Η ταινία που έγραψε η διάσημη σεναριογράφος Νόρα Εφρον (έφυγε πριν από λίγο καιρό από τη ζωή) και σκηνοθέτησε ο Ρομπ Ράινερ το 1989 παραμένει μια από τις σημαντικότερες της καριέρας τους. Μια ταινία όπου οι ήρωες πρώτα κάνουν έρωτα και μετά συνειδητοποιούν πως είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο (κάτι που στο mainstream σινεμά της δεκαετίας του ’80 δεν υπήρχε σχεδόν ούτε ως… ιδέα), γυρισμένη με λίγα σχετικά χρήματα, που όμως άλλαξε άρδην τον τρόπο με τον οποίο το ευρύ κοινό απολάμβανε ένα εξαιρετικά προσφιλές κινηματογραφικό είδος: τη ρομαντική κομεντί. Τόσο μεγάλο πάταγο έκανε, που στα βιβλιοπωλεία των ΗΠΑ η έντυπη έκδοση του σεναρίου της Εφρον έκανε ρεκόρ πωλήσεων. Στο οποίο βιβλίο η σεναριογράφος κάνει μια εκτενή αναφορά στις συζητήσεις της με τον σκηνοθέτη Ρομπ Ράινερ και τον παραγωγό Αντι Σέινμαν – συζητήσεις που, σύμφωνα με την ίδια, «επιβεβαίωσαν τους χειρότερους εφιάλτες που είχα για τους άνδρες», καθώς και οι δυο τους εξιστορούσαν στην τρομοκρατημένη Εφρον τις αφορμές που σκαρφίζονταν για να εγκαταλείψουν μια γυναίκα αφού είχαν κάνει έρωτα μαζί της.

Ετσι ο Χάρι βασίστηκε στον Ρομπ Ράινερ: ανάμεσα στον χαριτωμένο αυτοσαρκασμό και την κατάθλιψη – την οποία και περιέργως έφερε με περηφάνια. Ομοίως η Σάλι βασίστηκε στην ίδια την Εφρον: ξύπνια, αισιόδοξη και σίγουρη για τον εαυτό της – συνήθως λανθασμένα. Σε μια σκηνή παραγγέλνει ένα σάντουιτς κάνοντας μια ντουζίνα υποδείξεις στον ταλαίπωρο σερβιτόρο, κάτι που η ίδια η Εφρον έκανε επανειλημμένα, και προστέθηκε στο σενάριο έπειτα από υπόδειξη των Ράινερ και Σέινμαν.

«Ωραία, εμείς σου είπαμε για τους άνδρες, τώρα μίλησέ μας για τις γυναίκες», απαίτησαν σκηνοθέτης και παραγωγός. Και η Εφρον ξεκινά μια κουβέντα που ολοκληρώνεται με τους ψεύτικους οργασμούς – ενώ οι εξίσου έντρομοι συνεργάτες καταγράφουν στο χαρτί τη συνομιλία τους. Αυτή είναι και η πολύτιμη «μαγιά» με την οποία μαγειρεύτηκε μια από τις πιο γνωστές ερωτικές σκηνές του σύγχρονου κινηματογράφου – μόνο που δεν είναι ακριβώς «ερωτική».

Ανατοµία µιας σκηνής

Το όλο ζήτημα ξεκινάει από τη σεξουαλική εμπειρία του Χάρι (Μπίλι Κρίσταλ) που κομπάζει για την πέρασή του αλλά και για το πόσο καλά ξέρει τις γυναίκες. Ακολουθεί ο εξής διάλογος που λαμβάνει χώρα σε γεμάτο εστιατόριο μεσημεριάτικα.

-Τι κάνεις με τις γυναίκες της ζωής σου; Σηκώνεσαι από το κρεβάτι και φεύγεις;

-Φυσικά.

-Εξηγήσου. Πώς το κάνεις αυτό;

-Τους λέω πως έχω ραντεβού ή πως πρέπει να κουρευτώ ή πως παίζω σκουός.

-Δεν παίζεις σκουός.

-Αυτό δεν το ξέρουν – μόλις με έχουν γνωρίσει.

-Είσαι αηδιαστικός. Είμαι τόσο χαρούμενη που δεν κατέληξα μαζί σου. Θα ήμουν απλώς άλλη μια γυναίκα που θα άφηνες για να καθαρίσεις την καμινάδα σου. Και δεν έχεις καν τζάκι! Οχι πως θα το ‘ξερα!

-Γιατί εκνευρίζεσαι; Δεν αφορά εσένα αυτό!

-Ναι, με αφορά. Είσαι μια προσβολή για όλες τις γυναίκες!

-Κοίτα, δεν την απολαμβάνω αυτήν την πλευρά του εαυτού μου, αλλά δεν ακούω και καμιά να παραπονιέται.

-Φυσικά. Εχεις φύγει πριν προλάβουν να το κάνουν.

-Νομίζω πως περνούν καλά…

-Πώς το ξέρεις;

-Τι εννοείς «πώς»; Το ξέρω.

-Μήπως επειδή…. (κάνει μια ερωτική χειρονομία).

-Ναι, ακριβώς επειδή… (την επαναλαμβάνει).

-Και πώς το ξέρεις;

-Τι εννοείς; Εννοείς πως το κάνουν στα ψέματα;

-Πιθανόν.

-Βρε, άντε παράτα μας.

-Γιατί; Οι περισσότερες το έχουν κάνει κάποια στιγμή στη ζωή τους.

-Ναι, λοιπόν όχι μαζί μου, εντάξει;

-Πώς το ξέρεις;

-Το ξέρω!

-Α, ξέχασα, επειδή είσαι αρσενικό!

-Τι σημαίνει αυτό;

-Τίποτα. Απλώς πως όλοι οι άνδρες είναι σίγουροι πως δεν τους έχει συμβεί και όλες οι γυναίκες το έχουν κάνει.

-Νομίζεις πως δεν μπορώ να καταλάβω τη διαφορά;

-Οχι.

-Σε παρακαλώ, καταντάς γελοία.

Και ξαφνικά… το βλέμμα της Μεγκ Ράιαν φωτίζεται από ηδονή και αρχίζουν τα βογκητά. Στην αρχή μικρά και αισθησιακά, στη συνέχεια φορτισμένα και σύντομα επιθετικά. Ο Μπίλι Κρίσταλ μαζεύεται στο κάθισμα, η συμπρωταγωνίστρια συσπάται και ουρλιάζει λίγο – πολύ σαν τη Λίντα Μπλερ στον «Εξορκιστή» και οι πελάτες τού εστιατορίου παρακολουθούν χαζεμένοι (ιδίως οι κυρίες). Ο «οργασμός» τελειώνει, η Σάλι χαμογελά σαν γνήσια νικήτρια, το γκαρσόν πάει για παραγγελία στο διπλανό τραπέζι και σκάει το μεγάλο καλαμπούρι από την έκθαμβη πελάτισσα: «Θα πάρω ό,τι πήρε αυτή!». Ατάκα που δεν υπήρχε στο σενάριο, αλλά αποτελεί «προσθήκη» του Μπίλι Κρίσταλ που αμέσως μετά το γύρισμα την πρότεινε στον σκηνοθέτη, ο οποίος βρήκε το ιδανικό πρόσωπο για να την εκστομίσει on camera: τη μαμά του!

Πέρα από τη σκηνή, η ιστορία πίσω της πιστοποιεί μια μεγάλη αλήθεια: το σινεμά είναι μια συλλογική περιπέτεια. Στην καλύτερη περίπτωση, δείχνει τη δυναμική μιας ομαδικής δουλειάς. Η επιτυχία του «Οταν ο Χάρι γνώρισε τη Σάλι» πιθανότατα να μην μπορεί να πιστωθεί σε κανέναν από τους συντελεστές της ξεχωριστά. Ο λόγος είναι απλός: ουδείς εξ αυτών δεν την ξεπέρασε.