Η επωδός των πολιτικών μας είναι η επίδειξη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης προς την Ελλάδα. Η αντιμετώπιση της χώρας όχι με μοναδικό γνώμονα τον συσχετισμό ισχύος μεταξύ δανειστή και οφειλέτη αλλά με καθοριστικό κριτήριο την αλληλεγγύη που χαρακτηρίζει την Ευρώπη. Αλληλεγγύη όμως που οι πολιτικοί μας δεν εξασκούν εντός της χώρας.

Θα εστιάσω στους παλιννοστούντες, διότι η περίπτωσή τους αναδεικνύει καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη ότι για την ελληνική πολιτική τάξη ο συσχετισμός ισχύος καθορίζει τον βαθμό προστασίας, μέγιστο ή μηδενικό, που μια κοινωνική ομάδα απολαμβάνει και όχι η έννοια της αλληλεγγύης, από όποιο ιδεολογικό χώρο και εάν αυτή εκπορεύεται.

Η κρίση του 2008 βρήκε τους παλιννοστούντες σε πολύ πιο ευάλωτη θέση από την πλειονότητα του ελληνικού πληθυσμού, με ελάχιστη σωρευμένη αποταμίευση και μη δυνάμενοι να βασιστούν σε ενδοοικογενειακές μεταβιβάσεις, μια που οι συγγενείς τους βρίσκονταν σε ανάλογη οικονομική κατάσταση. Το τελειωτικό χτύπημα υπήρξε η ρύθμιση του τρίτου Μνημονίου βάσει της οποίας οι περισσότεροι ηλικιωμένοι παλιννοστούντες στερήθηκαν τις πενιχρές τους συντάξεις. Η μοναδική κατηγορία Ελλήνων, δηλαδή, όπου η συνταξιοδοτική κάλυψη εκμηδενίστηκε.

Γνωρίζουμε ότι η ΝΔ δεν θα αποφάσιζε ποτέ να αναλάβει να υποστηρίξει αλλοδαπούς, όσο αναξιοπαθούντες και εάν είναι, όσα χρόνια και εάν διαμένουν στην Ελλάδα. Τους παλιννοστούντες όμως; Η ΝΔ τους ενθάρρυνε να κατοικήσουν στη Θράκη. Οι παλιννοστούντες αποτέλεσαν συνέχεια της εθνικής πολιτικής από την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922 για την εδραίωση της ηγεμονίας του ελληνικού στοιχείου στη Βόρεια Ελλάδα. Οταν η ίδια η Νέα Δημοκρατία εκμηδενίζει τις συντάξεις των παλιννοστούντων βιάζει βάναυσα την ίδια την αντίληψη που έχει ως δεξιό κόμμα για την ελληνική ταυτότητα, προκαλεί βαθύ ρήγμα στη συνοχή του εθνικού σώματος όπως η ίδια το αντιλαμβάνεται.

Τα πράγματα δεν είναι καλύτερα ούτε στην Κεντροαριστερά. Το ΠαΣοΚ ενέταξε τους υπερήλικες παλιννοστούντες στις συντάξεις του ΟΓΑ το 1997 με το σκεπτικό ότι όταν μία ομάδα του πληθυσμού, για λόγους ιστορικούς ή ανωτέρας βίας, δεν έχει θεμελιώσει ανταποδοτικά συνταξιοδοτικά δικαιώματα, όπως οι αγρότες και οι παλιννοστούντες αντίστοιχα, παρά ταύτα πρέπει να της παρέχεται η ελάχιστη σύνταξη για την αξιοπρεπή διαβίωση. Το ΠαΣοΚ πρόσφατα κάλεσε την κυβέρνηση να επεκτείνει ή να αποκαταστήσει το δίκτυο κοινωνικής προστασίας σε ευπαθείς ομάδες, από τους μακροχρόνια ανέργους μέχρι τους παλιννοστούντες συνταξιούχους. Αμέλησε να προτείνει από ποιες κατηγορίες κοινωνικών δαπανών θα αποστερηθούν αυτοί οι πόροι. Η ΔΗΜΑΡ στο ιδρυτικό της συνέδριο –εάν αυτό δεν είναι προπατορικό αμάρτημα –απέρριψε την πρόταση Ματσαγγάνη για μια «δίκαιη λιτότητα»: τη μεταβίβαση πόρων από τις παροχές οι οποίες εκπροσωπούν την ισχύ των αποδεκτών τους και όχι το μέγεθος των αναγκών τους, είτε ακόμη το ύψος των ανταποδοτικών εισφορών τους, στις παροχές προς τις πλέον ευπαθείς ομάδες. ΠαΣοΚ και ΔΗΜΑΡ έχουν προφυλάξει, τηρουμένων των αναλογιών που έχει δημιουργήσει η κρίση, τους ισχυρούς και έχουν αφήσει στην τύχη τους αδύνατους.

Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμη πιο ανεδαφική, υπέρ της αποκατάστασης των συντάξεων των παλιννοστούντων αλλά και όλων των άλλων συνταξιοδοτικών και ασφαλιστικών παροχών στα προ της κρίσης επίπεδα. Το αυτοπροσδιοριζόμενο κατεξοχήν κόμμα της Αριστεράς κατεξοχήν αρνείται τις συνέπειες της υπεράσπισης των πλέον αδυνάτων.

Σε ποιο καταληκτικό συμπέρασμα οδηγούμεθα από την περίπτωση της εκμηδένισης των συντάξεων των παλιννοστούντων; Στο ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει είτε σοβαρή εθνικιστική είτε σοβαρή αριστερή ιδεολογία η οποία να εδραιώνει την κοινωνική αλληλεγγύη. Υπάρχουν οι κυρίαρχοι συσχετισμοί του πελατειακού συστήματος που κρίνουν ποιος θα μπορέσει να θερμάνει το διαμέρισμά του και ποιος θα κινδυνέψει να πνιγεί από τις αναθυμιάσεις ενός μαγκαλιού. Και στο ότι η πολιτική μας ηγεσία έχει μηδενικό ηθικό έρεισμα όταν επικαλείται την αλληλεγγύη του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Διότι η ίδια αυτή η πολιτική ηγεσία αντιμετωπίζει τις ομάδες που συνθέτουν τον πληθυσμό της χώρας με γνώμονα και μόνο την πολιτική ισχύ και όχι την κοινωνική αδυναμία.

O Αντώνης Καμάρας είναι πολιτικός επιστήμονας