Ας μιλήσουμε για συντάξεις. Για συνταξιούχους (δίχως περικομμένες συντάξεις). Για περπατούρες και αναπηρικά αμαξίδια. Και για μουσική. Αλλωστε, αν κρίνουμε και από τη σύμπτωση με την πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του Ντάστιν Χόφμαν με το καλοστημένο «Κουαρτέτο», με τη Μάγκι Σμιθ, τη Μάικλ Γκαμπόν και την παλαίμαχη βαγκνερική κυρίως σοπράνο Γκουίνεθ Τζόουνς, που παίζει ακόμη στα θερινά σινεμά, είναι κάτι σαν μόδα το… στυλ συνταξιούχος.

Το λανσάρισε άλλωστε και στην όπερα, για την ακρίβεια στον κωμικό «Φάλσταφ» που ο Βέρντι έγραψε στα 79 του, ο ιταλός σκηνοθέτης Νταμιάνο Μικελέτο στην παραγωγή του έργου που προκάλεσε αίσθηση στο φετινό Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ. Γιορτάζονται άλλωστε και τα 200χρονα από τη γέννηση του «πατριώτη» ιταλού συνθέτη –όπως και του Βάγκνερ –και ο Μικελέτο θυμήθηκε το σχέδιο του Βέρντι να χτίσει έναν Οίκο Απόμαχων Μουσικών και Τραγουδιστών στο Μιλάνο, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Καμίλο Μπόιτο, αδελφού του λιμπρετίστα, σχέδιο που υλοποιήθηκε το 1899.

Σε αυτό τον Οίκο, την Casa Verdi, ήθελε απόμαχο και βουτηγμένο σε αναμνήσεις και όνειρα τον Φάλσταφ (τον μετρ στον ρόλο βαρύτονο Αμπρότζιο Μαέστρι, που έχει ήδη στο ενεργητικό του 19 διαφορετικές νέες παραγωγές του «Φάλσταφ») ο σκηνοθέτης, που επισκέφθηκε τον πραγματικό Οίκο και κινηματογράφησε αφηγήσεις απομάχων, για το βίντεο που πρόβαλε στο σκηνικό της παραγωγής στο Ζάλτσμπουργκ.

Βέβαια, όπως οι περισσότεροι τελευταία στον χώρο της όπερας, όπου η πρόκληση πουλάει πολύ τα τελευταία χρόνια, στην προσπάθεια να προσελκυστεί (έστω και με… γαργάλημα από τολμηρότητες) νέο κοινό, το πήγε και παραπέρα. Πέρα από το όραμα του Φάλσταφ με την κηδεία του, όπου τον τρυπούν με τις ομπρέλες τους μαυροφορεμένες μοιρολογήστρες, θέλησε τον Φάλσταφ και στο κλισέ του γερομπερμπάντη. Ομως μουσικού μπερμπάντη. Καθώς πάνω στο πιάνο της Casa Verdi επιχειρεί να αποπλανήσει την κυρία Αλις Φορντ (η ιταλίδα Φιορέντσα Τσεντολίν, η οποία, έτσι για την ιστορία, έχει αρνηθεί από άποψη να φορέσει οποιαδήποτε γούνα ή οπερατικό κοστούμι φτιαγμένο από δέρμα ως ακτιβίστρια υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων).

Βέβαια, η σεξουαλική σκηνή του «Φάλσταφ» δεν ήταν η μόνη πρόκληση στο φετινό Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ που θα ολοκληρωθεί στις αρχές Σεπτεμβρίου και έχει ήδη να περιμένει μια παραγωγή του βερντικού «Ντον Κάρλο» με την υπογραφή του σχεδόν μόνιμου εσχάτως στο περίφημο αυστριακό φεστιβάλ Πέτερ Στάιν. Η παράσταση του «Ονείρου θερινής νυκτός» του Σαίξπηρ, με μουσική του Φέλιξ Μέντελσον – Μπαρτόλντι, στο Ζάλτσμπουργκ φώτισε –με έμφαση –το ερωτικό στοιχείο του έργου, με μπόλικο γυμνό (έστω, ημίγυμνο), ερωτικές περιπτύξεις, αυτοσχέδια τζακούζι των ξωτικών, ακόμη και ένα περιπαθές και παρατεταμένο ομοφυλοφιλικό φιλί μεταξύ Πουκ και Ομπερον.

Το φετινό Φεστιβάλ Ζάλτσμπουργκ, που έχει αρχίσει να νιώθει την κρίση (σε επίπεδο αριθμού θεατών και ταχύτητας προπώλησης) στο… πετσί του, είχε άλλη μία σπάνια και κάποτε απαγορευμένη –από τους Ναζί –οπερατική λιχουδιά: τη «Ζαν ντ’ Αρκ» του Βάλτερ Μπράουνφελς, γραμμένη το 1943, έργο που έκανε όμως την πρεμιέρα του μόλις το 2008, όταν το ανέβασε στην Οπερα του Βερολίνου, ημιθανής, από το κρεβάτι του νοσοκομείου, ο Κριστόφ Σλίνγκενσιφ.

«Τζοβάνα ντ’ Αρκο», όμως του Βέρντι, αυτή τη φορά παρουσιάστηκε, επίσης σε συναυλιακή εκδοχή, και από τη σταρ του φεστιβάλ Αννα Νετρέμπκο (εμφανώς αδυνατισμένη) και από τον μεγάλο Πλάθιντο Ντομίνγκο, στην πανηγυρική επιστροφή του στην σκηνή –ύστερα από την παρ’ ολίγον ακύρωση. Καθότι ο διάσημος 72χρονος τενόρος και μαέστρος –που λίγο πριν είχε βρεθεί στην Αθήνα –στις αρχές Ιουλίου μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο με πνευμονική εμβολή και οι γιατροί του σύστησαν να παραμείνει κλινήρης για τέσσερις εβδομάδες. Ετσι, αναγκάστηκε να ακυρώσει και τις πέντε εμφανίσεις του στο Τεάτρο Ρεάλ της Μαδρίτης, ως Πάμπλο Νερούντα στην οπερατική εκδοχή (βασισμένη στην ταινία του βρετανού Μάικλ Ράντφορντ, με τον αείμνηστο βραβευμένο μετά θάνατον με Οσκαρ Μάσιμο Τροΐζι) του «Il Postino» από τον μεξικανοαμερικανό συνθέτη Ντανιέλ Κατάν.

Η επέτειος Βάγκνερ δεν πέρασε απαρατήρητη και στο Ζάλτσμπουργκ. Η Φιλαρμονική της Βιέννης, υπό τον Ντανιέλε Γκάτι αυτή τη φορά, προσέφερε τους «Αρχιτραγουδιστές της Νυρεμβέργης», μέσα σε μόλις 28 ώρες από τον «Φάλσταφ». Ενώ ο άλλος μεγάλος σταρ του φεστιβάλ, ο βενεζουελάνος τενόρος Ρολάντο Βιγιαζόν, σαγήνευσε το κοινό με την εφηβική (την έγραψε μόλις στα 16 του!) όπερα του Μότσαρτ «Λούτσιο Σίλα», στον ρόλο του ομώνυμου δικτάτορα της Ρώμης.