Το «Μινόρε της αυγής», σε σκηνοθεσία Φώτη Μεσθεναίου, συνδυάζοντας την υψηλή ποιότητα παραγωγής με ένα σενάριο που αντανακλούσε με απόλυτη συνέπεια τα κυρίαρχα πολιτισμικά στοιχεία της εποχής και δη την αναζήτηση μιας «λαϊκής αυθεντικότητας» στο ρεμπέτικο τραγούδι, γίνεται ένα είδος συμβόλου της νέας τηλεοπτικής εποχής. Αλλο αν έμελλε να ξεχαστεί γρήγορα – όχι από τους πρώτους θεατές του – μέσα στη δίνη μιας ξέφρενης διόγκωσης της εγχώριας αγοράς με τα γνωστά αφασικά, τηλεοπτικώς κατευθυνόμενα, πολιτισμικά σύνδρομα.

Τα τραγούδια του Βαμβακάρη, του Τσιτσάνη, του Χατζηχρήστου συνοδεύουν το στόρι, με πρωταγωνιστή έναν ταλαντούχο ρεμπέτη, ενώ το σουξέ της Αθηναϊκής Κομπανίας που υπογράφει και το σάουντρακ της σειράς γίνεται αφορμή για να ξεπηδήσουν και να μεσουρανήσουν για καιρό πλήθος ρεμπέτικες κομπανίες, σφραγίζοντας τη μουσική μόδα της εποχής.

Είναι το 1983, η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, τα νιάτα του τόπου φορούν ακόμη αμπέχονα, καθώς τη μόδα επηρεάζουν τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, εκεί όπου ο συνδικαλισμός παθιάζει περισσότερο από τη γνώση (σφραγίδα που παραμένει μέχρι σήμερα στα ελληνικά πανεπιστήμια). Ο μεταπολιτευτικός οίστρος (ύστερο αντιστασιακό πνεύμα να το χαρακτηρίσουμε;) κορυφώνεται, μοιάζοντας δικαιωμένος σε μια κοινωνία που ευαγγελιζόταν την εξίσωση των κοινωνικών στρωμάτων ή την κοινωνική καταξίωση έστω της μεγάλης μικροαστικής μάζας, της οποίας η πολιτική συγκρότηση συντελείται με την αναβίωση της μνήμης κάθε αντιστασιακού στοιχείου από την εποχή του Μεσοπολέμου, της μεταξικής δικτατορίας μέχρι τη δικτατορία των συνταγματαρχών. Και το ρεμπέτικο τραγούδι, η ιστορία του και οι ερμηνευτές του συμβολίζουν ακριβώς αυτή τη διαδρομή.

Κεντρικός ήρωας στο «Μινόρε της αυγής», ο Αντώνης (Αντώνης Καφετζόπουλος), που έρχεται από τη Σύρο στον Πειραιά (αναφορά στην ιστορία του Βαμβακάρη) με το μπουζούκι του για να αναζητήσει την τύχη του. Τον δέχονται στους κόλπους τους οι ρεμπέτες, που ακολουθούν τους δικούς τους κώδικες ελευθερίας, όταν βοηθά ένα ερωτευμένο ζευγάρι να παντρευτεί συμμετέχοντας στην απαγωγή της κοπέλας από τους αυστηρούς γονείς.

Και έτσι ξεκινά μια μακρά πορεία με έρωτες, επιτυχίες και απογοητεύσεις, κυνηγητά και τελική οικονομική και κοινωνική καταξίωση μέσα από την οποία ξετυλίγεται και μια πτυχή της Ιστορίας του τόπου από το 1930 ώς το 1960.

Η σειρά χαρακτηρίζεται επίσης από την εξαιρετική επιλογή του καστ, καθώς οι ηθοποιοί, με την καθοδήγηση του Μεσθεναίου και την ατμοσφαιρική σκηνοθεσία του, μοιάζουν να ταυτίζονται με τους ρόλους, από τον πρωταγωνιστή Αντώνη Καφετζόπουλο, που αναγνωρίζεται αμέσως για την πολύ καλή ερμηνεία του, μέχρι τον Δημήτρη Καταλειφό, τον Γιάννη Ζαβραδινό, τον Φίλιππο Σοφιανό, την έξοχη Χαρά Αγγελούση, που είναι η πρώτη σύζυγος του ρεμπέτη Αντώνη και μεγάλος έρωτάς του, τη Θέμιδα Μπαζάκα, την Ντίνα Κώνστα σε μια από τις καλύτερες τηλεοπτικές εμφανίσεις της, τη Χρυσούλα Διαβάτη, τη Ρίκα Βαγιάννη και την Ελένη Κούρκουλα, που ξεκινούσε την τηλεοπτική της καριέρα.

Ηταν τέτοια η επιτυχία, ώστε παρά την επίσημη πολιτική της ΕΡΤ (απόφαση του Βασίλη Βασιλικού ως υπευθύνου για το πρόγραμμα) να μην παράγει σίριαλ με περισσότερα από 13 επεισόδια και έναν μόνο κύκλο, η σειρά μετά το πέρας του πρώτου κύκλου της (σενάρια Κωσταράς, Περδικόπουλος) ανανεώνεται για 13 ακόμη επεισόδια και προβάλλεται μέχρι την άνοιξη του 1984 (σενάρια Γκούφα, Μεσθεναίου).