Είμαστε ή δεν είμαστε ενώπιον ενός σκηνικού ανατροπής; Εναν μήνα πριν από τον πρώτο γύρο των διπλών ευρω-αυτοδιοικητικών εκλογών, το ερώτημα πλανάται ως φάντασμα πάνω από μια προεκλογική περίοδο με απρόσμενα χαρακτηριστικά. Δεν έχει κανείς παρά να σκεφθεί ότι από το παρανάλωμα Μπαλτάκου ώς την έξοδο στις αγορές μεσολάβησε όλο και όλο ένα δεκαήμερο.

Θα μπορούσαν να είναι, παραφράζοντας τον Τζον Ριντ, οι δέκα ημέρες που συγκλόνισαν τη χώρα; Θα μπορούσαν, αν ήμασταν βέβαιοι ότι το τοπίο δεν μας επιφυλάσσει και άλλες εκπλήξεις.

Διυλίζονταςτα γκάλοπ

Ηταν σε ένα δείπνο στην οικία Σαμαρά στην Κηφισιά το διήμερο της αργίας της 25ης Μαρτίου όπου ελήφθη η τελική απόφαση για την έξοδο στις αγορές. Οταν οι παριστάμενοι λύσουν τους λογαριασμούς τους με την Ιστορία, όταν δηλαδή έρθει η ώρα των απομνημονευμάτων, θα μάθουμε για τη συζήτηση που έγινε –αφού οι μεθοδεύσεις αυτές δεν είναι ποτέ εύκολες. Αλλωστε η επιστροφή στις αγορές είναι δυναμική, άρα όχι ελέγξιμη, διαδικασία. Την ίδια ώρα όμως φαίνεται ότι συντελείται και ένα είδος πολιτικής επιστροφής ή επαναφοράς της ΝΔ –ή μάλλον έχουμε να κάνουμε με μια επανασυσπείρωση της συντηρητικής παράταξης.

Οι εβδομαδιαίες δημοσκοπήσεις που παίρνουν τα κόμματα δείχνουν κλείσιμο της διαφοράς επάνω στην οποία είχε χτίσει τη στρατηγική του πέρυσι τον χειμώνα ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και πολλοί υπουργοί επιμένουν εδώ και καιρό να πιστεύουν σε νίκη στις ευρωεκλογές. Η συγκολλητική ουσία μιας επερχόμενης εκλογικής επικράτησης φάνηκε, άλλωστε, στο ότι δεν είχαμε πολλά φωνήεντα, υπερβολικές γκρίνιες, ανυπέρβλητες δυσκολίες ή σοβαρά παρατράγουδα στη συγκρότηση του ευρωψηφοδελτίου. Ενώ στις αυτοδιοικητικές υποψηφιότητες Μαξίμου και Συγγρού ταλαιπωρήθηκαν. Είναι επίσης χαρακτηριστικές οι δημόσιες τοποθετήσεις κορυφαίων παραγόντων της κυβέρνησης, όπως του Δημήτρη Αβραμόπουλου, που αποπνέουν έναν αέρα υπέρβασης της χειρότερης φάσης της κρίσης.

Χωρίς εφεδρείες

Ενα καλό αποτέλεσμα για τη ΝΔ του Σαμαρά στις ευρωεκλογές πάει να ανατρέψει μια αρχική πρόγνωση που ήθελε τον ΣΥΡΙΖΑ κυρίαρχο στην ευρωκάλπη αλλά με προβλήματα στις αυτοδιοικητικές. Στο δεύτερο μέτωπο τα νέα δεν είναι σπουδαία, ούτως ή άλλως, για την Κουμουνδούρου. Η τακτική ψήφος του ΚΚΕ που, όπως λέει πρόσωπο που ξέρει, «δεν είναι διατεθειμένο να χαρίσει την Αττική στη Δούρου» άρα και η έλλειψη εφεδρειών του ΣΥΡΙΖΑ δεν προοιωνίζονται έναν εύκολο δεύτερο γύρο απέναντι στον Γιάννη Σγουρό. Αν τα πράγματα δεν πάνε καλά εκεί, τότε η Κουμουνδούρου διεκδικεί μιάμιση περιφέρεια όλη κι όλη –δηλαδή το Ιόνιο και ίσως το Βόρειο Αιγαίο.

Από εκεί και πέρα, οι εκλογολόγοι δεν βλέπουν φως, με τον Γιώργο Καμίνη να κερδίζει στη δεύτερη Κυριακή τον Αρη Σπηλιωτόπουλο που, με άλλοθι το τζαμί, έχει πάει έξω δεξιά αλλά και τον Γιάννη Μπουτάρη να υπερισχύει στη Θεσσαλονίκη, κατά τα φαινόμενα από την πρώτη Κυριακή. Ωστόσο, μια παράλληλη επικράτηση Τζιτζικώστα στην Περιφέρεια θα σημαίνει ότι η ΝΔ όχι μόνο δεν θα έχει λόγο να πανηγυρίσει στον Θερμαϊκό αλλά ότι μπορεί να έχουμε ακόμη και γαλάζιο Βατερλώ εκεί. Δεν θα πρόκειται όμως για νίκη της Κουμουνδούρου.

«Πίτα» για δύο

Οσοι κάθονται και βάζουν κάτω τα ποσοστά, κάνοντας τις γνωστές προσθαφαιρέσεις, έχουν να λένε ότι ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ θα έχουν να μοιράσουν 50% στις ευρωεκλογές. Πώς το βγάζουν; Εξηγούν ότι Ποτάμι, ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άπαντες οι λοιποί θα πάρουν, όλοι μαζί, χοντρά χοντρά ένα 20%. Η ΔΗΜΑΡ θα κινηθεί γύρω στο 3% με μια Ελιά που θα έχει οροφή το 7%. ΑΝΕΛ και ΚΚΕ θα είναι λίγο πάνω ή λίγο κάτω από το 6% ενώ η Χρυσή Αυγή, εφόσον κατέβει και δεν φάει κόκκινη κάρτα από τα αποδυτήρια από κάποιο Εκλογοδικείο, θα κινηθεί και αυτή γύρω στο 6%-7%. Αν το τοπίο είναι όντως αυτό τότε, για να το εκφράσει κανείς μετριοπαθώς, δεν πρόκειται για μια εικόνα που δικαιολογεί το σποτ «Ψηφίζουμε και φεύγουν», με το οποίο ξεκίνησε την καμπάνια ο ΣΥΡΙΖΑ.

Το χειρότερο είναι ότι στην Κουμουνδούρου έχουν μπλέξει σε μια κουβέντα ρετρό για το αν φεύγει ή δεν φεύγει η Ελλάδα από το ευρώ –κουβέντα που έχει περισσότερη σχέση με τις ιδεοληψίες ενός μέρους της Αριστεράς και πολύ λιγότερη σχέση με την τρέχουσα ελληνική ή ευρωπαϊκή πραγματικότητα.

Δεν υπήρχε, από την ώρα που πήγαμε στο ΔΝΤ, αμφιβολία ότι στα άκρα του πολιτικού συστήματος θα αναπτύσσονταν τάσεις υπέρ της επιστροφής στη δραχμή, σε ένα άτυπο μέτωπο. Ωστόσο, περίμενε κανείς ότι αυτό θα συνέβαινε σε απώτερο χρόνο αλλά και ότι θα ήταν συναρτημένο με μια απόλυτη δυστοκία της οικονομικής πολιτικής. Το παράδοξο είναι ότι προκύπτει σχετικά γρήγορα και ότι συμβαίνει ενάντια σε μια βελτίωση όχι μόνο των μεγεθών –η περίπτωση του πρωτογενούς πλεονάσματος –αλλά και της θέσης της χώρας μέσα στην ευρωζώνη. Η επίσκεψη Μέρκελ και η τεράστια ζήτηση για το ελληνικό ομόλογο επιφέρει ουσιαστικά τη διεθνή αποκατάσταση της χώρας. Ενώ αλλάζει εντελώς τους όρους του παιχνιδιού και προσφέρει άλλου είδους ευκαιρίες στο Μαξίμου που επένδυσε επίμονα –κόντρα στους Μπαλτάκους που ήθελαν γέφυρα προς την Ακροδεξιά –στην οικονομία.

Από την πανούκλα στη Σεγκολέν

Ενα απλό παράδειγμα: τον Φεβρουάριο του 2013 ο Φρανσουά Ολάντ ερχόταν για μερικές ώρες στην Αθήνα, σε μια σημαντική επίσκεψη, ενώ οι γαλλικές επιχειρήσεις έφευγαν –αν δεν είχαν φύγει ήδη. Πρώτες πρώτες έτρεξαν στην πόρτα οι γαλλικές τράπεζες που έδωσαν ρευστό και καταστήματα στις ελληνικές για να ξεμπερδεύουν μια ώρα αρχύτερα. Δεν είναι τυχαίο ότι την απόδραση της Crédit Agricole την πιλοτάρισε ο πρώην διευθυντής γραφείου του Νικολά Σαρκοζί στο Μέγαρο των Ηλυσίων, ο Κορσικανός Ζαβιέ Μουσκά, που είχε στο μεταξύ περάσει στον τραπεζικό τομέα. Οι γάλλοι τραπεζίτες δεν ήθελαν να έχουν Ελλάδα στα χαρτοφυλάκιά τους αφού μας θεωρούσαν πανούκλα.

Αυτά τότε. Ενάμιση χρόνο αργότερα, ο Αντώνης Σαμαράς δέχθηκε τον Ανρί Πρόλιο της EDF, της γαλλικής ΔΕΗ. Είναι ένας διαχρονικός παίκτης του γαλλικού κρατικού καπιταλισμού που πέρασε από την Veolia στην EDF εξίσου άνετα με την αβλαβή του διέλευση από την περίοδο Σιράκ στην πενταετία Σαρκοζί και από εκεί στη διακυβέρνηση Ολάντ. Εν πολλοίς, ένα μέλος του γαλλικού πολιτικο-επιχειρηματικού κατεστημένου. Αν η EDF θέλει να μπει στη ΔΕΗ είναι γιατί η Ελλάδα δεν έχει πια ρίσκο. Και οι Γάλλοι, αν δεν τα θέλουν όλα, θέλουν συμμετοχή στις ιδιωτικοποιήσεις. Δεν είναι τυχαίο το ραντεβού-αστραπή στο Παρίσι του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη με τη φρέσκια φρέσκια γαλλίδα υπουργό Ενέργειας Σεγκολέν Ρουαγιάλ που θέλει να προωθήσει τη γαλλική συμμετοχή στα φωτοβολταϊκά προγράμματα που έχουν σχέση με τα τρένα.

Ανεμοψηφίσματα…

Την ώρα που η Ελλάδα μπαίνει ξανά στον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη –ενώ, κακά τα ψέματα, ήταν χώρα-παρίας –και ο Σαμαράς δίνει συνεντεύξεις στο Bloomberg, στον ΣΥΡΙΖΑ θέλουν να κάνουν δημοψήφισμα. Και μάλιστα χωρίς να ξέρουν ακριβώς για τι πράγμα: η μειοψηφία θέλει για το νόμισμα, η πλειοψηφία για την τρόικα, ενώ για πρώτη φορά οι διαφοροποιήσεις εντός του οικονομικού επιτελείου –όπως φαίνεται με το ζεύγος Δραγασάκη – Λαφαζάνη –πάνε να γίνουν ρήγματα.

Το μελαγχολικό της υπόθεσης είναι ότι από το ξύπνημα της οικονομίας δεν φαίνεται να έχει αυτήν τη στιγμή πολλά να παίρνει το ΠαΣοΚ. Δεν είναι, βέβαια, κάτι εντελώς απροσδόκητο. Παγκοσμίως, στις κυβερνήσεις συνασπισμού είναι ο μικρότερος εταίρος που την πληρώνει ακόμη και αν τα πράγματα πάνε καλά. Η ελπίδα είναι να πάρει η Ελιά ένα ποσοστό στα όρια ή πάνω από το 7%.

Ο σκληρός Ιούνιος του ΠαΣοΚ

Την ίδια ώρα όμως, όλα τα καφέ των μεγάλων ξενοδοχείων είναι γεμάτα από μεγαλοπασόκους που συζητούν για το τι θα γίνει τον Ιούνιο. Το πρόβλημα είναι ότι όσο καλός έχει αποδειχθεί ο Βαγγέλης Βενιζέλος στην κυβέρνηση, στη Βουλή ή στα εξωτερικά τόσο έχει δυσκολευτεί να βρει ένα σημείο ψυχικής και τελικά πολιτικής επαφής με τα στελέχη του ΠαΣοΚ, όλων των γενεών. Αυτό αποτυπώθηκε σε ένα ευρωψηφοδέλτιο που συγκροτήθηκε μετά από πολλές αρνήσεις. Αλλά και στην εξέγερση του Σκανδιναβού Παπανδρέου στο ισοζύγιο ισχύος με τον οποίο βασίστηκε η εδραίωση της ηγεσίας Βενιζέλου το 2012-13.

Το ΠαΣοΚ θα πρέπει να βρει ένα νέο σημείο ισορροπίας τον Ιούνιο, είτε περάσει από Συνέδριο είτε, το λιγότερο πιθανό, από προσφυγή στη βάση ως Ελιά –σενάριο που περιλαμβάνει και τη ΔΗΜΑΡ –είτε, το πιο βέβαιο, αφού προηγηθεί ένας κυβερνητικός ανασχηματισμός. Εν κατακλείδι, η αγωνία του Μαξίμου δεν είναι πια η οικονομία και είναι, όλο και λιγότερο, οι εκλογές: είναι η προϊούσα θρυμματοποίηση του ΠαΣοΚ.

Ολα αυτά ενώ το πρόγραμμα Σαμαρά για τους αστέγους αιφνιδίασε τους πάντες, αλλά όχι αυτούς που έχουν επίγνωση των εσώτερων προβληματισμών και της μεθόδου δράσης του Πρωθυπουργού. Στον Μπιλ Κλίντον άρεσε να λέει ότι «η ταχύτητα σκοτώνει στην πολιτική». Αλλά, εν προκειμένω, η ταχύτητα με την οποία ο Αντώνης Σαμαράς έβγαλε στον αέρα το πρόγραμμα για τους αστέγους, μερικά εικοσιτετράωρα αφότου βγήκαμε στις αγορές και έφυγε η Μέρκελ, παραλίγο να σκοτώσει τη σχέση με το ΠαΣοΚ. Τέλος πάντων, αυτό, μετά τη μεταμέλεια του Ιωάννη Βρούτση –στην πολιτική είναι καλό να ξέρεις να είσαι χρήσιμος –ελύθη.

Ωστόσο, όπως και με το πλεόνασμα έτσι και με τους αστέγους ή με άλλα θέματα, ο Σαμαράς φαίνεται αποφασισμένος να δείξει κοινωνικό πρόσωπο. Η ευελιξία των παικτών είναι, ομολογουμένως, η αστάθμητη μεταβλητή αυτής της πολιτικής περιόδου.

Ανοιχτοί λογαριασμοί

Την ίδια ώρα φαίνεται να ελλοχεύει κρίση και στη ΔΗΜΑΡ, συναρτημένη με το αποτέλεσμα. Εδώ υπάρχει μια ομάδα βουλευτών που δεν καταλαβαίνει πώς σκέπτεται η ηγεσία και δεν πιστεύει ότι έπρεπε να χαθεί η μεγάλη ευκαιρία της Κεντροαριστεράς. Στην Αγίου Κωνσταντίνου μπήκαν άπαντες –πλειοψηφικοί και, κυρίως, μειοψηφικοί –στο ευρωψηφοδέλτιο. Αυτό όμως για να μπορούν έντιμα, ωραία και καθαρά να έχουν λόγο μετά. Γιατί αν δεν έχεις πολεμήσει στις εκλογές πώς θα δικαιούσαι να μιλήσεις μετά; Το συμμάζεμα δεν θα είναι εντελώς απλό –και αυτό γιατί από τις ευρω-αυτοδιοικητικές και μετά, που θα είναι μια γενική δοκιμή, όλοι θα έχουν πλέον στο μυαλό τους τις επόμενες εκλογές. Είναι το επόμενο ραντεβού, είτε λόγω αδιεξόδου στην εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας τον Μάρτιο του 2015 είτε πλέον στον ορίζοντα του 2016.

Το θεσμικό στοίχημα

Στην πραγματικότητα το στοίχημα της κυβέρνησης αυτής, στις οβιδιακές της μεταμορφώσεις, είναι να σπάσει τον κανόνα που ισχύει από το 2007 και δεν δίνει προσδόκιμο θητείας μεγαλύτερο της διετίας. Αν δεν έχουμε εκλογές πριν από την τριετία –πόσω μάλλον στην τετραετία –τότε η ελληνική πολιτική ανακτά στοιχεία κανονικότητας. Είναι άλλη μια κρίσιμη πτυχή της εξόδου από την κρίση.