Νεκρολαγνεία εις διπλούν. Πρώτα στην ισπανική, μακάβρια, σαρκαστική κομεντί «Η ζωή που θα ‘ρθει» (Amador) του Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα. Οπου μια ρακένδυτη μετανάστρια, προκειμένου να λαμβάνει μισθό, εξακολουθεί να παριστάνει ότι ξεσκατώνε έναν κατάκοιτο γέροντα, αν και αυτός είναι νεκρός! Και ύστερα στην αμερικανική, περιθωριακή νεανική ελεγεία του Γκας Βαν Σαντ «Restless», κάτι σαν νεκρολαγνικό «Love story». Οπου εκείνη αργοπεθαίνει κι εκείνος από κοντά τη συνοδεύει. Θάνατος όλων των μορφών. Πρώτα ο πολεμικός, από την ατομική βόμβα που έριξαν οι Αμερικανοί στο Ναγκασάκι και τη Χιροσίμα. Ετσι ο νεαρός Ρωμαίος (Χένρι Χόπερ, υιός του Ντένις Χόπερ) «βλέπει» ως κολλητό φίλο νεκρό γιαπωνέζο φαντάρο. Στοιχειωμένος από την ατομική βόμβα και την αμερικανική ενοχή. Δεύτερη μορφή θανάτου, το αυτοκινητικό δύστυχημα των γονιών του. Ετσι έμεινε ορφανός. Τρίτος και τελευταίος θάνατος, ο καρκίνος, ο όγκος στο κεφάλι της καλής του (Μία Βασικόβσκα). Ολοι οι δρόμοι οδηγούν στην Αχερουσία. Πόλεμος, αυτοκίνητα, καρκίνος. Και όλα αυτά με ντεκόρ νοσοκομεία, νεκροταφεία και νεκροτομεία. Μπρρρρ!