Χωρίς αµφιβολία, η υπογραφή ενός ακόµη Μνηµονίου οικονοµικής συνεργασίας µε µια εύπορη χώρα όπως το Κατάρ (λεπτοµέρειες στις σελ. 7-8) προστίθεται στη λίστα των καλών ειδήσεων των ηµερών.

Οχι µόνο γιατί επισηµοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο η εκδηλωθείσα από µηνών αµοιβαία διάθεση των δύο χωρών να διευρύνουν τα πεδία συνεργασίας τους.

Αλλά και γιατί η περαιτέρω αναβάθµιση των σχέσεων µε τον αραβικό κόσµο γενικότερα αποκαλύπτει τη βούληση της κυβέρνησης να αναζητήσει εταίρους που µπορούν πράγµατι να χρηµατοδοτήσουν σηµαντικά έργα στην Ελλάδα.

Από αυτή την άποψη, το συµπέρασµα που προκύπτει από το Μνηµόνιο που υπεγράφη χθες στη Νέα Υόρκη είναι ότι η Ελλάδα υιοθετεί οριστικά στρατηγική υψηλών απαιτήσεων στον τοµέα των επενδύσεων.

Αυτή η στρατηγική είναι ορθή µε βάση τις φυσικές δυνατότητες και τη γεωστρατηγική θέση της χώρας.

Ειδικά στον ενεργειακό τοµέα υπάρχουν οι εµφανείς προϋποθέσεις να εξελιχθεί ο ελληνικός χώρος σε γη της Επαγγελίας για ευρεία εφαρµογή των νέων τεχνολογιών που αναπτύσσονται ραγδαία στις ήπιες µορφές παραγωγής ενέργειας.

Φυσικά, από την υπογραφή ενός µνηµονίου µέχρι την τελική υλοποίηση επενδυτικών προγραµµάτων η απόσταση είναι µεγάλη.

Σε κάθε περίπτωση όµως, µια προκαταρκτική συµφωνία µε µια πλούσια και φιλική χώρα ενισχύει ακόµη και ψυχολογικά την προσπάθεια να περάσει η ελληνική οικονοµία από την ύφεση στην ανάπτυξη.

Αυτές οι συµφωνίες δείχνουν ότι το διεθνές οικονοµικό περιβάλλον και οι κεφαλαιούχοι έχουν πάντα την Ελλάδα στον χάρτη των επενδυτικών ενδιαφερόντων τους.

Πρακτικά αυτό σηµαίνει ότι η τελική έκβαση αυτών των συµφωνιών θα κριθεί αποκλειστικά από τα εθνικά αντανακλαστικά. Από την ικανότητα της χώρας να ενσωµατώσει ταχύτατα τα σχέδια των υποψήφιων επενδυτών.

Αυτή η ικανότητα θα προκύψει από τη σοβαρότητα µε την οποία θα µετάσχουµε στις διαπραγµατεύσεις που θα ακολουθήσουν και από τις διευκολύνσεις που θα παράσχουµε στους δυνάµει εταίρους µας. Το επενδυτικό µέλλον µας δηλαδή βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια µας. Αρκεί να παραµερίσουµε τα συνήθη γραφειοκρατικά εµπόδια και να δηµιουργήσουµε κατάλληλο εσωτερικό κλίµα.

Η ευθύνη γι’ αυτό δεν ανήκει µόνο στην κυβέρνηση. Οι φορείς της οικονοµίας και οι οργανώσεις της κοινωνίας πρέπει να κινηθούν χωρίς προκαταλήψεις, αν θέλουµε να καταστεί η Ελλάδα ελκυστικός επενδυτικός προορισµός.