«Σε πέντε βγαίνεις». Ούτε λόγος φυσικά για μακιγιέζ και κομμώτριες. Είχα βεβαίως μακιγιαριστεί μόνη μου, όπως έκανα σε όλα τα χρόνια της τηλεοπτικής μου πορείας, και επιτέλους έρχεται η μεγάλη στιγμή. Μπαίνω στο στούντιο, κάθομαι στην καρέκλα, μπροστά μου ένα γραφείο, και περιμένω. Ξαφνικά βλέπω απέναντί μου ακριβώς, στο τζάμι του control room, στριμωγμένους ΟΛΟΥΣ τους εργαζομένους να με κοιτούν! Θέλανε όλοι να δουν την καινούργια. Τι πανικός ήταν αυτός! Ενας καμέραμαν δίνει το σήμα να μιλήσω. Οι κάμερες Thomson της εποχής χωρίς κόκκινο φωτάκι. Αρχίζω να μιλώ. Τα χιλιάδες μάτια (έτσι μου φαίνονταν) καρφωμένα επάνω μου. Κυρίες και κύριοι. Ενας μαραγκός πίσω μου καρφώνει κάτι ξύλα, ένας ηλεκτρολόγος μπροστά μου φτιάχνει κάτι φώτα και εγώ καταμεσής του χώρου να μιλάω στους τηλεθεατές. Απερίγραπτο».

Ετσι περιγράφει η Κέλλυ Σακάκου την πρώτη της εμφάνιση στην ελληνική τηλεόραση. Σκόπευε να γίνει ηθοποιός, είχε σπουδάσει στη Σχολή Κατσέλη, με την προτροπή της μητέρας της όμως αποφάσισε να πάρει μέρος στον διαγωνισμό της ΕΙΡΤ. Και προσελήφθη τον Μάρτιο του 1971 μαζί με τη Ρίτα Ασημακοπούλου και τη Μακώ Γεωργιάδου, αφού προκρίθηκαν ύστερα από αμέτρητα δοκιμαστικά ανάμεσα σε 800 κορίτσια που είχαν λάβει μέρος.

Πέντε χρόνια νωρίτερα, στις 23 Φεβρουαρίου του 1966, στις 18.30 ακριβώς, η Ελένη Κυπραίου με την ωραία και καθαρή φωνή της είχε αναγγείλει τη γέννηση της Ελληνικής Τηλεόρασης: «Καλησπέρα σας. Από σήμερα το Εθνικόν Ιδρυμα Ραδιοφωνίας καθιερώνει το νέο του βραδινό ωράριο για τις τεχνικές δοκιμές του Πειραματικού Σταθμού Τηλεοράσεως».

Από την πρώτη χρονιά της λειτουργίας της τα προγράμματα παρουσίαζαν η Ιρις Χαραμή, η πρώτη φυσική ξανθιά της ελληνικής τηλεόρασης, η Σόνια Ζωίδου και η Αλέκα Μαβίλη, οι οποίες όμως ήταν πολύ συνεσταλμένες για να κινήσουν το ενδιαφέρον των τηλεθεατών. Ολα άλλαξαν έναν χρόνο αργότερα, όταν εμφανίστηκε η ωραία και σέξι Νάκη Αγάθου, η βαμπ με τις περίτεχνες φουσκωτές κομμώσεις, η οποία μέχρι τότε δούλευε ως εκφωνήτρια του ραδιοφώνου της Κέρκυρας.

Ο αισθησιασμός που εξέπεμπε –καμία σχέση με το ύφος σύγχρονων τηλεπαρουσιαστριών –ήταν αρκετός για να γίνει ένα από τα πιο αγαπητά πρόσωπα της μικρής οθόνης. Και τον Απρίλιο του 1969, στον διαγωνισμό για τους δημοφιλέστερους τηλεπαρουσιαστές που διοργάνωσε η Ελληνική Εταιρεία Προγραμμάτων Τηλεόρασης η Νάκη Αγάθου ήρθε πρώτη με διαφορά, αφήνοντας πίσω της ονόματα της εποχής όπως η Σάσα Μανέτα και η Εύα Ιωαννίδου. Και συνέχισε να δουλεύει μέχρι το 1987, οπότε και αποσύρθηκε εντελώς από τη δημοσιότητα.

Η Μακώ Γεωργιάδου, κόρη του συνθέτη και μαέστρου Αλέκου Γεωργιάδη, είχε αναλάβει την παρουσίαση του Φεστιβάλ Τραγουδιού της Eurovision. Είχε γεννηθεί στο Γιοχάνεσμπουργκ, μιλούσε πέντε γλώσσες, δικαίως λοιπόν είχε θεωρηθεί ιδανική για τη θέση αυτή. «Το 1980 βρεθήκαμε μαζί στη Χάγη της Ολλανδίας, εκείνη για να περιγράψει τον διαγωνισμό και εγώ για να παρουσιάσω live τη συμμετοχή του ελληνικού τραγουδιού. Δεν θα ξεχάσω την αγάπη και την εκτίμηση με τις οποίες περιέβαλαν τη Μακώ οι συνάδελφοι από άλλες χώρες, ο πρόεδρος και τα μέλη της οργανωτικής επιτροπής», θυμάται η Κέλλυ Σακάκου. Παρ’ όλα αυτά, το 1986 χωρίς καμία εξήγηση η Μακώ Γεωργιάδου αντικαταστάθηκε και έξι χρόνια αργότερα έφυγε από τη ζωή πικραμένη.

Οι «Μουσικοί Περίπατοι» που γράφονταν ζωντανά σε εξωτερικούς χώρους ήταν η πρώτη εκπομπή που ανέλαβε η Κέλλυ Σακάκου και είχε μεγάλη επιτυχία. Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, η Βίκυ Μοσχολιού, η Χάρις Αλεξίου, ο Γιώργος Νταλάρας ήταν μερικοί από τους καλεσμένους της. Ακολούθησε το «Καλειδοσκόπιο» όταν το άφησε ο Φρέντυ Γερμανός για το «Αλάτι και Πιπέρι». Στη συνέχεια παρουσίασε πολλές ψυχαγωγικές, λογοτεχνικές και πολιτικές εκπομπές, ενώ δούλευε επίσης στο ραδιόφωνο παρουσιάζοντας μουσικές εκπομπές της εταιρείας Μίνως.

Ποια ήταν η αγαπημένη της; «Μια εξαιρετική εκπομπή που κάναμε μαζί με την Ελευθερία Ντάνου, κριτικό κινηματογράφου. Τότε εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην τηλεόραση ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Παντελής Βούλγαρης, ο Γιάννης Μαρής», θυμάται η παρουσιάστρια.

Η Κέλλυ Σακάκου διατηρεί έντονες αναμνήσεις από εκείνη την περίοδο, κατά την οποία γνώρισε πολύ σημαντικούς ανθρώπους. Θυμάται με μεγάλη νοσταλγία τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, τον Βασίλη Βασιλικό, τον Δημήτρη Χορν και βεβαίως τον Αλέξη Σολομό, οι οποίοι είχαν υπάρξει κατά διαστήματα διευθυντές της Ελληνικής Τηλεόρασης. «Η γνωριμία με τέτοιου είδους ανθρώπους σε βοηθούσε να βελτιωθείς», επισημαίνει.

Από το 2000 δούλεψε επίσης στην ιδιωτική τηλεόραση, αρχικά στο Mega κατόπιν στον Alpha και το Alter. «Δεν άρεσε στους δικούς μου, αλλά εγώ περνούσα καλά», λέει. Γιατί όχι; Είχε την ελευθερία να λέει ό,τι θέλει και πληρωνόταν πολύ καλά. Και ποια είναι τα προσόντα μιας επιτυχημένης τηλεπαρουσιάστριας; «Η λάμψη και βέβαια η καλή άρθρωση, η καλή εκφορά, η σωστή γλώσσα» απαντάει, ενώ επισημαίνει επίσης ότι «το μυστικό της τηλεοπτικής διάρκειας είναι η ταπεινότητα. Η αλαζονεία προηγείται της πτώσης».

Πρόσφατα είδαμε και πάλι την Κέλλυ Σακάκου στους δέκτες μας στον ρόλο της εκφωνήτριας στο «Γίνε καναλάρχης», τη διαδραστική τηλεοπτική τηλεοπτική καμπάνια του Mega. Απόλυτα ταυτισμένη με το παρελθόν της τηλεόρασης, εκλήθη να προλογίσει για άλλη μια φορά σειρές, σόου και τηλεπαιχνίδια που επέλεξαν οι τηλεθεατές να προβληθούν. Και το δέχτηκε με μεγάλη χαρά.

Μια γλυκιά παρουσία

Μητέρα τεσσάρων αγοριών –από 39 μέχρι 23 ετών ο μικρότερος –η Ρίτα Ασημακοπούλου, η οποία σήμερα αρθρογραφεί στην ιστοσελίδα του γιου της e-reporter.gr, άφησε επίσης τη σφραγίδα της στη μικρή οθόνη, όπου έκανε τη δουλειά της με μεγάλο μεράκι και αφοσίωση. «Από το Αρσάκειο και ένα σπίτι αυστηρό βρέθηκα στην ΕΙΡΤ. Και παρ’ όλο που μου έγιναν πολλές προτάσεις, τις αρνήθηκα όλες. Θυμάμαι, κάναμε ένα ντοκιμαντέρ με τον Νέστορα Μάτσα που πήρε αργυρό μετάλλιο στη Μασσαλία και ο Νέστορας ήρθε με ενθουσιασμό να μου πει ότι το Εθνικό Θέατρο της Γαλλίας μού πρότεινε μια σύμβαση έξι χρόνων. Θα σπούδαζα και θα δούλευα ταυτοχρόνως. Του είπα πως δεν γινόταν γιατί ήμουν αρραβωνιασμένη».

Σοβαρή και μετρημένη, η Ρίτα Ασημακοπούλου άρχιζε πάντα με τη φράση «Κυρίες και κύριοι, καλημέρα σας». Η πρώτη της εκπομπή ήταν οι «Σκοποί του τόπου μας» μαζί με τον Κώστα Κούρτη και ήταν η πρώτη που παρουσίαζε τον καιρό στο δελτίο ειδήσεων πριν προσληφθούν μετεωρολόγοι γι’ αυτή τη δουλειά. Μετά πέρασε στο τμήμα ειδήσεων. Ταυτόχρονα σπούδασε Δημοσιογραφία, Αρχιτεκτονικό Σχέδιο στη Σχολή Βακαλό και Σκηνοθεσία με τη σκέψη να κάνει κάτι άλλο «όταν δεν θα τη θέλει πια το γυαλί». Σπάνια έλειπε από το πόστο της, ακόμη και πριν από τη γέννα ήταν σχεδόν μέχρι την τελευταία στιγμή στο στούντιο.

«Ηταν δύσκολες εποχές, μερικές φορές δεν ξέραμε καν αν θα πληρωθούμε, αλλά είχαμε πολύ αξιόλογους συναδέλφους, ήμασταν όλοι δεμένοι, περνούσαμε πολλές ώρες εκεί, το στούντιο ήταν σαν το σπίτι μας, η αγάπη μας». Και οι πιο δυνατές στιγμές της; «Δύο φορές κόντεψα να πάθω καρδιακό στην τηλεόραση. Η μία ήταν στις 2 Ιουνίου 1971, όταν ο Παναθηναϊκός αντιμετώπισε τον Αγιαξ του Αμστερνταμ στο Γουέμπλεϊ. Βγαίναμε από τα γραφεία του ΟΤΕ στον 5ο όροφο και έπρεπε να κάνω την εκφώνηση. Ηταν συγκλονιστικό, υπήρχε τόση ένταση στην ατμόσφαιρα. Αν και η ελληνική ομάδα έχασε 2-0, ο θρίαμβος ήταν τεράστιος και έκανε τους Ελληνες να παραληρούν, αφού κατόρθωσε να φτάσει στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών Ευρώπης.

Εκεί που νόμιζα ότι θα σβήσω όμως ήταν δύο χρόνια νωρίτερα, στις 20 Ιουλίου 1969, ημερομηνία – ορόσημο για την ανθρωπότητα καθώς ο άνθρωπος πάτησε για πρώτη φορά το πόδι του στο φεγγάρι. Ηταν οι αστροναύτες Νιλ Αρμστρονγκ και Εντουιν ΜπαζΟλντριν, δύο από τα μέλη της αμερικανικής διαστημικής αποστολής «Apollo 11″ που περπάτησαν στη Σελήνη. Θα τις θυμάμαι πάντα εκείνες τις ημέρες όπως και εκείνη που ανήγγειλα ότι περνάμε από την ασπρόμαυρη στην έγχρωμη τηλεόραση».

Η Ρίτα Ασημακοπούλου δεν δούλεψε ποτέ στην ιδιωτική τηλεόραση και αυτό είναι το μόνο πράγμα για το οποίο ίσως έχει μετανιώσει. Σταμάτησε να εμφανίζεται στο γυαλί πριν από 24 χρόνια. Της λείπει; Οχι, θα μου πει, γιατί «έχω πολλά πράγματα να κάνω στη ζωή μου».

«Κυρίες και κύριοι, καληνύχτα σας»