί δεν άρεσαν αυτά που έλεγε.

Ετσι άλλος ένας καφενειακός μύθος προστέθηκε στους ήδη υπάρχοντες. Οτι η γυναίκα του Λαλιώτη έχει τα ZARA, ο Κίσινγκερ θέλει να εξαφανίσει την Ελλάδα αρχίζοντας από τη γλώσσα, τα Βριλήσσια κατοικούνται από Βριλ… Τραγικό!