«Οι φυλακές δεν πρέπει και δεν είναι τόποι τιμωρίας και απομόνωσης, αλλά χώροι που η πολιτεία και η κοινωνία πρέπει να δίνει το χέρι στους ανθρώπους, που για διάφορους λόγους βρέθηκαν εκεί, κρίθηκαν και υπόκεινται τις συνέπειες».

Με κυρίαρχη αυτή την πεποίθηση η Χαρά Κουτσομιχάλη ανέλαβε προ ημερών το τιμόνι των μεγαλύτερων φυλακών της χώρας στον Κορυδαλλό. Εχοντας στο ενεργητικό της μια κατά γενική ομολογία επιτυχημένη θητεία ως διευθύντρια των γυναικείων φυλακών Ελεώνα Θηβών, η κυρία Κουτσομιχάλη βρέθηκε τυχαία στον χώρο του σωφρονιστικού συστήματος όταν το 1986 αναζητώντας δουλειά, διορίστηκε ως διοικητική υπάλληλος στις γυναικείες φυλακές, που βρίσκονταν τότε στον Κορυδαλλό.

Ωστόσο, αυτή η σύμπτωση στάθηκε απαρχή για μια συνειδητή επιλογή ζωής μέσα από την υπηρέτηση του συγκεκριμένου χώρου, τον οποίο –όπως αναφέρουν πρόσωπα που τη γνωρίζουν καλά –αγάπησε. Απόφοιτος της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών, στη σταδιοδρομία της ανέλαβε το 1997 προϊστάμενη τμήματος και αναπληρώτρια διευθύντρια των φυλακών Κορυδαλλού, ενώ το 2000 έγινε προϊσταμένη διεύθυνσης και υπεύθυνη στην κεντρική αποθήκη υλικού φυλακών. Το 2003 θα αναλάβει τις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού και από το 2008 οπότε και μεταφέρονται στον Ελεώνα θα διευθύνει το κατάστημα.

Ο τίτλος της «μεγάλης μαμάς», που της έχει αποδοθεί ακόμη και από τις ίδιες τις κρατούμενες, συνδέεται με τη δραστηριότητα και τις ενέργειές της στη διοίκηση των γυναικείων φυλακών, αλλά κυρίως με το τρίπτυχο με βάση το οποίο σταθερά έχει επιλέξει όλα αυτά τα χρόνια να κινείται και αφορά τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τον σεβασμό στην προσωπικότητα των κρατουμένων και την εξασφάλιση ανθρώπινων συνθηκών διαβίωσης.

«Ενα πλήρωμα που παλεύει πάνω στα κατάρτια, κάτω στ’ αμπάρια, πίσω απ’ την τιμονιέρα να κρατήσει ίσα τη ρότα σ’ ένα ατέλειωτο ταξίδι χωρίς λιμάνι μα μ’ έναν προορισμό. Οταν για κάθε επιβάτη σημάνει το τέλος του ταξιδιού μια άλλη μέρα να ‘χει ανατείλει για τον καθένα». Με αυτά τα λόγια η ίδια η κυρία Κουτσομιχάλη περιγράφει εξάλλου τον ρόλο της διεύθυνσης και του προσωπικού των φυλακών σε εισαγωγικό της σημείωμα στο ιστολόγιο που έπειτα από δική της προτροπή δημιούργησαν οι κρατούμενες στις φυλακές Ελεώνα.

«Ημερολόγιο φυλακής, όπως ημερολόγιο καταστρώματος» αναφέρει στο ίδιο σημείωμα και προσθέτει: «Του ημερολογίου μιας φυλακής γυναικών. Οχι εκείνου που γράφει η διευθύντρια σημειώνοντας τα σημαντικά – ασήμαντα της ζωής μιας φυλακής και κρατάει στο συρτάρι του γραφείου. Μα εκείνου που το γράφουν όλοι. Διευθύντρια, υπάλληλοι και κρατούμενες». Η απόφαση για τη δημιουργία ιστολογίου συνδέεται με την άποψη της κυρίας Κουτσομιχάλη πως πρέπει να υπάρξει αλλαγή νοοτροπίας ως προς την αντιμετώπιση των κρατουμένων και θα πρέπει ο κόσμος να μάθει περισσότερα γι’ αυτούς. Ιδιαίτερη έμφαση δίνει στο πλαίσιο αυτό στην ανάγκη ουσιαστικής δεύτερης ευκαιρίας.

Και οι παρεμβάσεις της το επιβεβαιώνουν, καθώς πρωτοστάτησε για τη λειτουργία σχολείων δεύτερης ευκαιρίας στις φυλακές αλλά και πληθώρας εκπαιδευτικών προγραμμάτων όπως το πρόγραμμα Οδυσσέας για εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας σε αλλοδαπές κρατούμενες ή το ειδικό πρόγραμμα για να μάθουν οι γυναίκες Ρομά να γράφουν και να υπογράφουν. Στις φυλακές Ελεώνα ανέπτυξε εξάλλου και μια σειρά άλλων προγραμμάτων για εκμάθηση ξένων γλωσσών ή ηλεκτρονικών υπολογιστών. Είναι γνωστές επίσης οι πρωτοβουλίες που είχε αναλάβει για τις μητέρες κρατούμενες. Επειτα από παρεμβάσεις της, προωθήθηκε για παράδειγμα νομοθετική ρύθμιση ώστε να αναγνωρίζεται ο χρόνος παραμονής κρατουμένων με τα ανήλικα παιδιά τους. Ειδικότερα, οι μητέρες αδυνατούσαν να εργαστούν προκειμένου να τύχουν των ευεργετικών διατάξεων για μείωση της ποινής. Με τη ρύθμιση αναγνωρίστηκε πως κάθε μέρα παραμονής κρατούμενης με το ανήλικο παιδί της ισοδυναμεί με δύο ημέρες εκτιόμενης ποινής.