Eίναι ο φωτογράφος μιας άλλης εποχής. Τότε που τα μοντέλα ήταν σταρ, η μόδα επιδραστική και οι γυναίκες πιο κοντά στην αληθινή εικόνα τους με τα χαρίσματα του χρόνου αποτυπωμένα στα πρόσωπά τους. Ο Γερμανός που αγάπησε τις γυναίκες τόσο πολύ ώστε να ορίζει με το ασπρόμαυρο καδράρισμά του τον ευάλωτο αισθησιασμό τους ουδέποτε ξεπέρασε τα όρια με σκοπό μια σκανδαλιστική φωτογραφία

«Στις φωτογραφίες του Πέτερ Λίντμπεργκ βλέπεις εξαιρετικές γυναίκες μέσα στη δόξα τους, χωρίς μεταμφίεση και πόζα, να προβάλλουν πίσω από τη γυαλιστερή επιφάνεια την οποία οι ίδιες συνηθίζουν να μας δείχνουν». Αυτά τα λόγια έγραψε ο σκηνοθέτης Βιμ Βέντερς για τον φίλο του φωτογράφο όταν του απένειμε ένα βραβείο Λούσι –το ισοδύναμο των Οσκαρ για τους καλλιτέχνες φωτογράφους –παρουσιάζοντας τη δουλειά του ως μια συλλογή ερωτικών επιστολών προς τις γυναίκες που θεωρούσε όμορφες.

«Η φωτογραφία μόδας θα πρέπει να αναφέρει κάτι γύρω από τη σταθερότητα ενός χρονικού πλαισίου μέσα στο οποίο ζεις ή τι είδους γυναίκες σου αρέσουν. Το πιο ενδιαφέρον πράγμα πάνω τους δεν είναι τι φοράνε αλλά ποιες είναι. Είναι σημαντικό να κάνεις φωτογραφίες που καθορίζουν τις γυναίκες και όχι να παρουσιάζεις ένα προϊόν δείχνοντας κάποιο κορίτσι με προσθετική στήθους να ανακατεύει μια στοίβα σκουπιδιών φορώντας ψηλά τακούνια. Τώρα πια υπάρχει ο τρόμος για τα γηρατειά. Αυτός ο ενθουσιασμός με τη νιότη είναι υπερβολικός. Γιατί λοιπόν είναι τόσο ιδιαίτερο να είναι κάποια νέα;» εξηγεί ο φωτογράφος που κατάφερε να κάνει ένα λευκό πουκάμισο, ένα ταπεινό μαύρο φόρεμα με λεπτές τιράντες ή ένα ζευγάρι δετά ανδρικά παπούτσια τα πιο ερωτικά κομμάτια που θα μπορούσε να φορέσει μια γυναίκα από τα 20 έως τα 70 της χρόνια.

ΕΚΕΙ ΣΤΟΝ ΝΟΤΟ. Οι πρώτες ημέρες του Πέτερ Λίντμπεργκ στη σχέση του με την τέχνη ξεκίνησαν στην Ακαδημία Τεχνών του Βερολίνου, όταν συγκρούστηκε με έναν καθηγητή του επειδή διαφωνούσε να παρακολουθήσει τα μαθήματα σχεδίου νεκρής φύσης που ήταν υποχρεωτικά προκειμένου να θεωρηθεί καλλιτέχνης. Προτίμησε λοιπόν να φύγει από το βερολινέζικο παγωμένο σκοτάδι για ένα πιο ηλιόλουστο δρομολόγιο προς τα νότια. Ακολούθησε τη διαδρομή του Βίνσεντ βαν Γκογκ προς την παλιά πόλη της Αρλ, στη γαλλική επαρχία της Προβηγκίας, όπου για οκτώ μήνες μελετούσε ζωγραφικά το φως και το τοπίο χάρη στα οποία ο ιμπρεσιονιστής ζωγράφος δημιούργησε το ύφος του. Μάλιστα ο γερμανός φωτογράφος δέθηκε πολύ με τον τόπο και πριν από δεκαετίες μετέτρεψε μια παλιά αγροικία του 1770 σε εξοχική του κατοικία, συνεισφέροντας στην καλλιτεχνική αναγέννηση της Αρλ, ως περιοχή διεξαγωγής του διεθνούς φεστιβάλ φωτογραφίας.

Ωστόσο έγινε επαγγελματίας φωτογράφος μετά τα 35 του, όταν μέσα στο ζωηρόχρωμο περιβάλλον των εικόνων της δεκαετίας του ’70 εκείνος υποστήριξε τη διαφορετική αισθητική του άποψη κάνοντας ασπρόμαυρες διαφημιστικές καμπάνιες. Οι ατμοσφαιρικές εικόνες του έδειχναν συγγένεια με το κλίμα των φωτογραφιών της Ντοροθέα Λάνγκ από το αμερικανικό Κραχ του ’30, την επιρροή των ταινιών του Φριτς Λανγκ και του Σεργκέι Αϊζενστάιν. Καθώς στοιχεία της βιομηχανικής αρχιτεκτονικής και σκιές ενός ακαθόριστου μητροπολιτικού τοπίου υπογράμμιζαν την έντονη αντίθεσή τους με τα γυναικεία διεισδυτικά βλέμματα των μοντέλων του.

ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗ ΜΟΔΑ. Το 1978 το γερμανικό περιοδικό «Stern» αναθέτει στον Πέτερ Λίντμπεργκ ένα editorial μόδας δεκατεσσάρων σελίδων. Η επιτυχία της παραγωγής του τον μετακινεί στο Παρίσι, όπου τη δεκαετία του 1980 η συνεργασία του με την Comme des Garçons εικονογραφεί την αισθητική της ιαπωνικής πρωτοπορίας και τη διηγείται με εμβληματικά στιγμιότυπα στο κοινό της μόδας του πρετ α πορτέ. Μάλιστα η φωτογράφiση του τοπ μόντελ των 90s Ελένα Κρίστενσεν με θέμα την επίσκεψη ενός Αρειανού στη Γη στις σελίδες της ιταλικής «Vogue» εγκαινίασε την ιδέα της αφήγησης των εικόνων στην ιστορία της φωτογραφίας της μόδας.

Το νέο βιβλίο

Στα 70 του χρόνια σήμερα βρίσκεται απασχολημένος με πολλές νέες συνεργασίες και αναθέσεις. Πρόσφατα παρουσίασε στην Γκαλερί Γκαγκόζιαν της Νέας Υόρκης το νέο του βιβλίο «Images of Women II 2005-2014» (εκδόσεις Shirmel/Mosel) και ετοιμάζεται για τη μεγάλη του έκθεση στο Μουσείο Κούνστχαλ του Ρότερνταμ για την επόμενη χρονιά. Και στον αντίποδα της δουλειάς του για καμπάνιες αρωμάτων και ειδών πολυτελείας με πορτρέτα των Κέιτ Μπλάνσετ, Λουπίτα Νιόνγκο, Πενέλοπε Κρουζ, Τζούλιαν Μουρ και Σαρλίζ Θέρον, μια σειρά ταινιών για θανατοποινίτες που είναι επίσης σε στάδιο επεξεργασίας.