Τελικά ο πλανήτης των πιθήκων υπάρχει. Οχι όμως κάπου στο Διάστημα αλλά εδώ στη Γη. Στα δάση του Κονγκό. Σε μια απέραντη και αμόλυντη από τον άνθρωπο δασική έκταση 20.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, μεγαλύτερη από τη Δανία, ζουν χιλιάδες, ίσως και δεκάδες χιλιάδες χιμπαντζήδες ενός ιδιαίτερου είδους για το οποίο μέχρι πρόσφατα γνωρίζαμε ελάχιστα. Ενας μύθος των αυτόχθονων φυλών της περιοχής μιλάει για τεράστιους πιθήκους που σκοτώνουν λιοντάρια για να τραφούν και τις νύχτες ουρλιάζουν κάτω από το φως του φεγγαριού. Πρόσφατα μια ομάδα επιστημόνων εισήλθε σε αυτό το μυστικό βασίλειο των πιθήκων αναζητώντας την αλήθεια πίσω από τον μύθο.

Οι τεράστιοι πίθηκοι του μύθου στην πραγματικότητα είναι ασυνήθιστα μεγαλόσωμοι χιμπαντζήδες που όντως κυνηγούν –όχι λιοντάρια αλλά λεοπαρδάλεις -, φτιάχνουν τις φωλιές τους στο έδαφος και όχι σε δέντρα, διαλέγουν τα πιο δυνατά από τα αρσενικά για να φυλάνε σκοπιά και να περιπολούν στην περιοχή τους, μαθαίνουν στα μικρά τους πώς να χρησιμοποιούν τα υποτυπώδη εργαλεία τους και λατρεύουν τα τεράστια αφρικανικά σαλιγκάρια τα οποία χτυπάνε με δύναμη επάνω σε βράχους για να απαλλαγούν από το όστρακό τους.

Με λίγα λόγια, οι συγκεκριμένοι χιμπαντζήδες εμφανίζονται περισσότερο εξελιγμένοι από όλους τους συγγενείς τους που είναι γνωστοί στους φυσιοδίφες καθώς διαθέτουν ξεχωριστές συνήθειες και έθιμα. Δεν ιππεύουν και ούτε μιλάνε, τουλάχιστον μια γλώσσα σαν τη δική μας όπως έκαναν οι όμοιοί τους στον «Πλανήτη των Πιθήκων» –την ταινία επιστημονικής φαντασίας του 1968 –αλλά σίγουρα αποτελούν ζωντανή απόδειξη του ότι ο πίθηκος είναι ο στενότερος συγγενής μας. Οι πρώτοι που τους μελέτησαν ήταν τα μέλη μιας ομάδας βρετανών και γερμανών επιστημόνων από το Ινστιτούτο Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Max Planck στη Λειψία. Η έκθεση της απίστευτης αποστολής τους δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην επιθεώρηση «Biological Conservation» ενώ η εφημερίδα «Γκάρντιαν» παρουσίασε τα κύρια ευρήματά της. Η πρώτη φορά που η ομάδα του Κλιβ Χικς αντιλήφθηκε την παρουσία αυτών των ξεχωριστών χιμπαντζήδων στο δύσβατο δάσος Μπίλι – Ουέλε στα βόρεια της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό ήταν το 2007. Στην τελευταία τους αποστολή όμως, οι ευρωπαίοι επιστήμονες κατάφεραν να ανακαλύψουν την τελευταία ίσως μεγα-κοινότητα χιμπαντζήδων στον κόσμο.

Για να φθάσουν στην καρδιά του επικίνδυνου δάσους ελπίζοντας να μάθουν κάτι περισσότερο για αυτήν τη μυστήρια φυλή, οι ερευνητές διένυσαν χιλιάδες χιλιόμετρα και ήρθαν αντιμέτωποι με ομάδες λαθροθηρών και ένοπλους αντάρτες. Ανταμείφθηκαν όμως πλουσιοπάροχα καθώς οι κάμερες που αφέθηκαν να λειτουργούν στη ζούγκλα επί οκτώ μήνες αποκάλυψαν την ύπαρξη μεγάλων κοινοτήτων των αποκαλούμενων από τους επιστήμονες πιθήκων Μπίλι. Γνωστοί και ως οι Μυστήριοι Πίθηκοι του Μπόντο, οι χιλιάδες χιμπαντζήδες του Μπίλι – Ουέλε είναι στενοί συγγενείς του ανατολικού χιμπαντζή Pan troglodytes schweinfurthii, ενός υποείδους του κοινού χιμπαντζή που ζει στην Κεντρική Αφρική.

ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΓΟΡΙΛΛΕΣ. Η συμπεριφορά τους έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τη συμπεριφορά των γοριλλών. Ζώντας επί εκατομμύρια χρόνια σε μια από τις «τελευταίες παρθένες εκτάσεις της Αφρικής» δίχως την παραμικρή επαφή με τους ανθρώπους, οι χιμπαντζήδες κατάφεραν να εξελιχθούν σαν να ζούσαν σε κάποιον άλλον, δικό τους, πλανήτη. Κατέβηκαν από τα δέντρα, ψήλωσαν, άρχισαν να χρησιμοποιούν εργαλεία για να κυνηγούν και να σχηματίζουν ομάδες περιπολίας για την ασφάλειά τους, να χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τον εγκέφαλό τους. Το δάσος του Μπίλι – Ουέλε «είναι μια από τις τελευταίες περιοχές της Γης που συντηρούν έναν τεράστιο, συνεχή πληθυσμό χιμπαντζήδων» λέει ο Κλιβ Χικς αλλά την ίδια στιγμή επισημαίνει τον κύριο κίνδυνο που διατρέχει ο πληθυσμός αυτός –την επέλαση των ανθρώπων.

Στην υπόλοιπη Αφρική, οι ανθρώπινες δραστηριότητες κατά τη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα είχαν αποτέλεσμα τη δραματική μείωση των χιμπαντζήδων από αρκετά εκατομμύρια σε λίγες εκατοντάδες χιλιάδες. Σήμερα, στα 20.000 τ. χλμ. του δάσους, εκτός από τους χιμπαντζήδες, ζουν και κινούνται πρόσφυγες και ομάδες ανταρτών από τη γειτονική εμπόλεμη Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, παράνομοι μεταλλωρύχοι και κυρίως λαθροθήρες. Οι χιμπαντζήδες μπορεί να είναι χιλιάδες αλλά τα κέρδη από το παράνομο εμπόριο άγριων ζωών είναι πιο πολλά, περισσότερα από 20 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο.