Τον τελευταίο μεγάλο κάβο της κρίσης προετοιμάζονται να περάσουν οι ελληνικές τράπεζες. Αν τον περάσουν επιτυχώς, όπως όλα δείχνουν, δημιουργούνται οι προϋποθέσεις ώστε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα να γυρίσει σελίδα, επιστρέφοντας στον βασικό παραδοσιακό του ρόλο: την τροφοδότηση της οικονομίας με δάνεια. Ολα αυτά βέβαια υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξει στραβοπάτημα που θα δημιουργεί ανατροπές στο περιβάλλον στο οποίο πορεύεται η ελληνική οικονομία, είτε από την ίδια την οικονομία είτε από τις πολιτικές εξελίξεις.

Την ερχόμενη Παρασκευή οι τραπεζίτες θα ξέρουν. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, περιμένοντας να κλείσουν πρώτα οι αγορές, άρα μάλλον αργά το βράδυ, θα κοινοποιήσει σε 130 ευρωπαϊκές τράπεζες, μεταξύ των οποίων η Εθνική, η Alpha, η Πειραιώς και η Eurobank, τα αποτελέσματα των περιβόητων stress tests. Το μεσημέρι της Κυριακής θα ανακοινωθούν επισήμως. Θα γίνει σαφές δηλαδή πόσα έξτρα κεφάλαια χρειάζονται, εάν χρειάζονται, κατά περίπτωση οι ελληνικές τράπεζες για να καλύπτουν τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας (8% core tier1 στο βασικό σενάριο, 5,5% στο ακραίο).

ΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ. Παρ’ ότι κανένας έλληνας τραπεζίτης δεν γνωρίζει με ακρίβεια τι θα δείξουν οι ασκήσεις προσομοίωσης κεφαλαιακής επάρκειας σε ακραίες καταστάσεις, αίσθηση της κατάστασης υπάρχει ήδη. Και όλες οι ενδείξεις συνηγορούν στο γεγονός ότι τα αποτελέσματα των πανευρωπαϊκών stress tests θα είναι «διαχειρίσιμα» και οι πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες «σχετικά περιορισμένες», όπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές στα «ΝΕΑ». Πληροφορίες αναφέρουν ότι για δύο από τις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες, οι πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες θα είναι κοντά στο μηδέν ή έστω της τάξεως των ολίγων εκατομμυρίων ευρώ.

Συνολικά, για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες ο λογαριασμός των stress tests εκτιμάται πως θα κινηθεί κοντά στο 1,5 δισ. ευρώ. Για τη συμπίεση των έξτρα κεφαλαιακών αναγκών σε αυτά τα επίπεδα έχουν βάλει το χεράκι τους αρκετοί παράγοντες. Ο αναβαλλόμενος φόρος και τα φορολογικά μπόνους από μελλοντικές αναδιαρθρώσεις δανείων που προβλέφθηκαν με τροπολογία στη Βουλή, όπως ακριβώς έγινε και στην περίπτωση της Πορτογαλίας, εκτιμάται πως συμπιέζει τις νέες ανάγκες τραπεζών για κεφάλαια κατά περίπου 2,5-3 δισ. ευρώ. Σημαντική ανάσα όμως δίνει και το μαξιλάρι ασφαλείας που δημιούργησαν οι ελληνικές τράπεζες στις αυξήσεις κεφαλαίου για την κάλυψη των stress tests της Τραπέζης της Ελλάδος στις αρχές του έτους, όταν σε ευνοϊκές συνθήκες άντλησαν περισσότερα κεφάλαια απ΄ όσα απαιτούνταν.

ΠΩΣ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ. Αν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες και πράγματι ο λογαριασμός βγει κοντά στο 1,5 δισ. ευρώ, τότε θεωρείται πολύ πιθανό να μείνουν σχεδόν αλώβητα τα 11,5 δισ. του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Κορυφαίος τραπεζίτης εκτιμά ότι σε αυτά τα επίπεδα υπάρχει η δυνατότητα κάλυψης των κεφαλαιακών αναγκών, ενδεχομένως ακόμα και χωρίς να χρειαστεί να προσφύγουν σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου.

Η πώληση περιουσιακών στοιχείων είναι μια από τις επικρατέστερες εναλλακτικές. Η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου είναι η δεύτερη. Η λύση του ΤΧΣ φαίνεται να είναι η τελευταία.

Αν τα κεφάλαια του ΤΧΣ μείνουν απείραχτα, διευκολύνονται και οι χειρισμοί της ελληνικής κυβέρνησης στο πλαίσιο διευθέτησης του χρέους, αφού επιστρέφονται στον ESM, μειώνοντας ισόποσα το ελληνικό δημόσιο χρέος, από τη στιγμή που όπως έχει διαμηνύσει ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης Κλ. Ρέγκλινγκ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τίποτα διαφορετικό πέραν της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Αν η Ελλάδα ήθελε να τα χρησιμοποιήσει για κάλυψη χρηματοδοτικών της αναγκών θα έπρεπε να επανεγκριθεί η χορήγησή τους, ενδεχομένως και από κάποια εθνικά Κοινοβούλια. Ενδεχομένως όμως να επιστρέψουν στην Ελλάδα, τροφοδοτώντας μια προληπτική πιστωτική γραμμή. Είναι ένα σενάριο που εξετάζεται.

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ. Κορυφαίος τραπεζίτης εξηγεί στα «ΝΕΑ» ότι το επιτυχές πέρασμα των ελληνικών τραπεζών από τον κάβο των stress tests θα διευκολύνει την πρόσβαση των πιστωτικών ιδρυμάτων στη διατραπεζική αγορά, από την οποία είχαν παντελώς αποκλειστεί για τέσσερα χρόνια, με ελάχιστες πράξεις τους τελευταίους μήνες.

Το ουσιαστικό άνοιγμα της διατραπεζικής αγοράς θα σημάνει με τη σειρά του μείωση της εξάρτησης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για δανεισμό κεφαλαίων. Σε συνδυασμό μάλιστα με τα μέτρα Ντράγκι για περιορισμό του κουρέματος στην αξία των τίτλων που γίνονται αποδεκτοί ως ενέχυρα από την ΕΚΤ για δανεικά, που θα απελευθερώσει ρευστότητα της τάξεως των 10-15 δισ. ευρώ, εκτιμάται πως ανοίγει ο δρόμος για επιστροφή στην ομαλή χρηματοδότηση.

Σε αυτό το σενάριο, το 2015 τα φρέσκα δάνεια που θα χορηγηθούν στην αγορά μπορεί να φτάσουν ακόμα και τα 8 δισ., εκτιμούν τραπεζικές πηγές, από περίπου 2,5 δισ. με το ζόρι φέτος.

Για να εκλείψουν βέβαια όλες οι αμφιβολίες για τις ελληνικές τράπεζες, απομένει ένα ακόμα κομμάτι του παζλ, τα κόκκινα δάνεια, τα οποία αποτελούν ένα ερωτηματικό στα επικείμενα stress tests στο σκέλος που αφορούν την ποιότητα του χαρτοφυλακίου των τραπεζών (asset quality review). Στο μέτωπο όμως αυτό κυβέρνηση και τρόικα δρομολογούν λύσεις.