Το όνομά της βρίσκεται στις σελίδες πολιτισμού, στις βιβλιοκριτικές αλλά και στα οικονομικά ένθετα. Μετά την πρόσφατη συνένωση των διαφημιστικών εταιρειών Omnicom Group και Publicis Groupe, η πρόεδρος της Publicis βρίσκεται επικεφαλής ενός νέου ομίλου με αξία περίπου 35,1 δισ. δολαρίων και ηγεμονική θέση στην αγορά σε 45 χώρες

Βρεφικός θηλασμός, φεμινισμός, Διαφωτισμός, παρένθετη μητρότητα, συνένωση διαφημιστικών κολοσσών, λίστα εκατομμυριούχων. Λέξεις – κλειδιά για το ίδιο όνομα: Ελιζαμπέτ Μπαντεντέρ.

Στην εποχή της κυριαρχίας των οικονομικών θεωριών, της λατρείας του χρήματος, μια γυναίκα φιλόσοφος, υπέρμαχος του ευρωπαϊκού ορθολογισμού έτσι όπως τον κληροδότησαν οι εγκυκλοπαιδιστές του Διαφωτισμού, γίνεται το πρόσωπο της ημέρας. Οι συμπατριώτες της μιλάνε για τη διανοούμενη με τη μεγαλύτερη επιρροή. Ενώ στα αγγλοσαξονικά Μέσα η Ελιζαμπέτ Μπαντεντέρ παρουσιάζεται ως το αγκάθι και ταυτόχρονα η έμπνευση για τις σύγχρονες φεμινίστριες.

Η ιστορία της γαλλίδας αστής έχει όλα τα συστατικά των παράδοξων αντιφάσεων που ελκύουν τους προβολείς της δημοσιότητας για να φωτίσουν την προσωπικότητά της.

ΤΟ ΔΟΓΜΑ. «Μη χάσετε ποτέ την οικονομική σας ανεξαρτησία. Μην εγκαταλείψετε τη δουλειά σας. Θα πρέπει να είστε ικανές να επιβιώσετε χωρίς κάποιον άνδρα. Επειδή αν τύχει και δεν τα βρείτε με τον σύντροφό σας ή σας συμπεριφέρεται άσχημα και δεν έχετε τα μέσα για να τον αφήσετε, τότε είστε υποδουλωμένες» είναι η θέση της Μπαντεντέρ με την οποία συνόδευσε το τελευταίο της βιβλίο «Σύγκρουση: Η Γυναίκα και η Μητέρα». Σε αυτό επιχειρεί να αποτρέψει τις γυναίκες από το να νιώσουν ενοχή επειδή δεν επιθυμούν να ακολουθήσουν το μοντέλο της «τέλειας μητέρας» και ακολουθούν την επαγγελματική τους εξέλιξη.

Γεννήθηκε στις 5 Μαρτίου του 1944 στην Οτ ντε Σεν στη Γαλλία. Ο πατέρας της Μαρσέλ Μπλάουσταϊν Μπλανσέ υπήρξε ο ιδρυτής της μεγαλύτερης διαφημιστικής εταιρείας στη Γαλλία, της Publicis. Και η μητέρα της δούλεψε στο γαλλικό γυναικείο περιοδικό «Ελ». Και οι δύο γονείς πίστευαν στην ισότητα των φύλων, δίνοντας στα τρία κορίτσια τους την ευκαιρία της πρόσβασης στην παιδεία και τη γνώση.

Μέσα σε αυτό το ανοιχτών οριζόντων περιβάλλον ήταν αναμενόμενο να κυκλοφορούν βιβλία που έθιγαν ζητήματα για τη γυναικεία κατάσταση. Συζήτηση που είχε αρχίσει να θεριεύει στη Γαλλία της δεκαετίας του ’60. Τότε δηλαδή που η Ελιζαμπέτ Μπλανσέ διάβασε στα δεκάξι της το «Δεύτερο φύλο» της Σιμόν ντε Μποβουάρ και επηρεάστηκε από το πάθος της.

Μετά ήταν αναμενόμενο ότι θα ακολουθούσε πανεπιστημιακές σπουδές στη Φιλοσοφία και την Κοινωνιολογία. Αν και καταπιανόταν με τη διερεύνηση των ορίων της ανεξαρτησίας των γυναικών, στα 22 της παντρεύτηκε με τον πολλά υποσχόμενο δικηγόρο, διανοούμενο και κυβερνητικό αξιωματούχο Ρομπέρ Μπαντεντέρ, ο οποίος διετέλεσε υπουργός Δικαιοσύνης από το 1981 έως το 1986 στη σοσιαλιστική κυβέρνηση του Φρανσουά Μιτεράν.

Το διάστημα των σπουδών της στη Φιλοσοφία, από το 1966 έως το 1970, είναι ταυτόχρονα και χρόνια μητρότητας. Η νεαρή σύζυγος γεννά τρία παιδιά και κατορθώνει να διαχειριστεί τοκετούς, προφορικές εξετάσεις και πτυχιακές εργασίες. Ακολουθεί ένα διάστημα ερευνητικής και συγγραφικής παραγωγής που της ανοίγει τον δρόμο για τη θέση της λέκτορος Φιλοσοφίας στην Πολυτεχνική Σχολή του Παρισιού.

Από την αρχή της έρευνάς της η Ελιζαμπέτ Μπαντεντέρ ασχολήθηκε με θέματα που προκαλούσαν συγκρούσεις στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Κυρίως επειδή αντλούσε το ενδιαφέρον της από τις αναζητήσεις της για τη θέση της γυναίκας, για τον ορθολογισμό και την οικουμενικότητα των ηθικών αξιών την εποχή του Διαφωτισμού.

Το 1980 εξέδωσε το βιβλίο «Ο έρωτας επιπλέον» γράφοντας την ιστορία της μητρικής αγάπης από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα, με το επιχείρημα ότι αυτού του είδους η αγάπη της μητέρας προς το παιδί δεν είναι έμφυτη στις γυναίκες. Αργότερα έστρεψε το ενδιαφέρον της στα θέματα των φύλων σε ένα διεθνές πλαίσιο με το βιβλίο «Ο ένας είναι ο άλλος» (1986) και το 1992 επιχειρεί στο «XY – Η ανδρική ταυτότητα» (εκδ. Κάτοπτρο, 1994) μια μελέτη της ανδρικής ταυτότητας και της ομοφυλοφιλίας. Και ως διάλειμμα από τη σοβαρή έρευνα και την ακαδημαϊκή θεώρηση των πραγμάτων η κυρία φιλόσοφος – φεμινίστρια υπογράφει ένα εικονογραφημένο παραμύθι για παιδιά: «Το ταξίδι στη Λαπωνία του κυρίου Μοπερτουί». Το 1996 αναλαμβάνει θέση μέλους στο διοικητικό συμβούλιο της Publicis, όμως δεν εγκαταλείπει τη μάχη για τα γυναικεία πράγματα. Η φιλόσοφος θεωρεί τον φεμινισμό «μια από τις σημαντικότερες επαναστάσεις της σύγχρονης εποχής» και αφοσιώνεται στη συγγραφή του έργου «Σε λάθος δρόμο» (εκδ. Καστανιώτη 2005) που θα προκαλέσει σοκ και αντιδράσεις σε ορισμένους νεοφεμινιστικούς κύκλους. Η Μπαντεντέρ για άλλη μία φορά πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα. Η ερευνήτρια δεν μισεί το ανδρικό φύλο και επιχειρεί να εξυγιάνει τη φεμινιστική θεωρία από την ακραία υστερία της θυματοποίησης.

Καταγγέλλει έναν νεοφεμινισμό που παρουσιάζει τη γυναίκα ως εσαεί θύμα, σχεδόν άβουλο και απροστάτευτο παιδί, στο πλαίσιο μιας κοινωνίας στην οποία ο άνδρας παίζει τον ρόλο του βασανιστή – εξουσιαστή. Κρούει τον κώδωνα του κινδύνου υποστηρίζοντας ότι αυτός ο φεμινισμός της θυματοποίησης, που δίνει έμφαση στη βιολογική διαφορά, οδηγεί σε οπισθοδρομικό πουριτανισμό. Από αυτήν τη σύγκρουση το έργο της Ελιζαμπέτ Μπαντεντέρ κέρδισε μεγάλη δημοσιότητα, υψηλές πωλήσεις και η ίδια τον τίτλο της επίτιμης διδάκτορος στο Πανεπιστήμιο της Λιέγης το 2004.

Η ΓΥΝΑΙΚΑ – ΘΗΛΑΣΤΙΚΟ. Με αυτές τις θέσεις έφτασε στο παρόν. Και στο έργο της «Σύγκρουση» στο οποίο επισημαίνει στις γυναίκες την παγίδα της άδειας μητρότητας και του εξάμηνου θηλασμού. «Αν η γυναίκα υποβαθμίζεται στον ρόλο του ζώου – θηλαστικού 24 ώρες την ημέρα, ακόμη κι αν βάζει το παιδί στο κρεβάτι ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα, τότε ο πατέρας εκτοπίζεται παντελώς. Νομίζω ότι αυτό είναι πολύ σκληρό για τους άνδρες και νομίζω ότι το παιδί γίνεται παράγοντας που οδηγούν το ζευγάρι στον χωρισμό του».

Στη μεγάλη συζήτηση για το αν στα δημόσια σχολεία της Γαλλίας είναι επιτρεπτό τα κορίτσια να φοράνε μαντίλες, εκείνη εναντιώθηκε σε αυτό το δικαίωμα σημειώνοντας: «Αν επιτρέψουμε στις γυναίκες να φοράνε μαντίλες σε κρατικά σχολεία, τότε η κυβέρνηση και η Γαλλική Δημοκρατία θα έχουν επιδείξει με σαφήνεια τη θρησκευτική τους ανοχή, αλλά θα έχουν εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια για την οποιαδήποτε ισότητα των φύλων σε αυτήν τη χώρα».

Η ρηξικέλευθη σκέψη της συνεχίζει να προκαλεί τους συμπατριώτες της, αφού στη συζήτηση για τη νομιμοποίηση του γάμου μεταξύ ομοφύλων στη Γαλλία υπερασπίστηκε σε άρθρο της στην εφημερίδα «Μοντ» ακόμη και το δικαίωμά τους στην τεκνοποίηση με τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης και της παρένθετης μητρότητας.