Σημαίνει ότι τρεφόμαστε με τροφές ανεπεξέργαστες, οργανικές και αποκλειστικά ωμές, όπως υπάρχουν στη φύση. Είναι ένα είδος διατροφής που αρχικά προτάθηκε από τον ελβετό γιατρό Μαξιμίλιαν Μπίρχερ Μπένερ, ο οποίος είναι επίσης γνωστός ως εφευρέτης των μούσλι (μείγμα δημητριακών για το πρωινό). Αφού ιάθηκε από ίκτερο τρώγοντας φρέσκα μήλα, ο Μπένερ άρχισε να κάνει πειράματα για τις επιπτώσεις των ωμών φρούτων και λαχανικών στην υγεία του ανθρώπου και το 1897 άνοιξε ένα σανατόριο στη Ζυρίχη όπου θεράπευε ασθενείς με ωμοφαγική δίαιτα. Πρόσφατα η τάση της ωμοφαγίας άρχισε να αποκτά και πάλι οπαδούς που τρέφονται κυρίως με φύτρα οσπρίων και δημητριακών, σπόρους, ξηρούς καρπούς και φρέσκους χυμούς φρούτων και λαχανικών που θεωρούνται ιδιαίτερα αποτοξινωτικοί και τονωτικοί για τον οργανισμό. Οι ωμοφάγοι είναι αποκλειστικά φυτοφάγοι ή και κρεοφάγοι αφού κάποιοι τρώνε επίσης αυγά, ψάρια (σασίμι) και κρέας (καρπάτσιο και ταρτάρ) και απαστερίωτα –μη ομογενοποιημένα γαλακτοκομικά προϊόντα (φρέσκο γάλα, φρέσκο τυρί και γιαούρτι). Παρόμοια είναι και η παραδοσιακή διατροφή διαφόρων φυλών όπως οι Αβορίγινες της Νέας Ζηλανδίας, οι Νένετ της Σιβηρίας και οι Εσκιμώοι της Αλάσκας και του Καναδά (Ινουίτ). Γενικά, η ωμοφαγική διατροφή, που υπόσχεται πολύ καλή υγεία και φυσική κατάσταση, μπορεί να περιλαμβάνει οποιαδήποτε τροφή ωμή ή μαγειρεμένη σε θερμοκρασία το πολύ 40-45 βαθμών Κελσίου αφού ό,τι μαγειρεύεται σε μεγαλύτερη θερμοκρασία χάνει τα περισσότερα ωφέλιμα για τον οργανισμό συστατικά, όπως είναι οι βιταμίνες και τα ένζυμα που βοηθάνε στον μεταβολισμό.