Ο,τι συνέβη στη Χαλκιδική, με το νυχτομάγαζο που παρά το κλείσιμό του από το ΣΔΟΕ για φοροδιαφυγή λειτούργησε κανονικά με τον τραγουδιστή Πάνο Κιάμο να «τα σπάει» μετά τα μεσάνυχτα, θα μπορούσε να συνοψιστεί σε μια φράση της τόσο οικείας αντίστασης των Ελλήνων στα Μνημόνια: «Ο Στουρνάρας πήγε να βάλει λουκέτο στον πολιτισμό, αλλά του Ελληνος ο τράχηλος…». Μη γελάτε. Ακόμα και αν συγκαταλέγεστε σε εκείνες και εκείνους που το συγκεκριμένο είδος διασκέδασης σας απωθεί, ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι το ιδίωμα που τραγουδά ο συγκεκριμένος τραγουδιστής (και άλλοι, ο Ρέμος, π.χ., ο Παντελίδης ή η Πάολα) είναι τεκμήριο του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού. Εξίσου διαδεδομένο με τη φοροδιαφυγή και την περιφρόνηση του κράτους δικαίου.

Ο Πάνος Κιάμος, βεβαίως, δεν συμπεριφέρθηκε όπως ο συνάδελφός του, Αντώνης Ρέμος. Υπόλογος απέναντι στο κράτος, επειδή παραβίασε την απαγόρευση, είναι ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού. Ο τραγουδιστής είπε τα σουξέ, πάτησε τα γαρίφαλα με τα οποία τον έραναν, δόνησε τα πλήθη… Εκανε τη δουλειά του και αμαρτίαν ουκ έχει.

Ποια είναι η δουλειά του; Να εκφράζεται στην περιοχή του πιο δημοφιλούς ελληνικού τραγουδιστικού ιδιώματος της εποχής μας, του λεγόμενου «λαϊκοπόπ» (αν και πιο σωστό θα ήταν αυτά τα τραγούδια να τα αποκαλούμε «σκυλέ» ή «αρχοντοκαψούρικα»). Βαδίζει στα χνάρια ενός λαϊκού προτύπου της προηγούμενης εικοσαετίας, του Αντύπα («Είμαι στα χάι μου»): τραγουδάει, όπως και το πρότυπό του, τραγούδια με περιεχόμενο ερωτικό και αγαπησιάρικο, κάνει περφόρμανς στην πίστα, αλλά είναι πιο διαλλακτικός με το άλλο φύλο, πιο μετροσέξουαλ. Εχει λαϊκό έρεισμα κι ας μην μπορούν να πάνε όλοι στα κέντρα όπου εμφανίζεται. Τα «Κρύσταλλα», ένα από τα πρόσφατα σουξέ του, είναι από τα πιο λαοφιλή ακούσματα στις δυτικές συνοικίες. Οι Αλβανοί τρίτης γενιάς ορκίζονται στον Κιάμο, δεν είναι σπάνιο να ακούσεις τα τραγούδια του στα μπαράκια των Τιράνων. Δημοφιλής, επίσης, είναι στους φοιτητές.

Διότι, μην απατάσθε, το συγκεκριμένο ιδίωμα είναι από τα πιο αγαπημένα στα ελληνικά πανεπιστήμια. Ιδίως οι κομματικές νεολαίες των μεγάλων κομμάτων του δικομματισμού που χάσαμε, ΔΑΠ και ΠΑΣΠ, τα τελευταία χρόνια στο πολιτικό καμάκι προσέλκυσης νέων φοιτητών υπόσχονται εξόδους σε τέτοια νυκτερινά μαγαζιά. Οταν η καταξίωση της πανεπιστημιακής ζωής μεταφράζεται σε ξεσάλωμα και σε επίδειξη επί πίστας, με την αποφοίτηση το μάθημα έχει εμπεδωθεί.

Ο μακαρίτης Βαγγέλης Γιαννόπουλος, υπουργός σε πολλές κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, μιλούσε για πολιτιστικά κέντρα όταν αναφερόταν στα συγκεκριμένα νυχτομάγαζα. Ηταν από τους πρώτους πολιτικούς που απενοχοποίησε το ξεσάλωμα και την επίδειξη. Εκτοτε, οι αρχοντοκαψούρηδες αυξήθηκαν και επληθύνθησαν. Η ιδεολογία τους συγκεράζει την ερωτική κλαψούρα με την τρισχιλιετή πίστη στον αθάνατο ελληνικό πολιτισμό, την υποχρέωση στη φοροδιαφυγή ως απόδειξη της ανωτερότητας του Ελληνα. Ιδεολογία ταυτόσημη των χαρακτηριστικών της ελληνικής κρίσης. Και δεν υπάρχει σημαντικότερη μεταρρύθμιση από τη συντριβή της.