Ο Ελβις Κοστέλο λαμβάνει πολύ σοβαρά τη γνώμη του κοινού. Σε μια σειρά συναυλιών που έδινε τελευταία στην Αμερική, έστησε πάνω στη σκηνή κανονικό Τροχό της Τύχης και καλούσε πάνω κόσμο από το κοινό. Ποιος θέλει να ανέβει; Ο Τζον, ο Τζακ, η Μαίρη, η Κλερ, εσύ, εγώ. Τι έχουν να κάνουν αυτοί που ανεβαίνουν; Τι κάνει κανείς όταν στέκεται μπροστά στον Τροχό της Τύχης. Τον γυρίζει! Ο Τροχός έχει πάνω του σημειωμένους τίτλους τραγουδιών (του Ελβις Κοστέλο), και όποιο τραγούδι δείξει ο τροχός, ο Κοστέλο και η μπάντα του το παίζουν για σένα, για μένα, για τον Τζακ, τη Μαίρη και όλο τον κόσμο που είναι εκεί. Στον καλεσμένο του επιφυλάσσει ειδική μεταχείριση. Του προσφέρει θέση στη σκηνή και σε ωραία πολυθρόνα για να απολαύσει το τραγούδι.

Κάθεστε αναπαυτικά; Λοιπόν, ο Ελβις εκτιμά πρώτα από όλα ότι η μουσική είναι απόλαυση. Είναι χαρά, συναίσθημα, κάτι που μπορεί να κάνει την καρδιά σου να χτυπήσει. Και γι’ αυτό πιστεύω πως έρχεται – εδώ τώρα στα μέρη μας – την κατάλληλη στιγμή. Ο «τροχός της τύχης» εδώ θα είμαστε εμείς.

Την προηγούμενη φορά που ήταν εδώ (πριν από τέσσερα χρόνια στο Ηρώδειο με τον Αλέν Τουσέν, από την νεοορλεάνικη μουσική εποχή του) κάπου μεταξύ πρόβας και συναυλίας και ενώ είχα τρυπώσει στα παρασκήνια για μια συνέντευξη, με είχε ρωτήσει ποιο νομίζω ότι είναι το τραγούδι που θέλει πιο πολύ το ελληνικό κοινό να ακούσει. Το «I Want you», του είχα πει. Το συγκεκριμένο συγκλονιστικό κομμάτι είναι από αυτά που του ζητάνε παντού. Στο Αμστερνταμ επίσης – που τον είχα πετύχει – το είχε πει σόλο με ανοιχτά όλα τα φώτα και αφού είχε τελειώσει η συναυλία και κάναμε πολλή ώρα μετά για να συνέλθουμε. Αλλού ζητάνε το «Alison». Στην Κωνσταντινούπολη – έμαθα από τον Κοστέλο – το αγαπημένο τους ήταν το «She». Το «She» βέβαια δεν είναι δικό του, είναι του Σαρλ Αζναβούρ, αλλά ο Κοστέλο το είχε ηχογραφήσει για την ταινία «Μια βραδιά στο Νότινγκ Χιλ» και μπαμ! – σούπερ επιτυχία.

Ο Ελβις, γενικά, δεν έχει πρόβλημα να πει άλλων συνθέσεις, γιατί το πάθος του για τη μουσική τον έχει κάνει να ζει και να αναπνέει με τραγούδια. Οταν το «Vanity Fair» του ζήτησε να κάνει τη λίστα με 500 πιο αγαπημένα του ήταν η καλύτερή του. Η λίστα έγινε αμέσως «κλασικό» κομμάτι από μόνη της και, εκτός όλων των άλλων, λειτουργεί και σαν αποκωδικοποιητής για το πώς σκέφτεται το μουσικό μυαλό του. Εκεί οι Abba συναντούν τον Μότσαρτ, ο Μπερτ Μπάκαρα και ο Σαμ Κουκ τους Radiohead και τους Beach Boys και πάει λέγοντας.

Με ταχύτητες αστρονομικές περνάει από το ένα πρότζεκτ στο άλλο. Το πιο πρόσφατο άλμπουμ του, το «National Ransom», κυκλοφόρησε πέρυσι τέτοιες μέρες – και αναρωτιέμαι τι τον κρατάει από να μας παρουσιάσει το επόμενο. Είναι άλλωστε αυτός που έγραψε το «Every day I write a book».

Δεν μου είναι εύκολο να ξεχωρίσω ανάμεσα στα άλμπουμ του ποιο είναι καλύτερο από άλλο (διαφορετικά στυλ, εμπνεύσεις, περιπέτειες και απότομες αναταράξεις – συνεπώς το ενδιαφέρον δεν σβήνει ποτέ) όμως τούτο εδώ έχει πολύ ψαχνό. Παραγωγός του, ο αξιότιμος και πολυπράγμων της κάντρι Τι -Μπόουν Μπουρνέτ.

To «Νational Ransom» («Εθνικά λύτρα») – αυτό με τον κουστουμαρισμένο λύκο στο εξώφυλλο που έχει αρπάξει τη βαλίτσα με τα λεφτά και τρέχει – αποτελείται από αποκαλυπτικά και εμπνευσμένα τραγούδια σαν το ομότιτλο που λέει στους στίχους πάνω κάτω αυτό: «Η μάνα είναι στην κουζίνα, διαλέγοντας κόκαλα για πρωινό και βράζοντάς τα στην κατσαρόλα/ Τράβα τον αντίχειρά σου και μέτρα τι έμεινε στη γροθιά σου/ είναι ένας λύκος στο παράθυρο, με βλέμμα αρπαχτικό). Το «All These Strangers», το «Jimmie Standing in the Rain», το «The Spell That You Cast» – ξεχωριστά κομμάτια (ελπίζω να τα παίξει). Η έμπνευσή του μπορεί να έρχεται από παλιά, από την τζαζ, το ροκ εντ ρολ, την κλασική μουσική, τα μπλουζ, τη χαμογελαστή ποπ ή από την κάντρι όπου έχει πια το δικό του «οικόπεδο».

Αυτές τις ημέρες ο Κοστέλο περιοδεύει σόλο και με αυτή την περιοδεία έρχεται στις 26 Οκτωβρίου στην Αθήνα. Στο κοντινό μέλλον; Λέει ο ίδιος: «Θα συνεχίσω για όσο διάστημα θέλω να κάνω αυτό που κάνω. Αλλά πρέπει στ’ αλήθεια να αξίζει τον κόπο, γιατί θέλω να περνάω χρόνο με την οικογένειά μου, όσο περισσότερο γίνεται. Δεν μπορώ να ανεχθώ κακές συναυλίες ή χαμένες ευκαιρίες. Πρέπει στ’ αλήθεια να αξίζει τον κόπο».