Στην πολιτική μας κουλτούρα υπάρχει έντονη ανεδαφικότητα –όπως θα έλεγε ο Δημήτρης Γληνός. Αυτή τη σκέψη έκανα διαβάζοντας πρόσφατο πόνημα του Κ. Γουλιάμου με τον τίτλο «Το τερατώδες είδωλο της Ευρώπης» (2014). Γενικά η νεοελληνική ανεδαφικότητα στην «αριστερή» της εκδοχή (η δεξιά της με απασχολεί αλλού) έχει ως βάση ένα νεφελώδες και ανιστορικό πρότυπο ή ιδανικό –μια νεφελώδη ουτοπία. Με αυτήν βάζει την πραγματικότητα να αναμετριέται! Υποδηλώνει την ανάγκη για μια ολική αλλαγή του «συστήματος» αλλά χωρίς να εξηγεί πώς θα γίνει αυτό, τι ακριβώς θα οικοδομηθεί στα ερείπιά του και με ποια υλικά. Ο Καρλ Πόπερ θα θεωρούσε τέτοιες προσεγγίσεις ως στοιχεία της λογικής του ολοκληρωτισμού.

Στις καλύτερες περιπτώσεις η αναδίπλωση στην ουτοπία εκφράζει μια διανοητική και ίσως ηθική εξέγερση (για να χρησιμοποιήσω έναν όρο του Γκράμσι) κατά όντως προβληματικών φαινόμενων που σημαδεύουν τη διεθνή και την ευρωπαϊκή σκηνή σήμερα και προκαλούν αβεβαιότητες για το μέλλον. Σε άλλες όμως περιπτώσεις οι ουτοπικές εκδρομές απλώς δικαιολογούν και υπηρετούν την αντίσταση σε κάθε (αναγκαία) αλλαγή. Οπως και να έχει, δεν υπολογίζουν την πολυμορφία της πραγματικότητας του κόσμου και της Ευρώπης –τα θετικά και τα αρνητικά. Από τη σκοπιά μιας νεφελώδους ουτοπίας για τη δημοκρατία, π.χ., η ΕΕ δεν είναι δημοκρατική. Δεν υπάρχει καν δημοκρατία στον κόσμο! Χρειάζεται να πούμε ότι είναι ο παραμορφωτικός φακός της ουτοπίας που κατασκευάζει «τερατώδη είδωλα»; Οτι δεν δείχνει πως η Ευρώπη διαθέτει ένα ελκυστικό κοινωνικό μοντέλο, αν και σε διαφορετικές εκδοχές και με διαφορετικά προβλήματα;

Αναλύσεις επί τη βάσει νεφελωδών ιδεωδών κλείνουν τον δρόμο για διαφοροποιήσεις και συγκριτική ανάλυση. Αδιαφορούν για ερωτήματα όπως τα εξής: Ποιες ακριβώς είναι οι αιτίες των σημερινών προβλημάτων; Τι έχουν κάνει άλλες χώρες για να τα λύσουν; Με ποιο αποτέλεσμα; Τι μπορούμε να μάθουμε ή από τι να προφυλαχθούμε; Επίσης, συγκρίσεις με μη καπιταλιστικές χώρες θα βοηθούσαν περισσότερο. Για παράδειγμα, τι ακριβώς συνέβη στις λεγόμενες σοσιαλιστικές χώρες όσον αφορά τις ανισότητες; Τι διδάγματα αντλούμε από τη δική τους πικρή εμπειρία; Ενα δεν είναι ότι οι λύσεις μπορούν να έρθουν μέσω της πολιτικής διαδικασίας σε δημοκρατικές κοινωνίες (π.χ. μέσω της φορολογίας) και όχι με τη διάλυση της οικονομίας της αγοράς;

Διευκρινίζω τα παραπάνω με ένα παράδειγμα: δεν υπάρχει ένας καπιταλισμός αλλά πολλοί. Η αγγλοσαξονική βιβλιογραφία ασχολείται εντατικά με τα αντίστοιχα μοντέλα του «welfare capitalism» που είναι ένα είδος μεικτού συστήματος σε διαφορετικές εκδοχές και με διαφορετικές οικονομικές και κοινωνικές επιδόσεις. Οι τύποι αυτοί διαφέρουν ως προς το μέγεθος και την ποιότητα του κράτους, τη δομή της κοινωνικής πολιτικής, τα ρυθμιστικά της οικονομίας συστήματα, τις εργασιακές σχέσεις κ.ά.

Αν θέλουμε να κυριολεκτούμε, καπιταλισμός σημαίνει ατομική ιδιοκτησία και ελεύθερος ανταγωνισμός στις αγορές. Το κράτος όμως έχει διογκωμένη παρουσία, ιδίως μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 1930. Σήμερα, πάνω από 40% των δραστηριοτήτων ελέγχονται από αυτό μέσω των δαπανών, των φόρων και της γραφειοκρατίας του. Το ποσοστό αυτό έχει οριακά μόνο προσαρμοστεί προς τα κάτω. Το κράτος ρυθμίζει τις οικονομικές δραστηριότητες, αλλού καλά αλλού άσχημα, όπως στην Ελλάδα, σταθεροποιεί την κίνηση της οικονομίας (του «καπιταλισμού»), αναδιανέμει πόρους, έχει οικοδομήσει ένα κοινωνικό κράτος (αλλού αποτελεσματικό αλλού όχι), περιορίζει την επιχειρηματική επιδίωξη του κέρδους με πάσης φύσεως ρυθμίσεις (για το περιβάλλον, την προστασία του καταναλωτή, την Υγεία…), δημιουργεί υποδομές –και πάλι αλλού καλά αλλού όχι. Πώς εξηγούνται οι διαφορές στις δομές και στις επιδόσεις; Αν λάβουμε υπόψη όλα αυτά, μπορούμε τότε να ασχοληθούμε με τα συγκεκριμένα προβλήματα των κοινωνιών μας.

Ομως η νεοελληνική ανεδαφικότητα βλέπει τα πάντα ασπρόμαυρα –όπου το άσπρο είναι η ασαφής ουτοπία και το μαύρο η πραγματικότητα στον κόσμο, στην Ευρώπη, στην Ελλάδα. Παρά τη γοητεία που ασκεί από αιώνες, δεν προσφέρεται για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων. Και συχνά συμβάλλει οι λέξεις να μη σημαίνουν ό,τι πρέπει να σημαίνουν –οι λέξεις, π.χ., «πραξικόπημα» και «κατοχή» που αφθονούν σε αριστερές και ακροδεξιές δηλώσεις. Είναι ο εχθρός του καλύτερου. Εχθρεύεται όχι μόνο το παρόν αλλά και οτιδήποτε επιχειρείται για τη βελτίωσή του –π.χ. το νοικοκύρεμα της δημόσιας οικονομίας και μεταρρυθμίσεις που καταργούν εύνοιες μειοψηφιών αλλά ωφελούν το σύνολο.

Ο Πάνος Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών