Τιτανικο-μανία; Ή «παγανιστική» λατρεία του αποτρόπαιου; Συγκινητικός φόρος τιμής στα θύματα ενός τραγικού ναυαγίου ή μια ακόμη έκφραση σύγχρονου κανιβαλισμού που μετατρέπει το μακάβριο σε κερδοφόρο αξιοθέατο; Πάντως, τα 100 χρόνια από τη μοιραία νύχτα που χάθηκαν στα βάθη του παγωμένου Ατλαντικού, μέσα σε δύο σχεδόν ώρες, 1.512 ψυχές μαζί με το τσακισμένο σκαρί του «Τιτανικού» αποτέλεσαν μια ακόμη «χρυσή ευκαιρία» για ένα παγκόσμιο πανηγύρι μνήμης, το οποίο τροφοδότησε την αγορά με ντοκιμαντέρ, ταινίες, την επανέκδοση σε τρισδιάστατη τεχνολογία της ταινίας του Κάμερον «Τιτανικός», ενώ δεν έλειψε και η προσφορά του τόσο διαδεδομένου στην εποχή μας μακάβριου τουρισμού με τη διοργάνωση κρουαζιέρας πάνω από το «σημείο μηδέν» του ναυαγίου με το κρουαζιερόπλοιο «MS Balmoral», όπου οι συμμετέχοντες πλήρωσαν από 4.000 ευρώ έως και 10.200 ευρώ την ημέρα.

Ορισμένοι εξ αυτών συγγενείς των θυμάτων, αλλά και πολλοί που απλώς επιθυμούσαν να απολαύσουν εκ του ασφαλούς εκείνο το «ρίγος του θανάτου» που έχει μετατρέψει σε προϊόν η εποχή της εικονικής πραγματικότητας. Σε μια ψευδοαναπαράσταση του μύθου όπου όλοι χρίζονταν έναντι του πανάκριβου τιμήματος του εισιτηρίου πρωταγωνιστές του μακάβριου σόου της συγκίνησης.

Ηδη προβάλλεται στις μικρές οθόνες μια ακόμη σειρά με θέμα το ναυάγιο του «Τιτανικού» – και επίκεντρο ένα αισθηματικό στόρι, όπως και η ταινία του Κάμερον -, ενώ το ένα μετά το άλλο προβάλλονται τα ντοκιμαντέρ (είδαμε προχθές στον Σκάι ένα εξ αυτών) που αναμασούν κάθε λεπτομέρεια, αναλύουν τις συνθήκες, επαναλαμβάνουν τα στοιχεία και καταλήγουν με πλάνα από το σκουριασμένο κουφάρι του «Τιτανικού» στον βυθό, το οποίο έχει ανακηρυχθεί παγκόσμιο μνημείο. Στις μέρες μας έτσι κι αλλιώς η ζήτηση για τα «αξιοθέατα» ξεπερνά την προσφορά. Ιδίως για εκείνα που αποπνέουν την αίσθηση του «ζωντανού», ακριβώς όπως το τηλεοπτικό live έχει εθίσει το παγκόσμιο κοινό και όπως τα ριάλιτι των παντός είδους δυστυχιών έχουν καθιερώσει καλλιεργώντας τον τουρισμό – έστω και του καναπέ – του αποτρόπαιου.

Αλλοθι η συγκίνηση και για την ακρίβεια η ύπουλη επιδίωξη εκείνων που αποζητούν τη θέα του μακάβριου για να συμπληρώσουν το «άλμπουμ» των εμπειριών τους και να εντάξουν την εικόνα της ταπεινής τους ύπαρξης στο φαντασμαγορικό πλαίσιο μιας συγκλονιστικής τραγωδίας.

Κάπως έτσι δεν αναπτύχθηκε και ο πολεμικός τουρισμός στα αφανισμένα χωριά της πρώην Γιουγκοσλαβίας αμέσως μετά τον βομβαρδισμό τους και ενώ άχνιζαν ακόμη οι κρατήρες από τις βόμβες; Μήπως δεν θεωρείται αξιοθέατο για «μερακλήδες» τουρίστες η φτώχεια στις βραζιλιάνικες φαβέλες και στις παραγκουπόλεις της Ινδίας; Και αλίμονο, υπήρξαν και εκεί, δίπλα στο δέντρο της Πλατείας Συντάγματος που άφησε την τελευταία του πνοή ο αυτόχειρας Δημήτρης Χριστούλας, ορισμένοι εγχώριοι τουρίστες-του-αποτρόπαιου που φωτογραφίζονταν με το κινητό τους και «ανέβαζαν» στο facebook την φωτογραφία τους με φόντο το ντεκόρ του θανάτου.

Ο μύθος, βέβαια, του «Τιτανικού» εμφανίζεται με πλήθος ισχυρών συμβολικών μηνυμάτων για την εποχή της εικονικής πραγματικότητας, που λατρεύει να αναζητά τέτοια στις μεγάλες τραγωδίες της ιστορίας σαν άλλοθι για την τηλεοπτική εμπορευματοποίησή τους. Η τραγωδία εκείνου του ναυαγίου θεωρείται ότι συμβολίζει την εποχή της αλαζονείας του χρήματος και της υπερεκτίμησης της τεχνολογίας – το αβύθιστο σκαρί που μπορούσε να αυξάνει ταχύτητα και να φτάνει ταχύτερα από τα υπόλοιπα πλοία στα λιμάνια – που ανέτειλε στις αρχές του 20ού αιώνα και που έμελλε να οδηγήσει σε δυο εξοντωτικούς πολέμους, όπως συμβολίζει και τις αβυσσαλέες ταξικές διαφορές που αποτυπώθηκαν στα μοιραία νούμερα των νεκρών, με τους επιβάτες της τρίτης θέσης και το προσωπικό να υπερτερούν.

Ηδη όλα αυτά είναι αρκετά για να διαμορφωθεί πλήθος ηρωικών ή και απλώς συγκινητικών μύθων που μετέτρεψαν, με τη διαρκή φαντασμαγορική αναπαραγωγή τους από τις ντοκιμαντερίστικες κάμερες και το τηλεοπτικό και κινηματογραφικό fixion, ένα ναυάγιο σε παγκόσμιο ιστορικό μνημείο με εμβέλεια όση σχεδόν η Ακρόπολη.