Η φυλακή ήταν ο τελευταίος σταθμός για τους εννέα κατηγορουμένους, οι οποίοι χθες – δεκατρία χρόνια μετά την άσκηση ποινικής δίωξης για την υπόθεση της κακοδιαχείρισης του Παντείου Πανεπιστημίου – κρίθηκαν ένοχοι από το Πενταμελές Εφετείο της Αθήνας.

Εξήντα δύο ημέρες μετά την αθωωτική πρόταση της εισαγγελέως της έδρας Φανής Κοντοθανάση για τους τρεις εκπροσώπους των πρώην πρυτανικών Αρχών που κάθονταν στο εδώλιο φορτωμένοι με βαριά κακουργήματα, οι «δείκτες» της Δικαιοσύνης κινήθηκαν αντίστροφα. Οι δικαστές, όπως αποδείχθηκε, όχι μόνο δεν ακολούθησαν την εισαγγελική πρόταση, αλλά ουσιαστικά με την ετυμηγορία τους επικύρωσαν την πρωτόδικη ενοχή των κατηγορουμένων. Αθροιστικά «μοίρασαν» 135 χρόνια κάθειρξη σε εννέα κατηγορουμένους, οι οποίοι – όπως συνήθως συμβαίνει, ιδίως όταν έχει προηγηθεί αθωωτική εισαγγελική πρόταση – είχαν ελπίδες για επιεικέστερη αντιμετώπιση.

Λίγα μόνο λεπτά, όμως, αφότου ανακοινώθηκε η ετυμηγορία του δικαστηρίου, οι ελπίδες εξανεμίστηκαν. «Ενοχοι όπως και πρωτοδίκως», είπε η πρόεδρος του Πενταμελούς Εφετείου, χωρίς να ανακοινώσει ούτε μία λέξη από το σκεπτικό που οδήγησε την ίδια και τους συναδέλφους της σε καταδικαστική ετυμηγορία. Αυτό θα το κάνουν, κατά τα ειωθότα στη δικαστηριακή πρακτική, όταν δημοσιεύσουν το σκεπτικό της απόφασής τους, κάτι που συνήθως απαιτεί μερικούς μήνες.

Εντύπωση προκάλεσε ένας αναστεναγμός που ακούστηκε από την πρόεδρο την ώρα της απόφασης. Γεγονός που – όπως επισήμαναν παράγοντες της δίκης χωρίς διάθεση να το ερμηνεύσουν ή να δώσουν άλλες διαστάσεις – κάθε άλλο παρά συνηθισμένο είναι στις δικαστικές αίθουσες.

Σοκαρισμένοι οι κατηγορούμενοι και κυρίως οι εκπρόσωποι των πρώην πρυτανικών Αρχών άκουσαν την καταδίκη τους. Ο διάλογος που ακολούθησε μεταξύ του πρώην πρύτανη του Παντείου Δημήτρη Κώνστα και της προέδρου του δικαστηρίου Ευφροσύνης Τσελεχοβίτου αποτυπώνει τις αμήχανες στιγμές που έζησαν όλοι όσοι βρέθηκαν χθες στο ακροατήριο.

Δ. Κώνστας: Δηλαδή με καταδικάσατε;

Πρόεδρος: Κατά πλειοψηφία (σ. σ. ένα μέλος του δικαστηρίου, ο εφέτης Βασίλης Κωστόπουλος, είχε την άποψη ότι ο κατηγορούμενος έπρεπε να κριθεί αθώος λόγω αμφιβολιών, ελλείψει δόλου).

Δ. Κώνστας: Για ποια πράξη;

Πρόεδρος:

Δ. Κώνστας: Με ποια στοιχεία; Θέλετε να με βάλετε φυλακή;

Πρόεδρος: Ως άνθρωπος δεν θέλω κανέναν στη φυλακή…

Μέσα στα επόμενα λεπτά οι συγγενείς των κατηγορουμένων, οι οποίοι αντιλήφθηκαν ότι η καταδίκη των δικών τους ανθρώπων τούς οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στη φυλακή, δακρυσμένοι άρχισαν να φωνάζουν στους δικαστές θεωρώντας άδικη την απόφαση που μόλις είχαν εκδώσει. «Μπορώ να κατανοήσω ως άνθρωπος τη θέση σας. Μην κάνουμε όμως, υπέρβαση των ορίων. Η απόφασή μας είναι αυτή», παρατήρησε η πρόεδρος ζητώντας το αυτονόητο, δηλαδή ότι οι δικαστικές αποφάσεις, αρεστές ή μη, πρέπει να γίνονται σεβαστές.

ΑΥΛΑΙΑ. «Η δίκη είναι πολιτική. Υπάρχει δίκαιη δίκη στην Ελλάδα;», αναρωτήθηκε χωρίς να κρύβει τον θυμό του ο Δ. Κώνστας. «Η διαδικασία που ακολουθήθηκε δεν πείθει για την ορθή κρίση των δικαστών. Ανοίχτηκαν λογαριασμοί και αποδείχθηκε ότι τίποτα μεμπτό δεν βαρύνει τους πρυτάνεις. Θα ασκήσουμε όλα τα μέσα μέχρι την τελική αθώωσή τους», δήλωσε η σύζυγος του πρώην αντιπρύντανη του Παντείου Π. Γετίμη, καθηγήτρια πανεπιστημίου Εύη Ζαμπέτα-Γετίμη. Ο σύζυγός της έμαθε το αποτέλεσμα της δίκης στη Γερμανία, όπου βρίσκεται και διδάσκει εκεί σε πανεπιστήμιο, αλλά μόλις επιστρέψει θα πρέπει να οδηγηθεί και αυτός στη φυλακή.

Ο εκ των κατηγορουμένων Βλ. Βεηκωντής στο άκουσμα της καταδίκης του δεν άντεξε και λιποθύμησε μέσα στο ακροατήριο. Χρειάστηκε η άμεση παρέμβαση της κόρης του, η οποία είναι γιατρός και του έδωσε τις πρώτες βοήθειες μέχρι την ώρα που τον παρέλαβε το ασθενοφόρο και τον μετέφερε στο Λαϊκό, όπου παραμένει νοσηλευόμενος.

Οι δικηγόροι παίζοντας όλα τους τα δικονομικά χαρτιά υπέβαλαν αίτημα αναστολής της ποινής ενόψει της αίτησης αναίρεσης που θα ασκήσουν. Δικονομικά όμως, αυτή τη φορά, τα περιθώρια των δικαστών ήταν σχεδόν ανύπαρκτα για να ανοίξουν, έστω προσωρινό παράθυρο ελευθερίας. Και απορρίπτοντας ομόφωνα αυτή τη φορά, με τη σύμφωνη γνώμη και της εισαγγελέως το αίτημα των κατηγορουμένων, έπεσε η αυλαία της δίκης.

Λίγα λεπτά νωρίτερα ο πρώην πρύτανης απευθυνόμενος προς τους δικαστές που τελικά τον έστειλαν φυλακή είπε: «Εχω εδώ μπροστά σας 18 μήνες. Σας έδειξα ότι δεν είμαι ένοχος, αλλά με καταδικάσατε. Σας έδειξα ότι δεν φοβάμαι την κρίση του δικαστηρίου. Μέχρις ότου όμως γίνει αμετάκλητη η καταδίκη μου, κάντε μου τη χάρη να μου δώσετε αναστολή για να είμαι μαζί με τη γυναίκα μου στις κρίσιμες στιγμές που περνάει και είμαι το μοναδικό της στήριγμα. Μετά κάντε ό,τι θέλετε. Στο κάτω κάτω, ένας άνθρωπος είμαι».

Πάντως, όλοι οι καταδικασθέντες θα εξαντλήσουν όλα τα ένδικα μέσα δίνοντας τη μάχη τους στον Αρειο Πάγο και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.