Αλλαγή πορείας εξετάζει ξανά, σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση στο θέμα των πετρελαίων, παρά την αρχική της πρόθεση να καταργήσει το σημερινό μοντέλο παραχωρήσεων για έρευνες υδρογοναθράκων, και να το αντικαταστήσει με ένα καινούργιο.

Στο υπουργείο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης διαπιστώνουν όσο περνούν οι εβδομάδες πόσο δύσκολο και χρονοβόρο εγχείρημα είναι η τροποποίηση του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου και η εφαρμογή στη θέση του ενός νέου, και αντιλαμβάνονται ότι οι χρόνοι δεν βγαίνουν για να εφαρμοστεί μια νέα πολιτική στο μέτωπο των υδρογονανθράκων, τουλάχιστον άμεσα.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις μια τέτοια διαδικασία θα έπαιρνε τουλάχιστον έξι με οκτώ μήνες, δηλαδή το νέο αυτό μοντέλο θα ήταν έτοιμο στην καλύτερη περίπτωση το Σεπτέμβριο και στη χειρότερη προς το τέλος του έτους. Δεν είναι τυχαίο ότι για να στηθεί το σημερινό θεσμικό πλαίσιο απαιτήθηκαν ούτε λίγο ούτε πολύ δύο ολόκληρα χρόνια.

Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι ακόμη και αν δοθεί παράταση στη προθεσμία υποβολής των προσφορών για το μεγάλο γύρο παραχωρήσεων σε Ιόνιο και Κρήτη που εκπνέει στις 14 Μαΐου, υπάρχει ο κίνδυνος, αφενός να χαθεί ολόκληρη η φετινή χρονιά, αφετέρου το παρόν τους στο διαγωνισμό να δώσει πολύ μικρός αριθμός εταιρειών.

Υπό αυτές τις συνθήκες, με το χρόνο να πιέζει, και με τους κινδύνους που συνεπάγεται μια παρατεταμένη επενδυτική δυσπιστία προς τη χώρα, δεν αποκλείεται ο διαγωνισμός του Μαΐου για τα 20 θαλάσσια οικόπεδα σε Ιόνιο και νοτίως της Κρήτης, να διεξαχθεί χωρίς παράταση, όπως είχε αρχικά προαναγγελθεί, και με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο.

Σε μια τέτοια περίπτωση ο ανάδοχος θα είναι και ο κύριος του κοιτάσματος («Συμβάσεις Μίσθωσης»), αντίθετα με όσα ήθελε να εφαμόσει προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή η κυριότητα των υδρογοναθράκων να ανήκει στο κράτος, με τον μισθωτή να λειτουργεί ως εργολάβος κάτω από τις εντολές του Δημοσίου («Συμβάσεις διανομής Παραγωγής»). Θυμίζουμε ότι το τελευταίο αυτό μοντέλο ακολουθείται σε χώρες όπως η Γκάνα, η Νιγηρία, και η Βενεζουέλα.

Εννοείται ότι ο διάχυτος προβληματισμός συνδέεεται και με την απουσία κινητικότητας που επικρατεί από πλευράς πετρελαικών εταιρειών, κάτι που αποδίδεται τόσο στις χαμηλές τιμές του μαύρου χρυσού, όσο και στην επενδυτική δυσπιστία προς τη χώρα.

Δύο προβληματισμοί

Σε κάθε περίπτωση, στους επιτελείς της λεωφόρου Μεσογείων, επικρατεί προβληματισμός για δύο πράγματα :

Πρώτον, αν είναι σκόπιμο να ανοίξει γενικά, θέμα αλλαγής του μοντέλου παραχώρησης όταν οι διεθνείς τιμές πετρελαίου είναι τόσο χαμηλά όσο σήμερα και ενώ, μετά από πολλά χρόνια, έχει πάρει και πάλι μπροστά η υπόθεση των ερευνών στην Ελλάδα. Εξάλλου το μήνυμα που έδωσαν με τη στάση τους τέσσερις μεγάλοι ξένοι παίκτες, Shell, Total, Repsol, και Enel, αποσύροντας στις αρχές του μήνα το ενδιαφέρον τους από το μικρό διαγωνισμό της Δ. Ελλάδας, είναι σαφές, και φαίνεται να έχει ληφθεί από τη νέα ηγεσία του υπουργείου.

Δεύτερον, αν το μήνυμα από μια κυβερνητική παρέμβαση τρεις μόλις μήνες πριν τη λήξη του διαγωνισμού του Μαίου θα ήταν αρνητικό για την εικόνα της χώρας στο διεθνή πετρελαϊκό χάρτη ή αν σε αντίθετη περίπτωση, η προσέλευση εταιρειών στο διαγωνισμό θα αποτελούσε μια «ψήφο εμπιστοσύνης» στη νέα κυβέρνηση που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί γενικότερα.

Δεν είναι πάντως τυχαίο ότι στην ειδική βάση δεδομένων του υπουργείου για τις προς παραχώρηση και έρευνα περιοχές του Μαΐου (data room), έχουν πολύ καιρό να εισέλθουν εκπρόσωποι ξένων εταιρειών, και ο κίνδυνος πολύ μικρής προσέλευσης στο διαγωνισμό είναι υπαρκτός.