Στη δεκαετία του 1970, οι φεμινίστριες έκαιγαν τα σουτιέν και κατήγγελλαν την τυραννία της μητρότητας, την αποξένωση που επέβαλλε στις γυναίκες. Τριάντα χρόνια αργότερα, οι γυναίκες έχουν ξαναφορέσει τα σουτιέν και απολαμβάνουν ευτυχισμένες τη μητρότητα. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη, ή μήπως πρόκειται απλώς για μια οπισθοδρόμηση; Στο τελευταίο δοκίμιό της με τίτλο «Η Σύγκρουση: η γυναίκα και η μητέρα» (Εκδ. Flammarion), η Γαλλίδα φιλόσοφος, λογοτέχνις και φεμινίστρια Ελιζαμπέτ Μπαντεντέρ προειδοποιεί τις Ευρωπαίες ότι έχουν μπει στον ολισθηρό δρόμο της οπισθοδρόμησης. Φταίει γι΄ αυτό η ύπουλη άνοδος, από τη δεκαετία του 1980, μιας φυσιοκρατικής ιδεολογίας η οποία, εγκωμιάζοντας τη μητρότητα και ωραιοποιώντας την πίεση που ασκεί στις γυναίκες, τείνει να τις περιορίσει και πάλι στη λειτουργία της μητέρας τροφού. «Η ισχυρή επιστροφή του νατουραλισμού, ο οποίος επαναφέρει την πολυχρησιμοποιημένη έννοια του μητρικού ενστίκτου και εγκωμιάζει τον μαζοχισμό και τη θυσία της γυναίκας, αποτελεί τον χειρότερο κίνδυνο για τη χειραφέτηση των γυναικών και την ισότητα των φύλων», προειδοποιεί η συγγραφέας. Οι νέες μητέρες έχουν αφομοιώσει την ιδέα πως πρέπει να είναι αλτρουίστριες και πάντα διαθέσιμες. Όλοι φέρουν ένα μέρος της ευθύνης που οι γυναίκες έγιναν τόσο τελειομανείς, από τους παιδοψυχιάτρους που δεν σταματούν να αραδιάζουν ξανά και ξανά τις «φυσικές ανάγκες» του παιδιού ώς τους σταυροφόρους του θηλασμού που κατακεραυνώνουν το μπιμπερό. Οι δημόσιες πολιτικές φέρουν επίσης ένα μέρος της ευθύνης. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, η γονική άδεια επιτρέπει στις μητέρες να παίρνουν άδεια τρία χρόνια για να νταντεύουν τα βλαστάρια τους. Αντί γι΄ αυτό, ίσως να είχε περισσότερο ενδιαφέρον να βρίσκονταν τρόποι για να ρυθμιστεί καλύτερα ο χρόνος εργασίας των μητέρων.

Οι θυγατέρες των «ιστορικών» φεμινιστριών αισθάνονται τόσες ενοχές ώστε ορισμένες βρίσκουν πραγματική ευχαρίστηση στην επιστροφή στην «παλιά, καλή οικογένεια», με τη μαμά στο σπίτι και τον μπαμπά στη δουλειά. Η Ελιζαμπέτ Μπαντεντέρ σημειώνει πως δεν είναι πλέον σπάνιο να βλέπουμε γυναίκες 25-35 ετών, γεμάτες διπλώματα, να απαρνούνται μια πολλά υποσχόμενη καριέρα εφόσον ο σύζυγος είναι σε θέση να εξασφαλίσει τα χρήματα του νοικοκυριού. Η οικονομική ανεξαρτησία, το κύριο εργαλείο της ελευθερίας, δεν γοητεύει πλέον τις γυναίκες.

Το γαλλικό περιοδικό «Λ΄ Εξπρές» επισημαίνει πως η 66χρονη φεμινίστρια φιλόσοφος και μητέρα τριών παιδιών (είναι η σύζυγος του Γάλλου δικηγόρου, πανεπιστημιακού, δοκιμιογράφου και γερουσιαστή Ρομπέρ Μπαντεντέρ) αποτυπώνει στο βιβλίο αυτό την απογοήτευσή της για το γεγονός ότι η φύση χρησιμοποιείται για κοινωνικοπολιτικούς σκοπούς, χωρίς να γίνεται ένας «διάλογος» με τον πολιτισμό. Και φαίνεται να διακρίνει τον νέο φεμινισμό σ΄ εκείνες τις γυναίκες που επιλέγουν να αρνηθούν τη μητρότητα- οι οποίες αποτελούν όμως ισχνή μειονότητα.