Ο τίτλος ήταν «Δημοσιογράφος της ημέρας: Μαρία Νοβέλα Οπο». Ακολουθούσε ένα σύντομο βιογραφικό: «Η Μαρία Νοβέλα Οπο υπερηφανεύεται ότι εργάζεται στην Ουνιτά από τα τέλη του ’73. Από τότε δεν έχει εργαστεί κάπου αλλού. Αυτές τις τέσσερις δεκαετίες, δηλαδή, συντηρείται από τα χρήματα των φορολογουμένων μέσω της οικονομικής βοήθειας που λαμβάνει η εφημερίδα της από το κράτος». Επειτα μπορούσε να διαβάσει κανείς τον κατάλογο με τα «αδικήματα» της δημοσιογράφου. Και στο τέλος ερχόταν η απειλή: «Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων θα καταργήσει την κρατική χρηματοδότηση και η Οπο θα ψάχνει για δουλειά».

Οταν ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρός του χαρακτήριζαν τον Μπέπε Γκρίλο «ελπίδα της Ιταλίας», πιθανότατα δεν φαντάζονταν ότι εκείνος θα περνούσε τόσο βάναυσα τη γραμμή που χωρίζει τη διαφωνία από την προγραφή. Ο Γκρίλο δεν εξέφρασε μόνο μια έντονη δυσανεξία –τόσο οικεία στον ΣΥΡΙΖΑ –προς τα μέσα ενημέρωσης των οποίων οι απόψεις δεν του αρέσουν. Στοχοποίησε μια δημοσιογράφο. Ακόμη χειρότερα: την παρέδωσε βορά στο ανώνυμο πλήθος του Διαδικτύου. Ενας πρώην κωμικός και νυν πολιτικός, η ελπίδα μιας ολόκληρης χώρας, νομιμοποιεί το ηλεκτρονικό λιντσάρισμα. Εάν δηλώνεις αντισυστημικός ή ηθικός μπορείς να καλείς το κοινό σου να βάλει κι εκείνο ένα χεράκι καταθέτοντας τις δικές του προτάσεις για τον «δημοσιογράφο της ημέρας». Αν υποδύεσαι τον αγανακτισμένο ή τον επαναστάτη δικαιούσαι να κατηγορείς όποιον δεν σου αρέσει ότι είναι κάπου πουλημένος, στο σύστημα, στη διαπλοκή, στα συμφέροντα, στο καθένα ξεχωριστά και σε όλα μαζί. Είναι πολύ εύκολο, πάντα ανώδυνο και συνήθως αποτελεσματικό.

Το περασμένο Σάββατο ο αρθρογράφος της Ρεπούμπλικα Φραντσέσκο Μέρλο αφιέρωσε το άρθρο του στην προγραμμένη συνάδελφό του. «Είναι η αλήθεια ότι ο Γκρίλο δεν είναι τρομοκράτης ούτε μαφιόζος. Αλλά ο κώδικας της βίας που χρησιμοποιεί, οι απειλές του και οι προειδοποιήσεις του παραπέμπουν όλο και περισσότερο στην «ανορθογραφία» των τρομοκρατών και των μαφιόζων», έγραψε. Φυσικά, έγινε «δημοσιογράφος της ημέρας». Κάποιος επισκέπτης του μπλογκ του Γκρίλο τον χαρακτήρισε «μισθοφόρο», ένας άλλος «υπηρέτη των κομμάτων», ο τρίτος «κακομοίρη». Ευτυχώς κάποιος άλλος έδειξε κατανόηση: «Αν δεν ήταν αυτοί οι δημοσιογράφοι το Κίνημά μας θα έπιανε το 90%. Αλλά τι να κάνουν κι αυτοί; Πρέπει να βγάλουν το ψωμάκι τους. Εχουν οικογένειες να θρέψουν», εξήγησε στους υπόλοιπους.

Αν η ελπίδα πεθαίνει τελευταία και υπό την προϋπόθεση ότι έχει δίκιο ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Μπέπε Γκρίλο θα παραμείνει για καιρό ζωντανός στην πολιτική σκηνή της χώρας του. Συνεχίζοντας να προγράφει δημοσιογράφους και –γιατί όχι; –όποιους άλλους δεν θεωρεί δικούς του. Μόνο που έτσι δεν λειτουργούν μόνο οι τρομοκράτες και οι μαφιόζοι. Ετσι συμπεριφέρονται και οι φασίστες.