H καταγγελία των γονέων της μαθήτριας το 2006 δεν άφηνε περιθώρια αμφιβολίας: «Η κόρη μας δέχθηκε πρόσκληση για φαγητό στο σπίτι του και εμείς της το επιτρέψαμε πιστεύοντας ότι είχε προσκαλέσει και όλους τους μαθητές που προπονεί. Αποδείχθηκε ότι ήταν η μοναδική καλεσμένη. Στην πορεία, όπως μας διηγήθηκε η κόρη μας, άρχισε να χρησιμοποιεί προς το άτομό της ερωτικές εκφράσεις όπως «σ’ αγαπώ, γλύκα μου, κούκλα μου, αγάπη μου, ζουζουνάκι»». Οι γονείς έμαθαν επίσης ότι όταν ο γυμναστής τη συνόδευε σε αγώνες με το αυτοκίνητό του επιχειρούσε να της κρατά το πόδι και ενοχλούνταν όταν εκείνη έβαζε εμπόδιο τον σάκο της για να αποτρέψει την επαφή τους. «Της απαγόρευε να μιλάει σε οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο μέσα στο στάδιο. Κάποια φορά έκανε έλεγχο στο κινητό της. Στα μέσα Σεπτέμβρη ευρισκόμενοι στο στάδιο, προπονητής και αθλήτρια, αντί να την προπονεί της ζήτησε να γίνει το ταίρι του, να τεκνοποιήσει τα παιδιά του και της έκανε πρόταση γάμου», κατήγγειλαν οι γονείς, οι οποίοι έκαναν γραπτή αναφορά και στον πρώην υπουργό Υγείας Ευριπίδη Στυλιανίδη.  

Μέσα σε λίγο καιρό οι γονείς δέχθηκαν τη διαβεβαίωση ότι ο εν λόγω εκπαιδευτικός δεν θα υπηρετεί ώσπου να συνταξιοδοτηθεί σε Γυμνάσιο ή Λύκειο της περιοχής και ότι θα απασχολούνταν σε διαφορετικό πόστο όπου θα είχε ως αντικείμενο τη Φυσική Αγωγή.  Ωστόσο, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της νέας θέσης του ο γυμναστής εμφανίστηκε τον επόμενο χρόνο στο Γυμνάσιο όπου φοιτούσε η μαθήτρια. Και στις αρχές του 2008 η μαθήτρια πήρε τηλέφωνο τους γονείς της ζητώντας να πάνε να την πάρουν από το στάδιο όπου γυμναζόταν επειδή είχε μείνει μόνη της με τον εκπαιδευτικό και δύο άλλους αθλητές.

Σε απόφασή του το Πειθαρχικό Συμβούλιο που εξέτασε την υπόθεση επέβαλε ποινή στέρησης μισθού για 20 ημέρες, ενώ ο εκπαιδευτικός σήμερα έχει συνταξιοδοτηθεί.