Πλήρης ημερών αλλά και δόξης έφυγε από τη ζωή η Μεγάλη του μουσικού θεάτρου

Αθάνατη! Η Αννα Καλουτά άφησε το Σάββατο το βράδυ στις 10 τα επίγεια στα 92 της χρόνια γράφοντας ΤΕΛOΣ σε μία προσωπική μακρά και ένδοξη θεατρική ιστορία, γράφοντας, τελευταία από τους Μεγάλους της γενιάς της, ΤΕΛOΣ στην κορυφαία περίοδο του μουσικού μας θεάτρου, αλλά η αύρα της θα παραμείνει να το δροσίζει.

Το κέφι και η εκτυφλωτική λάμψη της, το εκρηκτικό τάλαντό της δεν γίνεται να σβήσουν. Οσοι από μας είχαμε την τύχη να τη δούμε στη σκηνή, αδύνατον να την ξεχάσουμε. Τους νεώτερους, που δεν είχαν την τύχη, ο μύθος θα τους ακολουθεί.

«Και η κορωνίδα: Η Αννα Καλουτά. Η Κυρία Αννα Καλουτά- η Πρώτη, άλλοι, ανάλογου μεγέθους, δεν υπάρχουν πια – να βγαίνει αργά, στηριζόμενη α λα μπρατσέτα από δυο από τα αγόρια της Σπείρας και μετά από τον Λάκη (Λαζόπουλο) και τον Σταμάτη (Κραουνάκη), και να τραγουδάει το εμβληματικό της “Ευζωνάκι γοργό”- που το ΄χει γράψει και το ΄χει ερμηνεύσει στα “Παναθήναια” του 1913 ένας ξεχασμένος σήμερα απ΄ την Αργαλαστή, που τον έλεγαν Αγγελο Σαρηγιάννη- και “Μ΄ αρέσεις, μ΄ αρέσεις”, χωρίς να έχει χάσει το χιούμορ και το κέφι της και, κατόπιν, “Είμαστε ακόμα ζωντανοί” και να πεταγόμαστε όρθιοι και να πέφτει το θέατρο. Ε, ΠΩΣ να μη συγκινηθώ;».

Το έγραφα στις σελίδες αυτές στις 30 Ιουνίου του 2008. Την Παρασκευή 27 και το Σάββατο 28 Ιουνίου η Αννα Καλουτά πραγματοποιούσε την ηρωική, ένδοξη Εξοδό της από τη σκηνή- όλοι το ξέραμε πως θα ήταν η τελευταία φορά-, χάρη στο Φεστιβάλ Αθηνών του Γιώργου Λούκου και χάρη στον Σταμάτη Κραουνάκη και την αφοπλιστική παράστασή του «x-Σκηνής- Αυτά που κάψαν το σανίδι» όπως της άξιζε: στο Ηρώδειο.

Η ζωή της άρχισε στην Αθήνα στις 29 Σεπτεμβρίου του 1918- έγραφε η ταυτότητά της. Ο πατέρας της, ηθοποιός Στέφανος Καλουτάς, εγκατέλειψε γρήγορα την οικογένεια και μαζί με την αδελφή της τις μεγάλωσε η μάνα τους, η Κατίνα, που εργαζόταν για τη Μαρίκα Κοτοπούλη. Η Κοτοπούλη που τις είχε θέσει υπό την προστασία της τις έβγαλε, παιδάκια, στη σκηνή, στο θέατρό της, στη «Στοργή» του Μπατάιγ- το 1925 αναφέρει στο βιογραφικό της, δεν είναι σίγουρο. Η Αννα ήταν η μικρή Κολέτ, η Μαρία ο μικρός Ζακ. Θα «κολλήσουν» έκτοτε. Τα «Καλουτάκια» έχουν γεννηθεί.

Τα παιδιά- θαύματα θα εξελιχθούν σε χαριτωμένες δεσποινίδες, σε ωραίες νεαρές κυρίες, σε ώριμες γυναίκες, αλλά το σανίδι θα συνεχίζει να τις θέλει. Παίζουν, χορεύουν, τραγουδούν, ηχογραφούν δίσκους, η Αννα χορογραφεί…

Από το Βαριετέ του Αττίκ θα περάσουν για επτά χρόνια στο θέατρο «Μακέδου» και στη συνέχεια για άλλα δύο στο θέατρο «Σαμαρτζή». 1940, Ελληνοϊταλικός Πόλεμος και η Αννα Καλουτά θα αναβιώσει το «Ευζωνάκι». Η Σμυρνιά, η άλλη μεγάλη της επιτυχία. Από το 1941 ηγούνται επανειλημμένα θιάσων: επιθεώρηση, οπερέτα- η οπερέτα ήταν κυρίως που τις δόξασε-, μουσική κωμωδία… Συνεργάζονται με Ορέστη Μακρή, Κυριάκο Μαυρέα, Μάνο Φιλιππίδη, Μίμη Κοκκίνη, Κώστα Μανιατάκη, Μενέλαο Θεοφανίδη, Λέλα Σκορδούλη, Κούλη Στολίγκα, Νίκο Σταυρίδη…

Μετά τον Πόλεμο αρχίζουν περιοδείες. Οργώνουν όλο τον κόσμο- όπου Ελληνες αλλά και για το διεθνές κοινό. Και θριαμβεύουν. Σε παραστάσεις και σε συναυλίες- σόου με τραγούδια και νούμερα. Θα φτάσουν να συνεργαστούν με τον Μορίς Σεβαλιέ, την Ιμα Σουμάκ! Στα ενδιάμεσα επανέρχονται και εμφανίζονται στην Αθήνα.

Αρχές της δεκαετίας του ΄60 θα βάλουν όλα τα χρήματα που μάζεψαν για να δημιουργήσουν το θέατρο «Καλουτά». Συνεργάζονται με Ρένα Ντορ, Αλέκο Λειβαδίτη, Μπέττυ Μοσχονά, Τάκη Μηλιάδη, Γιώργο Κάππη… Θα χάσουν, όμως, το θέατρο. Θα πικραθούν πολύ αλλά δεν θα το βάλουν κάτω.

Κι αν η Μαρία μετά τον γάμο της αποσύρεται το 1967, η Αννα, που ποτέ δεν παντρεύτηκε και ο πιο γνωστός δεσμός της ήταν με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα, ακάθεκτη συνεχίζει. Από το ΄66 έως το ΄68 περιοδεύει στην Αμερική.

Το ελληνικό θέατρο αποχαιρετά την Αννα Καλουτά αύριο, στις 15.00,

στο Α΄ Κοιμητήριο (θα κηδευτεί δημοσία δαπάνη)

Ο τελευταίος ρόλος

Από τη δεκαετία του ΄70 αραιώνει τις εμφανίσεις της. Παίζει πια μικρότερους αλλά χαρακτηριστικούς ρόλους με τον Κώστα Καρρά («Γιατί δεν ξανατραγουδάς;»), τη Μάρω Κοντού («Η πρώτη νιότη»), την Κάτια Δανδουλάκη («Αμπρα κατάμπρα»), στην τηλεόραση («Ενα φως στην ομίχλη»)… Τον χειμώνα του 1993- 1994 επιστρέφει στο θέατρο «Καλουτά» για να παίξει πλάι στον Βασίλη Τσιβιλίκα έναν ρόλο στην κωμωδία των Καμπάνη- Μακρίδη «Και μαζί και μόνος» που το καλοκαίρι του ΄94 μεταφέρεται στο «Μετροπόλιταν». Αστράφτει και πάλι τραγουδώντας και χορεύοντας το «Μ΄ αρέσεις, μ΄ αρέσεις». Και τότε παίρνει τη σοφή απόφαση: είναι ο τελευταίος της ρόλος. Αποσύρεται από τη σκηνή. Χωρίς η φθορά του χρόνου να την έχει αγγίξει. Στο μεταξύ έχουν εκδώσει μαζί με τη Μαρία και διά χειρός Γιώργου Λαζαρίδη την αυτοβιογραφία τους που, με τον τίτλο «Αννα Μαρία Καλουτά: Από το θρίλερ στον θρύλο», επανακυκλοφορεί το 2001 από τις Εκδόσεις Λιβάνη.

Η Αννα Καλουτά έφυγε χωρίς να υποφέρει στο σπίτι της, της οδού Θήρας, όπως επιθυμούσε, έχοντας πλάι της τον ηθοποιό Πάνο Κατσάνη που της στάθηκε, όπως και στην Μαρία, σαν γιος τα τριάντα και περισσότερο τελευταία χρόνια.

«Ατελείωτες ώρες εργασίας»

Του Δημήτρη Δανίκα

Ποια ήταν; Αυτή που ελάχιστοι είναι σήμερα- ίσως κανείς. Απόλυτη αίσθηση της μουσικής. Η ψυχούλα του μουσικού λαϊκού θεάτρου. Η απλή, μεγάλη εργάτρια της σκηνής και του κινηματογράφου.

Οπως περιγράφει το περιστατικό ο Παντελής Βούλγαρης από την εμφάνισή της στην ταινία του «Ελευθέριος Βενιζέλος: 1910-1927» (1980): «Πήγαμε με τον Κηλαηδόνη στο σπίτι της. Μόλις ο Λουκιανός ακούμπησε τα πλήκτρα, η Καλουτά με τη μία άρχισε να τραγουδάει σαν να είχε κάνει πρόβες έναν αιώνα. Εργασιομανής, ακατάβλητη, αφοσιωμένη, απλή, φιλική. Ατελείωτες ώρες εργασίας». Οπως έλεγε και η ίδια, «είμαι του παππού, του μπαμπά, του παιδιού. Στον δρόμο με σταματάνε 20ρηδες και μου λένε “Κυρία Καλουτά να φιλήσω το χέρι σας”. “Πουλάκι μου, εσύ είσαι 20 χρονών παιδί, πού με ξέρεις;”. “Α, έχω ακούσει πολλά από τον πατέρα μου”».

Ψυχαγωγός του λαού. Απλός αυτός. Απλή κι αυτή. Επαιρνε καημό, έδινε χαρά. Σοουγούμαν των μαζών. Παραδείγματα: θρυλική Βέρα Παραλή στην ταινία «Οι Απάχηδες των Αθηνών» (1950). Εμίρισσα Γιασμίν και Ασημίνα στο «Ο εμίρης κι ο κακομοίρης» (1964). Φούλη, στυλάτη ιδιοκτήτρια καμπαρέ στο «Καλώς ήρθε το δολάριο» (1967). Θεατρίνα στον «Ελευθέριο Βενιζέλο»…

Κινηματογραφικές εμφανίσεις; Προπολεμικά στα «Δόκτωρ Επαμεινώνδας» και «Οταν ο σύζυγος ταξιδεύει», το 1943 στο «Καπετάν Σκορπιός» και μετά το ΄50 στα «Εκείνες που δεν πρέπει ν΄ αγαπούν», «Τσιγγάνικο αίμα» και «Πρέπει να ζήσεις τίμια». «Και οι 14 ήταν υπέροχοι» το 1965 και μετά τον «Βενιζέλο» στις ταινίες «Ο ζιγκολό της Αθήνας» (1982) και «Ο κοντός και οι μνηστήρες» (1988).

Καμία γκρίνια. Εχθρός της μιζέριας. Αξιοπρέπεια μέχρι τον ουρανό. «Περνάω καλά κι αξιοπρεπώς με τις δύο τιμητικές συντάξεις». Η θεατρίνα που με το μεράκι και την τεράστια λαϊκή τέχνη της ευλόγησε την ψυχούλα μας.