«Ξέρετε γιατί ο κόσµος πηγαίνει στα γήπεδα;», είχε ρωτήσει κάποτε τους δηµοσιογράφους ο Ζεπ Χερµπέργκερ που οδήγησε τη Δυτική Γερµανία στην κατάκτηση του Μουντιάλ το 1954. «Γιατί δεν ξέρει πώς θα τελειώσει το µατς»
Το ερώτηµα θεωρείται πλέον φιλολογικό, καθώς έρευνα της Εrnst & Υoung έδειξε πως τα κορυφαία πρωταθλήµατα της Ευρώπης γίνονται όλο και πιο προβλέψιµα τα τελευταία 15 χρόνια. Η περίοδος αυτή συµπίπτει µε την εφαρµογή του νόµου «Μπόσµαν» που επέτρεψε στους πλούσιους συλλόγους να ενισχυθούν µε δεκάδες ξένους παίκτες «αποψιλώνοντας» τους µικρούς συλλόγους, αλλά και µε την έκρηξη των εσόδων από το Τσάµπιονς Λιγκ τα οποία µοιράζονται σχεδόν οι ίδιες οµάδες. Επόµενο ήταν λοιπόν η αύξηση του χάσµατος µεταξύ των πλούσιων και των φτωχών οµάδων, αλλά και της αγωνιστικής ανισορροπίας.

Την περίοδο 2008/2009 η ανταγωνιστικότητα σε όλα τα πρωταθλήµατα σηµείωσε αρνητικό ρεκόρ 14ετίας, µε αποτέλεσµα να ευνουχιστεί η έκπληξη. Είναι χαρακτηριστικό πως στην Αγγλία και την Ισπανία, τα ποσοστά των νεοφώτιστων οµάδων στη µεγάλη κατηγορία που υποβιβάζονται άµεσα είναι 59% και 52% αντίστοιχα. Στη Γαλλία και τη Γερµανία τα ποσοστά κυµαίνονται στο 43,5% και 42% αντίστοιχα. Σύµφωνα µε τα επτά κριτήρια (βλέπε πίνακα) στα οποία στηρίχθηκε η Εrnst & Υoung, η Μπουντεσλίγκα και το γαλλικό πρωτάθληµα είναι µακράν τα πιο ανταγωνιστικά, ενώ η Πρέµιερ Λιγκ αποδείχτηκε ως το πιο προβλέψιµο πρωτάθληµα. Η ανταγωνιστικότητα στους αγωνιστικούς χώρους θεωρείται καθοριστικός παράγοντας για πολλούς ζωτικούς τοµείς του ποδοσφαίρου. Επηρεάζει για παράδειγµα τον αριθµό των φιλάθλων που πηγαίνουν στα γήπεδα, αλλά και τα ποσοστά τηλεθέασης των αγώνων. Αν αυτοί οι δείκτες είναι χαµηλοί, τα έσοδα θα είναι περιορισµένα και οι επενδύσεις ανύπαρκτες.

Κλειδί στην ανταγωνιστικότητα ενός πρωταθλήµατος θεωρείται και ο τρόπος διαχείρισης των εσόδων από τα τηλεοπτικά δικαιώµατα.

Ενώ στη Γερµανία, την Αγγλία και τη Γαλλία υπάρχει κεντρική διαχείριση, στην Ισπανία και την Ιταλία οι µεγάλες οµάδες διαπραγµατεύονται µόνες τους το πακέτο των τηλεοπτικών δικαιωµάτων. Ετσι, υπάρχουν οµάδες στην Πριµέρα Ντιβισιόν που παίρνουν µόλις το 6% σε σχέση µε όσα βάζει στο ταµείο της η Ρεάλ Μαδρίτης ή η Μπαρτσελόνα!

Σ’ αυτό το σηµείο δηµιουργείται το εξής παράδοξο: το λιγότερο ανταγωνιστικό πρωτάθληµα, η Πρέµιερ Λιγκ, διαµοιράζει ισορροπηµένα τα τεράστια έσοδά της από τα τηλεοπτικά δικαιώµατα. Η αγωνιστική ανισορροπία δηµιουργείται από τα χρήµατα που βάζουν στις οµάδες οι πλούσιοι ιδιοκτήτες τους.

Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που η UΕFΑ αποφάσισε να βάλει φρένο σε τέτοιες πρακτικές µε την εφαρµογή από την επόµενη σεζόν του οικονοµικού ευ αγωνίζεσθαι. Ενα ισορροπηµένο και ανταγωνιστικό πρωτάθληµα δεν εξασφαλίζει ωστόσο την επιτυχία στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Αντίθετα, οι εκπρόσωποί του συνήθως αποκλείονται στους πρώτους νοκ άουτ γύρους. Στα λιγότερο ισορροπηµένα όπως είναι η Πριµέρα Ντιβισιόν και η Πρέµιερ Λιγκ, οι εκπρόσωποί τους κυριαρχούν στο Τσάµπιονς Λιγκ. Και σ’ αυτό το σηµείο τίθεται το ερώτηµα: «Τελικά ποιο είναι το ιδανικό για τους συλλόγους και τους φιλάθλους;».