1. «Athens Review of Books»

Στο φύλλο του Σαββατοκύριακου 1-2 Νοεμβρίου 2014 (αρ. φύλλου 21.038) και στο ένθετο «Πρόσωπα/Νσυν» (σελ. 5) της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ», δίπλα σε ένα κείμενο του ψευδώνυμου συνεργάτη σας «Juvenalis» με θέμα τη λογοκλοπή, προσαρτήθηκε και ένα ανώνυμο και ανυπόγραφο κείμενο με τίτλο «Τίθεται ζήτημα εξαπάτησης του κοινού». Εκεί αναφέρονται οι απόψεις του εκδότη ενός «μικρής κυκλοφορίας εντύπου» –όπως αναφέρετε –για το εν λόγω θέμα. Στο ανωνυμογράφημα αυτό διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι η συζήτηση (ποια συζήτηση;!) «έφθασε να σχολιαστεί στο περιοδικό κριτικής βιβλίου «The Athens Review of Books»». Στη συνέχεια ο ανώνυμος συντάκτης δηλώνει επιτιμητικά: «Αναζητήσαμε [ποιοι;] τον εκδότη» του ανωτέρω μικρής κυκλοφορίας εντύπου, ο οποίος «αντί απαντήσεως, μας έθεσε υπόψη [ποιων;] επιστολή που απέστειλε στο περιοδικό [δηλαδή την «Athens Review of Books»], το οποίο, αν και συχνά επικαλείται το δημοκρατικό πνεύμα διαλόγου το οποίο υποτίθεται ότι προάγει, αρνήθηκε να τη δημοσιεύσει». Κι αυτός τον πίστεψε!

Στο κείμενο της δήθεν επιστολής αυτής (αφού ουδέποτε εστάλη), μεταξύ άλλων, εκτοξεύεται και το συκοφαντικό πυροτέχνημα ότι η «Athens Review of Books» αποτελεί μέλος μιας «ομερτά, που σκεπάζει τις συναλλαγές των μελών της»… Ούτε αυτό έκανε τον ανώνυμο συνεργάτη των «ΝΕΩΝ» να αμφιβάλλει για την αξιοπιστία του συνομιλητή του. Παραδόξως, λοιπόν, το ανωνυμογράφημα έσπευσε με εκπλήσσουσα προθυμία να υιοθετήσει τους προφανέστατα ψευδείς ισχυρισμούς τού εν λόγω… τρωθέντος επιστολογράφου. Το παράδοξο έχει να κάνει με την εξής απορία: γιατί «TAΝΕΑ», ένα θεσμικό έντυπο που διεκδικεί σοβαρότητα και αξιοπιστία, δημοσίευσαν ανώνυμες συκοφαντίες για την «Athens Review of Books»; Προφανώς την απορία μπορεί να λύσει μόνο η διεύθυνση της εφημερίδας.

Η αλήθεια είναι ότι ο δήθεν χολωθείς επιστολογράφος έστειλε στην «ARB» δύο (2) εξωφρενικές επιστολές με πρόφαση ότι απαντά σε ένα κείμενο του καταξιωμένου εκδότη Σταύρου Πετσόπουλου (των εκδόσεων Αγρα). Το περιεχόμενο αυτών των δύο επιστολών ήταν τόσο αυταπόδεικτα μηνύσιμο, ώστε ο επιστολογράφος δεν τόλμησε να τις δημοσιεύσει στη δική του ιστοσελίδα. Αντ’ αυτών, διακινεί ένα τρίτο –διαφορετικό –κείμενο, το οποίο ουδέποτε έστειλε στην «ARB», από το περιεχόμενο του οποίου προκύπτει ότι γράφτηκε εκ των υστέρων και με στόχο τη συκοφάντησή της.

Ενόψει αυτών, ολόκληρο τον μήνα Οκτώβριο ήταν και εξακολουθεί να είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα της «Athens Review of Books» (και στη σελίδα της στο facebook) το παρακάτω κείμενο με τίτλο «Για κάποια εκδοτικά –και άλλα –ήθη», το οποίο δημοσιεύουμε επίσης και στο τρέχον τεύχος Νοεμβρίου της «ARB»:

«Ο κ. Κ. Κουτσουρέλης μας έστειλε στις 9 Σεπτεμβρίου 2014 μια επιστολή για το θέμα «Στην επικράτεια του Φθόνου» («ARB», τχ. 54). Προφανώς μετά από όχι απολύτως νηφαλιότερη σκέψη, στις 13 Σεπτεμβρίου μας έστειλε μια νέα εκδοχή της πρώτης επιστολής του, «στρογγυλεμένη» όπως έγραφε. («Σας στέλνω μια νεώτερη, κάπως «στρογγυλεμένη» εκδοχή του κειμένου. Ισως σας διευκολύνει.»). Αμφότερα τα κείμενα ήταν μη δημοσιεύσιμα, καθ’ ο μηνύσιμα. Στη συνέχεια δημοσιεύει στο Ιντερνετ ένα άλλο, τρίτο κείμενο, προτάσσοντας τον ισχυρισμό ότι «το κείμενο αυτό εστάλη αρχικά στην «Athens Review of Books» ως απάντηση σε δημοσίευμά της. Η διεύθυνσή της αρνήθηκε να το δημοσιεύσει με τον ισχυρισμό ότι είναι «νομικώς επιλήψιμο».

Ο ισχυρισμός αυτός είναι ψευδής και συκοφαντικός. Το συγκεκριμένο κείμενο (κάτι σαν Σχεδίασμα Γ’!) ουδέποτε εστάλη στην «ARB». Εν πάση περιπτώσει, έχοντας σαφή δείγματα γραφής και προθέσεων του θορυβούντος επιστολογράφου, δηλώνουμε ότι δεν έχουμε καμία διάθεση να ασχοληθούμε ούτε με τη συγκεκριμένη, ούτε με οποιαδήποτε επόμενη εκδοχή της επιστολής του».

Με δυο λόγια, «ΤΑ ΝΕΑ», κατά παράβαση της στοιχειώδους δεοντολογίας αλλά και της ισχύουσας νομικής πρόβλεψης, δίπλα σε ένα άρθρο κάποιου ψευδώνυμου συντάκτη/συνεργάτη τους δημοσίευσαν ένα ανυπόγραφο, κατάφωρα ψευδές και συκοφαντικό για την «Athens Review of Books» κείμενο, η οποία τάχα δεν δημοσίευσε μια επιστολή που όμως ουδέποτε στάλθηκε σε αυτήν! Αυτό δε πότε; Οταν έχει περάσει ένας σχεδόν μήνας από τότε που τον καταγγείλαμε δημοσίως, αρνούμενοι να εμπλακούμε σε μια περιπέτεια στην οποία ήθελε να μας παρασύρει η αρειμάνια σπουδαρχία του πρωτεϊκού επιστολογράφου. Είναι εύλογο να απορεί κανείς γιατί η εφημερίδα σας παίρνει στα σοβαρά τέτοιους θηρευτές δημοσιότητας.

Τα ερωτήματα που ανακύπτουν αυτόματα είναι τα εξής: α) γιατί δεν απευθυνθήκατε στην «Athens Review of Books» ώστε να διασταυρώσετε τους ισχυρισμούς του πλανόδιου επιστολολάτρη, αλλά, αντιθέτως, σπεύσατε να τους υιοθετήσετε, β) γιατί –έστω! –δεν συμβουλευτήκατε το site ή/και το facebook της «ARB» ώστε να πληροφορηθείτε (αν πραγματικά σας ενδιέφερε) την αλήθεια.

Ως εκ τούτου, παρακαλώ να δημοσιεύσετε την παρούσα στην ίδια θέση στην οποία έλαβε χώρα το κρούσμα έτσι ώστε: α) να αποκατασταθεί η δεινώς κακοποιηθείσα αλήθεια, β) οι αναγνώστες σας να προστατευθούν από την «εξαπάτηση του κοινού» που όμως διαπράχθηκε από τις στήλες σας και γ) διότι ενόψει των σαφών δειγμάτων προθέσεων και γραφής του φωνασκούντος κηνσορίσκου, είναι βέβαιο ότι το συκοφάντημα θα διακινηθεί περαιτέρω.

Αθήνα, 4 Νοεμβρίου 2014

Μαρία Βασιλάκη
Εκδότρια της «Athens Review of Books»
Δημοχάρους 61, Αθήνα

2. Νάσος Βαγενάς:Αποζητώντας τη δηµοσιότητα

Οταν διάβασα στο φύλλο του Σαββατοκύριακου της 1-2 Νοεμβρίου των «ΝΕΩΝ» το κείμενο με τίτλο «Λογοκλοπή. Ο κλέψας του κλέψαντος» γύρισα ενστικτωδώς στην πρώτη σελίδα τους γιατί νόμισα ότι ο περιπτερούχος μού είχε δώσει λάθος εφημερίδα. Διότι το κείμενο αυτό όχι μόνο δεν τηρούσε τις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, όχι μόνο ήταν πολλαπλώς μπαγιάτικο (αναπαρήγε, μεταξύ άλλων παλαιών επί του θέματος, μια ήδη αναπαραχθείσα προ έτους –από το περιοδικό «Νέο Πλανόδιον», τεύχ. 1, χειμώνας 2013/2014 − κατηγορία για λογοκλοπή που κυκλοφορούσε από ετών), αλλά και ήταν γραμμένο από άνθρωπο με γνώση ελλιπή ως προς τα λογοτεχνικά. Αναρωτιόμουν πώς ήταν δυνατόν να είχε δημοσιευθεί στα «ΝΕΑ» ένα κείμενο αναπαραγωγής μιας καταγγελίας που ο συντάκτης της (Juvenalis) όχι μόνο ήταν ψευδώνυμος, αλλά και είχε υιοθετήσει μόνο την άποψη του καταγγέλλοντος.

Το μπαγιάτικο της καταγγελίας, η ψευδωνυμία του κειμένου (το περιεχόμενο του οποίου ασφαλώς διέφυγε την προσοχή της διεύθυνσης των «ΝΕΩΝ») και το γεγονός ότι ο συντάκτης του υιοθέτησε ανέλεγκτα το ψεύδος του διευθυντή του «Νέου Πλανοδίου» κ. Κουτσουρέλη ότι η «Athens Review of Books» δεν δημοσίευσε την προς αυτήν επιστολή του (βλ. «Τhe Athens Review of Books», Νοέμβριος 2014) γεννούν υποψίες για τις προθέσεις του ψευδωνυμογράφου, ο οποίος είναι φανερό ότι δεν τρέφει ιδιαιτέρως φιλικά αισθήματα προς την «Αthens Review of Books». Αλλά και ενισχύει τη βεβαιότητα για τα μέσα που χρησιμοποιεί ο κ. Κουτσουρέλης προκειμένου να επιτύχει τη δημοσιότητα.

Το ψεύδος δεν είναι το μόνο μέσο που χρησιμοποιεί ο κ. Κουτσουρέλης (που γράφει και ποιήματα) στην προσπάθειά του να αντικρούσει εκείνους που κολακεύεται να αναγορεύει ποιητικούς του αντιπάλους. Είναι και η εσκεμμένη παραποίηση των απόψεων άλλων μελετητών, οι οποίες τυχαίνει να αποτελούν εμπόδιο σε αυτή του την προσπάθεια. Για να μη ζαλίζω τους αναγνώστες των «ΝΕΩΝ» με περίπλοκα θέματα ποιητικής, παραπέμπω στα όσα γράφω για την παραποίησή του των θέσεων του Παλαμά ως προς το θέμα της λογοκλοπίας από ξενόγλωσσα ποιήματα στη συνέντευξή μου στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Νέα Ευθύνη» (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2014). Εκεί απαντώ για δεύτερη φορά στην κατηγορία για λογοκλοπή δύο ξένων ποιημάτων, την οποία μου απηύθυναν οι ιθύνοντες του «Νέου Πλανοδίου» (τεύχ. 2, καλοκαίρι 2014) στην προφανή προσπάθειά τους να διευρύνουν τον «φάκελο λογοκλοπή» (όπως τον ονομάζουν) για να διασκεδάσουν την ευρέως κυκλοφορούσα στη λογοτεχνική Ιερουσαλήμ βεβαιότητα ότι ο πραγματικός στόχος του όλου φακέλου τους ήταν ο ποιητής/διευθυντής του αντίπαλου περιοδικού «Ποιητική» Χάρης Βλαβιανός.

Ο κύριος λόγος για τον οποίο γράφω το παρόν κείμενο είναι ότι ο Juvenalis υιοθετεί, επίσης ανέλεγκτα, την εναντίον μου κατηγορία του «Νέου Πλανοδίου», και μάλιστα επαυξάνοντάς τη. Διότι ενώ ο κ. Κουτσουρέλης κάνει διάκριση της «περίπτωσής» μου (όπως την αποκαλεί) από εκείνη του πραγματικού του στόχου, ο ψευδώνυμος με ταυτίζει με τις περιπτώσεις της λογοκλοπίας από δοκιμιακά κείμενα, χωρίς να έχει κάνει τον κόπο να ζητήσει και τη δική μου άποψη ή να διαβάσει τα δύο κείμενα της απάντησής μου στους ιθύνοντες του «Νέου Πλανοδίου» (το πρώτο είναι το «Ποίηση και λογοκλοπία» στο δεύτερο τεύχος του «Νέου Πλανοδίου»).

Αλλά ας δούμε τι ακριβώς λέει ο κ. Κουτσουρέλης στο κείμενο που του ζήτησε ο Juvenalis. «Η περίπτωση Βαγενά», γράφει, «διαφέρει ουσιωδώς από αυτήν του Βλαβιανού, γιατί αφορά μόνο την ποιητική λογοκλοπή. Στο πεδίο όμως αυτό είναι ακραία, αφού στην πράξη νομιμοποιεί οποιονδήποτε σφετερισμό του ξένου κόπου στο όνομα της υψηλής θεωρίας».

Η άποψη περί αδυνατότητας ποιητικής λογοκλοπίας από ξενόγλωσσο ποίημα (γι’ αυτήν πρόκειται και όχι γενικά περί λογοκλοπίας) δεν είναι άποψη της υψηλής θεωρίας, αλλά κοινότοπη για όσους γνωρίζουν πραγματικά την ουσιώδη διαφορά ανάμεσα στον ποιητικό και τον μη ποιητικό λόγο. Είναι η άποψη του Παλαμά («Η λέξις «λογοκλοπία» [στην ποίηση] στερείται πάσης σημασίας, οι χειρότεροι των λογοκλόπων είναι ακριβώς οι μάλλον έκτακτοι δημιουργικοί εγκέφαλοι» – Απαντα, τόμ. 15, σ. 336). Γιατί οι πραγματικοί ποιητές γνωρίζουν ότι το νόημα των λέξεων ενός ξενόγλωσσου ποιήματος δεν είναι το νόημα των σημαινομένων τους (του εννοιακού περιεχομένου τους) αλλά το αρμονικό (δηλαδή ποιητικό) κράμα της συγχώνευσης των σημαινομένων με τα σημαίνοντά τους (με τον ήχο τους) και ότι επειδή το κράμα αυτό δεν μπορεί να αναπαραχθεί με τα σημαίνοντα των λέξεων μιας άλλης γλώσσας, που είναι διαφορετικά, η αναπαραγωγή του προϋποθέτει μια δημιουργική (δηλαδή μια ποιητική) πράξη.

Στο δεύτερο κείμενο της απάντησής μου στους ανθρώπους του «Νέου Πλανοδίου» χαρακτήριζα απλοϊκές τις απόψεις τους για τη λειτουργία της ποιητικής γλώσσας και για τις διακειμενικές σχέσεις μεταξύ ετερόγλωσσων ποιητών. Και αποκαλούσα ερασιτεχνική την «ανακάλυψή» τους (και «αποκάλυψη») «λογοκλοπικών» ποιημάτων μου: αφενός γιατί δεν έλαβαν υπόψη τους (στην περίπτωση που τα γνώριζαν) τα επί του θέματος θεωρητικά μου κείμενα και αφετέρου γιατί αγνοούσαν τις (όχι λίγες) μελέτες που έχουν δημοσιευτεί από σοβαρούς μελετητές (πανεπιστημιακούς και μη) για εκείνη την πλευρά της ποιητικής μου δουλειάς που είναι αποτέλεσμα της ποιητικής μου συνομιλίας με ορισμένους ξενόγλωσσους ποιητές.

Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής (της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας) του Πανεπιστημίου Αθηνών