Η μικρή άνοιξη του μεταπολεμικού ελαφρού που κορυφώθηκε στα πρόσωπα της Νάνας Μούσχουρη και της Τζένη Βάνου εκεί στις αρχές του ’60 μπήκε κι αυτή στον «γύψο» της Επταετίας.

Για την ακρίβεια, αυτό το ελαφρό ραφιναρισμένο τραγούδι (προσθέστε στα ονόματα των δημιουργών του και εκείνο του Λέανδρου Κόκκορη, που επίσης συνεργάστηκε με την Τζένη Βάνου) και που ήταν έτοιμο να ανοίξει την περπατησιά του στο εξωτερικό (αν δεν την άνοιξε κιόλας) είχε ήδη στα μέσα του ’60 βρει με χαρακτηριστική ευκολία την ιέρειά του στο πρόσωπο της Βάνου.

Σήμερα που η μεγάλη τραγουδίστρια δεν είναι πια εδώ μπορούμε να πούμε πως αυτό το ρεύμα είχε στο κέντρο του την ίδια και γύρω μια σειρά ταλαντούχων ερμηνευτριών. Αυτό όμως το ρεύμα ποδοπατήθηκε από το κιτς και το φολκλόρ της επταετίας με τον ίδιο τρόπο που ποινικοποιήθηκε ο πλούτος του δημοτικού τραγουδιού και με τον ίδιο τρόπο που η χούντα κατάφερε συντριπτικό πλήγμα στην προσπάθεια να διαμορφωθεί μια αστική τάξη με μια κάποια καλλιέργεια. Ενα ρεύμα που με τη δική του ευθύνη βέβαια υπηρέτησε την επταετία πολιτιστικά (θυμηθείτε το «Πού να ‘ναι ο ίσκιος σου Θεέ» με την Κλειώ Δενάρδου ή τις γιορτές στα στάδια) και μοιραία χάθηκε στις συμπληγάδες των αμπέχονων της Μεταπολίτευσης και του νέου λαϊκού τραγουδιού που διαμορφώθηκε από το 1974 και μετά. Και μπορεί η Τζένη Βάνου να υπηρέτησε τη νέα συνθήκη μετά τη Μεταπολίτευση, τώρα όμως που έφυγε πήρε μαζί της εκείνη την brilliant εικόνα της δεκαετίας του ’60. Την εικόνα και των πιο δικών της ωραίων χρόνων.