«Τι σημαίνει η Ευρωπαϊκή Ενωση για εσάς προσωπικά;». Ανεργία απαντά το 45% των Ελλήνων σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο. Στην ίδια έρευνα αποτυπώνεται η κατάρρευση της εμπιστοσύνης στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα και η εξαιρετικά αρνητική αξιολόγηση του τρόπου αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης από την ΕΕ. Δεν προκαλεί εντύπωση λοιπόν ότι οι Ελληνες που νιώθουν πολίτες της Ευρώπης είναι σήμερα μειοψηφία, ενώ μόλις 13% πιστεύουν ότι η φωνή τους «μετράει» στην ΕΕ (Ευρωβαρόμετρο 80, φθινόπωρο 2013). Σταθερά, εξάλλου, φαίνεται να μειώνεται το ποσοστό όσων αποτιμούν θετικά την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Σε αυτό το φαινόμενο αποδίδεται η πολιτικά ορθή λέξη «ευρωσκεπτικισμός». Ενα ακόμη σύμπτωμα της οικονομικής και πολιτικής κρίσης; Κορύφωση τάσεων που προϋπήρχαν και συνδέονται με το λεγόμενο «δημοκρατικό έλλειμμα» και τις αδυναμίες στη θεσμική αρχιτεκτονική της ΕΕ;

Σε κάθε περίπτωση, δεν αποτελεί άλλη μια εθνική ιδιαιτερότητα. Αντίθετα, η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού είναι ένα ευρωπαϊκό φαινόμενο. Με βάση τις μέχρι στιγμής εκτιμήσεις, περίπου το 1/3 των εδρών στο Ευρωκοινοβούλιο θα καταληφθούν από ευρωσκεπτικιστικά κόμματα. Η μορφή λοιπόν που θα πάρει ο μόνος άμεσα αντιπροσωπευτικός θεσμός της Ενωσης είναι ένα ανοικτό ζήτημα. Εκτός όμως από το τι, ανοικτό παραμένει και το ζήτημα του πόσοι θα ψηφίσουν. Ηδη, στις ευρωεκλογές του 2009 η ελληνική συμμετοχή μόλις ξεπέρασε το 50% του εκλογικού σώματος.

Πάντως, η επικείμενη εκλογική αναμέτρηση δεν χαρακτηρίζεται μόνο από τον ευρωσκεπτικισμό των από κάτω. Ο ευρωσκεπτικισμός, περισσότερο ή λιγότερο ρητός, έχει εισχωρήσει στη στρατηγική πολιτικής επικοινωνίας ακόμη και των κομμάτων που διακηρύσσουν την προσήλωσή τους στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, διαμορφώνοντας ένα είδος κριτικού φιλοευρωπαϊσμού. Ακόμη και όσοι επιτίθενται στους πολιτικούς τους αντιπάλους αμφισβητώντας τα φιλοευρωπαϊκά τους διαπιστευτήρια φροντίζουν να διευκρινίσουν ότι οι ίδιοι μάχονται για μια «άλλη» Ευρώπη, διαφορετική από αυτήν που γνωρίζουμε σήμερα και από αυτήν που καταδικάζει το εκλογικό τους ακροατήριο.

Παρότι λοιπόν ο ευρωσκεπτικισμός ως εκλογική δυναμική ενδεχομένως να μην αποτελεί σημαντικό μέγεθος για τα ελληνικά δεδομένα (αν λάβουμε υπόψη μόνο την απήχηση των κομμάτων που τάσσονται ευθέως υπέρ της εξόδου από την ΕΕ), ωστόσο αποτελεί εκ των πραγμάτων υπολογίσιμο παράγοντα στη διαμόρφωση του πολιτικού λόγου. Αυτό το κλίμα συνοψίζει πολύ εύγλωττα η τοποθέτηση του Μάκη Βορίδη, στο πλαίσιο πρωινής ενημερωτικής εκπομπής, σύμφωνα με την οποία και το κόμμα του ανήκει στους ευρωσκεπτικιστές αλλά όχι στους «ευρωαρνητές», απρόθυμος να αποξενώσει σημαντική μερίδα του εκλογικού ακροατηρίου.

Η διάσταση αυτή συνδέεται και με ένα άλλο χαρακτηριστικό της προεκλογικής περιόδου που διανύουμε, την κυριαρχία της εσωτερικής πολιτικής ατζέντας επί της ευρωπαϊκής. Η «εθνικοποίηση» των ευρωεκλογών δεν αποτελεί νέο φαινόμενο της πολιτικής ζωής. Ωστόσο, η συγκυρία της κρίσης τού δίνει νέα ένταση και περιεχόμενο. Τα κόμματα επέλεξαν να πλαισιώσουν τις ευρωεκλογές με διλήμματα που αφορούν την καταδίκη ή την επιβράβευση της κυβερνητικής πολιτικής και την «τιμωρία» των πολιτικών αντιπάλων. «Ψηφίζουμε και φεύγουν» είναι το κεντρικό σύνθημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τη στιγμή που ο Πρωθυπουργός ζητά από τους πολίτες να αποδοκιμάσουν τους «κήρυκες της καταστροφής».

Αυτή η πρακτική φαίνεται ότι ανταποκρίνεται και στις προσλήψεις των ψηφοφόρων. Σύμφωνα με δημοσκόπηση της Alco (Μάρτιος 2014), οι Ελληνες θα ψηφίσουν στις ευρωεκλογές με κριτήριο τα εσωτερικά ζητήματα και μόλις 19% θα αποφασίσει με γνώμονα την Ευρώπη. Ετσι, το βασικό διακύβευμα που φαίνεται να αποδίδει η ελληνική πολιτική σκηνή στις ευρωεκλογές είναι η διατήρηση ή η αποδυνάμωση της κυβέρνησης. Συνεπώς, η επομένη των ευρωεκλογών θα εγκαινιάσει ουσιαστικά την προεκλογική περίοδο μέχρι τη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών. Εκφραση αυτής της αντίληψης υπήρξε η αμφιλεγόμενη «καινοτομία» της σταυροδοσίας για την εκλογή των ευρωβουλευτών, τα πρώτα αποτελέσματα της οποίας είναι ήδη ορατά στην επιλογή των υποψηφίων. Ποδοσφαιριστές, ηθοποιοί και άλλοι «αναγνωρίσιμοι» συνωστίζονται ήδη στα τηλεοπτικά παράθυρα.

Ωστόσο, θα ήταν λάθος να παραγνωρίσει κανείς το όποιο μήνυμα των ευρωεκλογών πίσω από μια αφ’ υψηλού ερμηνεία που θα ταυτίζει τον ευρωσκεπτικισμό με τον ανορθολογισμό συλλήβδην. Η κοινωνική διαμαρτυρία έχει ευρωπαϊκή διάσταση και στη συγκεκριμένη συγκυρία παίρνει τη μορφή και του ευρωσκεπτικισμού.

Η Τζένη Λιαλιούτη είναι διδάκτωρ στο Πάντειο Πανεπιστήμιο