Ο Κώστας Φιλίνης, διανοούμενος, αντιστασιακός, μια από τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες της Ανανεωτικής Αριστερας, πέθανε σε ηλικία 93 ετών.

Ο Φιλίνης υπήρξε επί δεκαετίες κεντρικό πρόσωπο στις ζυμώσεις της ελληνικής Αριστεράς. Πέρασε πολλά χρόνια στις φυλακές και στην παρανομία και μαζί με την αγωνιστική του δράση ανέπτυξε πλούσιο θεωρητικό έργο.

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Βαγγέλης Βενιζέλος αναφερόμενος στο θάνατο του Κώστα Φιλίνη και αφού εξέφρασε τα συλλυπητήρια του στην οικογένεια του θανόντος, σημείωσε τα εξής:

«Ο Κώστας Φιλίνης υπήρξε εμβληματική μορφή της ανανεωτικής αριστεράς, συνδύαζε με υποδειγματικό τρόπο την ευαισθησία και την αποστασιοποίηση του γνήσιου διανοούμενου με την αγωνιστικότητα και την ετοιμότητα ενεργού συμμετοχής του γνήσιου πολιτικού αγωνιστή. Προσωπικότητα που συγκέντρωνε εθνικό σεβασμό, ο Κώστας Φιλίνης έγραψε τη δική του σελίδα στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας».

Η ΔΗΜΑΡ τη Δευτέρα σε σχετική της ανακοίνωση:

«Αποχαιρετούμε σήμερα τον σύντροφο Κώστα Φιλίνη. Μια ιστορική φυσιογνωμία της Ανανεωτικής Αριστεράς. Ο Κ. Φιλίνης σε όλη του τη ζωή αγωνίστηκε με αυταπάρνηση για τις ιδέες της κοινωνικής δικαιοσύνης, για τις ιδέες του σοσιαλισμού με Δημοκρατία και Ελευθερία. Ως διανοούμενος συνέβαλε αποφασιστικά για τη σύγκλιση της Αριστεράς με τα νέα κοινωνικά κινήματα, με τη διεύρυνση της θεματολογίας των προγραμματικών θέσεων με τα νέα υποκείμενα κοινωνικών αλλαγών. Η συμβολή του θα είναι πάντα επίκαιρη για μια νέα ταυτότητα της αναζήτησης των δυνάμεων του δημοκρατικού σοσιαλισμού».

Ο Κώστας Φιλίνης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1921. Το 1940, σπουδαστής στοτμήμα Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων του Πολυτεχνείου, προσχώρησεστο λαϊκό κίνημα και οργανώθηκε στην ΟΚΝΕ. Από τα ιδρυτικά στελέχη της ΕΠΟΝ το 1943, μετέχει στην εθνική αντίσταση από τη θέση του μέλους του Κεντρικού Συμβουλίου και στη συνέχεια του Προεδρείου της.

Συνεχίζει τον αγώνα και μετά την απελευθέρωση. Στα χρόνια του εμφυλίου δουλεύει ως παράνομος στις οργανώσεις του ΚΚΕ της Αθήνας. Μετά από οκτώ χρόνια παρανομίας συλλαμβάνεται το 1955, καταδικάζεται σε ισόβια από το στρατοδικείο και μένει στη φυλακή μέχρι τα μέσα του 1966. Με την απελευθέρωσή του δουλεύει στην κεντρική διαφώτιση και στις οργανώσεις της ΕΔΑ και μετά ως υποδιευθυντής της Αυγής. Τον Απρίλιο του 1967, με την κήρυξη της δικτατορίας, περνάει ξανά στην παρανομία και είναι ένας από τους κυρίους οργανωτές του ΠΑΜ μαζί με τον Μίκη Θεοδωράκη. Συλλαμβάνεται τον Οκτώβριο του 1967 και καταδικάζεται πάλι σε ισόβια. Μένει στη φυλακή μέχρι το 1973 και ξανά στην παρανομία μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου.

Από τις φυλακές της Αίγινας το 1968 κατάγγειλε με άλλους κρατούμενους αγωνιστές του ΚΚΕ τη διάσπαση του κομμουνιστικού κόμματος και υποστήριξε την ίδρυση του ΚΚΕ Εσωτερικού. Μέλος του Πολιτικού Γραφείου του, συνέβαλε στη μετεξέλιξή του σε Ελληνική Αριστερά (ΕΑΡ) και αργότερα στην ίδρυση του Συνασπισμού.

Στα χρόνια των κρατήσεών του μετέφρασε το βιβλίο του Ζ. Γκυγιωμώ, «Κυβερνητική και διαλεκτικός υλισμός», «Για τον Μακιαβέλι, την Πολιτική και το Σύγχρονο Κράτος» του Α. Γκράμσι, τον Α΄ τόμο του βιβλίου του Νίκου Πουλαντζά, «Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις», τη «Γερμανική ιδεολογία» του Καρλ Μαρξ.

Δημοσίευσε άρθρα και μελέτες σε περιοδικά και εφημερίδες της Αριστεράς. Διατέλεσε ευρωβουλευτής της ΕΑΡ την περίοδο 1985-1989 και συνεκδότης της Αυγής 1993-1998 και μετά στο διοικητικό της συμβούλιο.