Η Ουκρανία κήρυξε την Πέμπτη εθνικό πένθος για τους 13 πολίτες που σκοτώθηκαν την Τρίτη στα ανατολικά, όπου η πρόσφατη αναζωπύρωση των μαχών ενδέχεται να οδηγήσει, σύμφωνα με το Κίεβο, «σε έναν πόλεμο μεγάλης κλίμακας που μπορεί να επεκταθεί σε όλη την ήπειρο».

Η χώρα πενθεί σήμερα μετά τον θάνατο 13 πολιτών που έχασαν τη ζωή τους όταν το λεωφορείο της γραμμής στο οποίο επέβαιναν επλήγη από μια ρουκέτα που είχε στόχο οδόφραγμα του ουκρανικού στρατού στην πόλη Βολνοβάχα της ανατολικής Ουκρανίας. Πρόκειται για την πιο αιματηρή επίθεση εναντίον πολιτών μετά την ειρηνευτική συμφωνία του Μινσκ που υπεγράφη τον Σεπτέμβριο.

Στις 12:00 (τοπική ώρα και ώρα Ελλάδας) τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή σε όλη τη χώρα. Οι σημαίες κυματίζουν μεσίστιες στα δημόσια κτήρια, ενώ οι ραδιοφωνικοί και οι τηλεοπτικοί σταθμοί έχουν ακυρώσει τα ψυχαγωγικά τους προγράμματα για σήμερα.

Το Κίεβο κατηγορεί τους φιλορώσους αυτονομιστές για την επίθεση αυτή, οι οποίοι από την πλευρά τους κατηγορούν τον ουκρανικό στρατό.

Καθώς εντείνονται οι συγκρούσεις στα ανατολικά, ο γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας της Ουκρανίας Ολεξάντρ Τουρτσίνοφ αναφέρθηκε σήμερα στο κοινοβούλιο σε «δύο σενάρια» για το μέλλον της χώρας.

«Το πρώτο είναι η επανέναρξη των εχθροπραξιών σε μεγάλη κλίμακα και μια επίθεση με την ενεργή συμμετοχή των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, οι επιπτώσεις της οποίας ενδέχεται να οδηγήσουν σε έναν πόλεμο μεγάλης κλίμακας που θα επεκταθεί σε όλη την ήπειρο», είπε ο Τουρτσίνοφ.

Οι δηλώσεις του επανέρχονται στα σχόλια που έκανε ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ, ο οποίος εκτίμησε σήμερα μιλώντας στον γερμανικό Τύπο ότι ο κίνδυνος αυτής της σύρραξης, που βαρύνει «όλη την Ευρώπη», «έχει κάθε άλλο παρά αποκλειστεί».

Το δεύτερο σενάριο, σύμφωνα με τον Τουρτσίνοφ, «αφορά τις απόπειρες του Κρεμλίνου να εμποδίσει τη σταθεροποίηση της κατάστασης στην Ουκρανία» για να την εξοντώσει οικονομικά και στρατιωτικά.

Το Κίεβο και η Δύση κατηγορούν τη Ρωσία ότι εξοπλίζει τους φιλορώσους αυτονομιστές αντάρτες και ότι έχει αναπτύξει τακτικό στρατό στην Ουκρανία, κάτι που η Μόσχα διαψεύδει.

Περισσότεροι από 38.000 άνδρες μάχονται αυτή τη στιγμή εναντίον του ουκρανικού στρατού στα ανατολικά, εκ των οποίων οι 8.500 ανήκουν στις τακτικές ρωσικές ένοπλες δυνάμεις, κατήγγειλε ο Τουρτσίνοφ. Οι δυνάμεις αυτές διαθέτουν επίσης 542 άρματα μάχης, έως 990 τεθωρακισμένα και 694 πυροβόλα, διευκρίνισε.

Κοντά στα ουκρανικά σύνορα έχουν στρατοπεδεύσει περίπου 52.000 ρώσοι στρατιωτικοί με 300 άρματα μάχης, 1.800 τεθωρακισμένα και 750 πυροβόλα, καθώς και 360 μαχητικά αεροπλάνα και ελικόπτερα, σύμφωνα με την ίδια πηγή.

Μπροστά σε αυτή την απειλή η Ουκρανία υιοθέτησε έναν νόμο φέτος που προβλέπει τρία κύματα «μερικής επιστράτευσης», το πρώτο από τα οποία ξεκινά την 20ή Ιανουαρίου και αφορά περίπου 50.000 πρόσωπα.

«Η Ουκρανία προετοιμάζεται για πόλεμο. Είμαστε έτοιμοι να δώσουμε την αρμόζουσα απάντηση. Δεν είμαστε αδύναμοι», απάντησε σήμερα ο πρόεδρος της αυτοανακηρυχθείσας Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ Αλεξάντερ Ζαχαρτσένκο.

Έπειτα από μερικές εβδομάδες σχετικής ηρεμίας, τις τελευταίες ημέρες έχουν αρχίσει να αναζωπυρώνονται οι μάχες στην ανατολική Ουκρανία. Δύο Ουκρανοί στρατιώτες και δύο πολίτες σκοτώθηκαν στη διάρκεια μαχών τις τελευταίες 24 ώρες, σύμφωνα με τις αρχές.

Στο Ντονέτσκ, προπύργιο των αυτονομιστών, οι μάχες συνεχίζονται στο αεροδρόμιο, ένα από τα πιο θερμά σημεία της σύγκρουσης, όπου αναμένεται να μεταβούν το απόγευμα εκπρόσωποι του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ).